Του π. Ηλία Μάκου

Τώρα, όμως, αρχίζει να παρακμάζει, καθώς το τριτάξιο Γυμνάσιο, που λειτουργούσε από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 έχει κλείσει, ενώ με λίγους μαθητές απέμεινε και το δημοτικό σχολείο του χωριού, που αποτελεί κέντρο για τους μαθητές των γύρω χωριών, που ολοένα και ερημώνουν.
Όποιος περνάει από την παλαιά εθνική οδό Ηγουμενίτσας-Ιωαννίνων, λίγο να στρέψει το κεφάλι του αριστερά, στη νέα γέφυρα Μενίνας, θα δει πέτρινα υπολείμματα από το παλιό γεφύρι της Μενίνας.
Μπορεί πλέον να έχουν μείνει χαλάσματα, ωστόσο ξυπνούν μνήμες αλλοτινών καιρών και το κυριότερο είναι δείγματα της ιστορίας και του πολιτισμού του τόπου.
Το γιοφύρι αυτό, κατασκευασμένο το 1620, με άνοιγμα τόξου 39 μ., ήταν το μεγαλύτερο του Καλαμά, σ' ένα σημείο, που τα νερά ήταν ορμητικά, κάτι, που τώρα δεν παρατηρείται.
Ένωνε τους Φιλιάτες με την Παραμυθιά και ήταν πέρασμα ανθρώπων και προϊόντων της περιοχής.
Το χωριό αυτό, λόγω της συγκοινωνιακής θέσεως, ανάμεσα σε Ηγουμενίτσα και Γιάννινα, οι Γερμανοί με τους συνεργάτες τους Τουρκοσσάμηδες, το είχαν μετατρέψει σε εξαιρετικά ισχυρό οχυρό.
Οι κεντρικές λιθόκτιστες οικίες του, είχαν μεταβληθεί σε συγκροτήματα οχυρών με αποθήκες πυρομαχικών η κάθε μία.
Υπήρχαν πολυβολεία στους γύρω λόφους, ενώ το εχθρικό πυροβολικό είχε μεγάλη δύναμη πυρός. Εκεί ήταν στρατοπεδευμένο ένα τάγμα Γερμανικού στρατού 250 ανδρών, με συνεργάτες και βοηθούς πάνω από 500 Τουρκοτσάμηδες.
Αυτό το απόρθητο φρούριο οι αντάρτες του Ζέρβα, που αποτελούσαν την Χ Μεραρχία με Διοικητή το Συνταγματάρχη Καμάρα, έλαβαν Διαταγή από το Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής να επιτεθούν εναντίον του με αντικειμενικό σκοπό την προσβολή και εξουδετέρωση της Γερμανικής φρουράς, τη μεταφορά των μεγάλων ποσοτήτων πυρομαχικών στην Παραμυθιά και την τελεία καταστροφή κάθε πολυβολείου. Και τα κατάφεραν.
Κατά καιρούς γίνεται συζήτηση η σημερινή Νεράϊδα Θεσπρωτίας (παλαιά Μενίνα) να ξαναπάρει το πρώτο όνομά της και αυτό για ιστορικούς λόγους.
Το ίδιο οφείλει, λένε κάποιοι, να γίνει και για τη Νεράιδα, που ούτως ή άλλως με το ιστορικό της όνομα είναι γνωστή και αυτό χρησιμοποιείται.
Είχε αλλάξει η ονομασία, μετά από Προεδρικό Διάταγμα, στο πλαίσιο μιας γενικότερης εξέτασης των τοπωνυμίων, που δεν είχαν ελληνική γλωσσική ρίζα ή προέλευση, αλλά τουρκική, σλάβικη ή ακόμη και αρβανίτικη, στο πλαίσιο, όπως είχε αναφερθεί τότε, εξυπηρέτησης εθνικών αναγκών.
Εκτιμάται από ορισμένους ότι η Μενίνα, αδικαιολόγητα εντάχθηκε σ' αυτή τη διαδικασία και είναι ώρα να διορθωθεί το λάθος.
Σήμερα οι λόγοι ονοματοδοσίας ενός χωριού θα πρέπει να έχουν να κάνουν με λόγους ιστορικούς, κοινωνικούς και λαογραφικούς.
Την πενταετία 1953 – 1957 σημειώθηκαν πολλές μετονομασίες χωριών στην Ελλάδα, 760 για την ακρίβεια.
Το 1955, ειδικά, ήταν η χρονιά της μαζικής αλλαγής στα ονόματα των χωριών μας. Ανάμεσα 1958 και 1971 πραγματοποιήθηκαν άλλες 326.
Έκτοτε οι μετονομασίες των οικισμών γίνονται σπάνιες.
Ωστόσο το υπουργείο Εσωτερικών εγκρίνει σποραδικά κάποιες μετονομασίες.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η έρευνα για το τι σημαίνουν εκείνα τα ονόματα, που, παρά την υποχρεωτική τους αλλαγή (μέσα από την εθνική πολιτική του περασμένου αιώνα) δεν λένε να σβήσουν από τη λαϊκή ντοπιολαλιά και χρησιμοποιούνται αναλλοίωτα από γενιά σε γενιά για εκατοντάδες χρόνια.
Και αυτό συμβαίνει, τόσο όταν το όνομα του τοπωνυμίου αποτελεί λέξη τού καθημερινού λεξιλογίου, της ζωντανής γλώσσας και οι υπάρχουσες γενιές κατανοούν τη σημασία του, όσο και όταν συνδέεται αναπόσπαστα με ιστορικό γεγονός.