Σε υψόμετρο 1117μ., στη Βίτσα Ζαγορίου, το μοναστήρι του προφήτη Ηλία, που το 1965 με υπουργική απόφαση κηρύχθηκε Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο, "ξεπηδάει" μέσα από τους αιώνες και σκορπίζει φως Χριστού.
Τα κελιά αυτού του μοναστηριού, που είναι εγκαταλελειμμένα, έχει προγραμματιστεί να στερεωθούν και να αποκατασταθούν, μέσω σύναψης Προγραμματικής Σύμβασης της Περιφέρειας Ηπείρου με το υπουργείο Πολιτισμού και τη Μητρόπολη Ιωαννίνων.
Οι εργασίες της στερέωσης και αποκατάστασης των κελιών της μονής Προφήτη Ηλία Βίτσας Ζαγορίου, θα πραγματοποιηθούν με τις κατάλληλες παρεμβάσεις στη βόρεια, τη νότια και τη δυτική πτέρυγα του μοναστηριού, έτσι ώστε να αναδειχθεί συνολικά.
Το έργο με προϋπολογισμό 1.319.500 € πρόκειται να ενταχθεί στο Interreg GREECE-ITALY Programme 2021-2027 και πιο συγκεκριμένα στο έργο με τίτλο «Cross Border World Heritage Itineraries-Heritage Links», από το οποίο θα προέλθει και ένα μέρος των πόρων χρηματοδότησής του.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ
Δεν είναι αποσαφηνισμένο πότε ακριβώς κτίστηκε η μονή, ωστόσο θεωρείται ότι το καθολικό, ρυθμού βασιλική μονόκλιτη με τρούλο και νάρθηκα, κατασκευάστηκε το 1632, επεκτάθηκε το 1792 και ανακαινίστηκε το 1832.
Μεγάλη εντύπωση προκαλεί στους προσκυνητές η θαυμάσια αγιογράφηση, όπως και το ξυλόγλητο τέμπλο προωθημένης τεχνικής με λουλούδια, ζώα, πουλιά, δράκους και ανθρώπους.
Ο Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως Ραφαήλ προσέφερε στη Μονή, το 1720, μέρος του λειψάνου του αγίου Σώζοντος και το χωράφι του ‘Επισκόπου’ στο βουνό.
Επειδή ήταν πλούσια η μονή του Προφήτη Ηλία Βίτσας, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας λεηλατήθηκε πολλές φορές, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτή τοΥ 1835, όταν ο Τουρκαλβανός ληστής Ταφίλ Μπούζης από το Βεράτι επέδραμε και έκλεψε όλα τα υπάρχοντάς της, βάζοντας, επί πλέον, φωτιά.
Στη Μονή, όπως διασώζεται από την παράδοση, λειτουργούσε Κρυφό Σχολειό, όπου έμαθαν τα πρώτα γράμματα ο Μάρκος Μπότυσαρης, ο Γεώργιος Γεννάδιος, οι τιτουλάριοι Τύρριος και Λεόντιος και πολλοί άλλοι. Μάλιστα στα τέλη του 18ου αι. επιχειρήθηκε να ιδρυθεί Πανεπσιτήμιο στο μοναστήρι από τον Γεώργιο Γεννάδιο και το Νεόφυτο Δούκα, αλλά τελικά δεν υλοποιήθηκε η ιδέα.
Εκεί μόνασε, από το 1916 έως το 1960, που κοιμήθηκε, 44 ολόκληρα χρόνια, μια αγία μορφή, για την οποία πολλά θαυμαστά γεγονότα μαρτυρούνται. Μιλούσε και προφητικά λέγοντας: «Μη χαίρεστε! Πίσω θα έρθουν χειρότερες ημέρες. Θα έρθει καιρός που ο ένας δεν θα θέλει να δει τον άλλον. Θα αλλάξει ο κόσμος. Το μεγάλο ποτάμι δεν ήρθε ακόμη, πίσω είναι. Γι’ αυτό εξομολογηθείτε, κοινωνείστε. Δεν ξέρουμε την ώρα μας. Θα έχετε όλα τα καλά, αλλά δεν θα τα χαίρεστε».
ΠΡΟΣ ΤΑ ΥΨΗΛΑ...
Ψυχικά κουρασμένοι μέσα σ’ έναν κόσμο, που θωπεύει τα αυτιά μας, ναρκώνει το νου μας και μας οδηγεί υπνωτισμένους στο μάταιο, ας κάνουμε μια στάση. Ας φύγουμε από τις κραυγές, την κενολογία και τη μιζέρια της εποχής.
Ας αφήσουμε την ψυχή μας, τη σκέψη μας και τη συνείδησή μας να τραβήξουν προς τα υψηλά. Και ας σκύψουμε βαθιά μέσα μας, να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας και να μπορέσουμε να αντικρύσουμε, με παρθενικά, με αγνά μάτια τον πλησίον. Να τον προσεγγίσουμε γνήσια και αδελφικά, χωρίς τα οπτικά εφέ, με τα οποία μας “τυφλώνει” ο φακός των ενοχών μας.
Και το μοναστήρι του Προφήτου Ηλιού στη Βίτσα Ζαγορίου μας βοηθάει, μέσα από τους πνευματικούς ψιθύρους του, να βρούμε τη γλώσσα αναφοράς προς τον Θεό και να Τον κοινωνήσουμε. Χωρίς ταπεινολογίες και ταπεινοσχημίες. Απλά και προσωπικά. Χωρίς συμβατικότητες και επιτήδευση.
Και να αναζητήσουμε το λιμάνι της αλήθειας, σ’ ένα ταξίδι ατέρμονο, που μας παίρνει μια ολόκληρη ζωή. Ας συνταξιδέψουμε, λοιπόν…
Να κρατάμε τα μάτια μας ανοιχτά, και, προπαντός, να τα σηκώνουμε ψηλά, για να βρούμε την προστασία και τη λύτρωση. Η, με κάθε τρόπο, παρουσία του Θεού στη ζωή μας φυγαδεύει τις δυνάμεις του κακού και μας χαρίζει την ελευθερία και την πνευματική άνεση.
Αυτός και μόνο είναι ο τρόπος να φγούμε από το στρατόπεδο της πνευματικής σκλαβιάς μας και να νικήσουμε στη ζωή και να τη ζήσουμε, χωρίς σκοντάμματα και κατρακυλίσματα, αλλά με ευθύνη των προσωπικών βημάτων.