8.000 εικόνες και θρησκευτικά κειμήλια (ΦΩΤΟ)

Του π. Ηλία Μάκου

Έκθεση εικονογραφίας αφιερωμένη στον Ιωάννη τον Βαπτιστή λειτουργεί αυτή την περίοδο στο Μουσείο Μεσαιωνικής Τέχνης Κορυτσάς.

Στα εγκαίνια της έκθεσης, που περιλαμβάνει 13 σπάνιες εικόνες του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, από διάφορες εποχές και διαφορετικούς αγιογράφους, διαφορετικής νοοτροπίας, και αποτελεί δείγμα της βυζαντινής εικονογραφικής παράδοσης, παραβρέθηκε και μίλησε ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Ιωάννης.

Ακόμη συμμετείχαν αξιωματούχοι της περιοχής, εκπρόσωποι του ακαδημαϊκού κόσμου, αλλά και λάτρεις του βυζαντινού πολιτισμού.

Να σημειωθεί ότι οκτώ χιλιάδες εικόνες και θρησκευτικά κειμήλια, με σπάνια αξία, που ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας και δεν της έχουν επιστραφεί μετά την πτώση του αθεϊστικού καθεστώτος, φιλοξενούνται στο Μουσείο Μεσαιωνικής Τέχνης Κορυτσάς, που προσελκύει πολλούς τουρίστες.

Στο εργαστήριο αποκατάστασης των εικόνων του Μουσείου, μια ομάδα εργάζεται για την αναπαλαίωση εκείνων των εικόνων, υπολογίζονται πάνω από 1.000, που έχουν υποστεί φθορά τόσο από το διάβα του χρόνου, όσο και από το περιβάλλον, που βρίσκονταν.

Τις εικόνες και τα κειμήλια είχε δημεύσει ο Χότζα, από εκκλησίες και μοναστήρια των Ορθόδοξων κοινοτήτων της Αλβανίας, όταν είχε κηρυχθεί ο θρησκευτικός διωγμός.

Στοιβάχτηκαν στον παλαιό ναό της Ζωοδόχου πηγής, που είχε μετατραπεί σε μουσείο, ενώ, τα τελευταία χρόνια, όταν ολοκληρώθηκε η αναστύλωση και ανακαίνιση της εκκλησίας αυτής από τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, μεταφέρθηκαν, με τη βοήθεια Γάλλου ειδικού, στο Νέο Μεσαιωνικό Μουσείο Κορυτσάς, για την ανέγερση του οποίου συνέβαλε και το Ελληνικό Δημόσιο.

Από τον 14ο ως τον 19ο αιώνα χρονολογούνται οι εικόνες, ενώ υπάρχουν πολυάριθμα εκθέματα, που αφορούν κυρίως τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή περίοδο: Έργα από πέτρα, μέταλλο, ξύλο, ύφασμα, χαρτί και άλλα υλικά και μεταξύ τους φυσικά εικόνες.

Οι εικόνες του 14ου και του 15ου αιώνα προέρχονται κυρίως από την περιοχή της Κορυτσάς και ειδικά από τα ασκητήρια της Μεγάλης Πρέσπας, γύρω από την οποία αναπτύχθηκε αυτή την περίοδο ένας ιδιαίτερου χαρακτήρα αναχωρητισμός σε ασκητήρια, που ιδρύονταν σε δυσπρόσιτα παραλίμνια σπήλαια.

Πολλά από αυτά μάλιστα σώζονται και σήμερα τόσο στην ελληνική όσο και στην αλβανική πλευρά.

Όσο για τις μεταβυζαντινές εικόνες, αυτές καλύπτουν ευρύτερη γεωγραφική έκταση με βορειότερο όριο τα Τίρανα και μαρτυρούν τη συνέχιση της βυζαντινής παράδοσης στη θρησκευτική ζωγραφική των Βαλκανίων και μετά την εγκατάσταση των Οθωμανών, με την Ορθοδοξία να αποτελεί το ενοποιητικό στοιχείο μεταξύ των υπόδουλων λαών.

Παράλληλα όμως αποκαλύπτεται και η ευκολία της διάδοσης ζωγραφικών ρευμάτων και σχολών, όπως και η κινητικότητα και οι διαδρομές των ζωγράφων στην απέραντη οθωμανική επικράτεια.

Το Μουσείο αυτό έχει τα χαρακτηριστικά ενός μοναδικού θεσμού πολιτιστικής κληρονομιάς σε ολόκληρη την Αλβανία. 

Είναι φανερό ότι η βυζαντινή τέχνη, αν και είναι, όπως κάθε χριστιανική τέχνη, έκφραση του ανώτερου, διαφέρει πάντως από τη δυτική (γοτθική). 

Η βυζαντινή τέχνη δεν έχει ούτε τον υπέρμετρο κατακορυφισμό, ούτε τον εξεπρεσσιονισμό της δυτικής τέχνης. Παρά τον υψηλό χαρακτήρα και συμβολισμό της, είναι μετρημένη , ήρεμη, ιδεαλιστική, ώστε να μπορεί κανείς να πει ότι πραγματικά κρατεί τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του Ορθόδοξου πνεύματος.

Από πνευματική άποψη οι εικόνες, που διασώθηκαν στη γειτονική Αλβανία, είναι μια ακόμη απόδειξη του θριάμβου της πίστης. Θρίαμβος, που στηρίχθηκε στους αγώνες για την επικράτηση της αλήθειας του Χριστού, στους αγώνες για την επικράτηση της χριστιανικής ζωής.

Και οι αγώνες της χριστιανικής ζωής, βασίζονται πάνω στην καθαρή καρδιά και στην αγνότητα των προθέσεων. Όμως οι εικόνες είναι είναι και μια δίοδος να δούμε από πιο κοντά τον Κύριό μας, να δοκιμάσουμε την ειρήνη, που Αυτός χαρίζει, τη χαρά, που Αυτός δίνει.