Μαθητές των Σχολείων της Μητρόπολης Αργυροκάστρου τίμησαν με παλμό την 25η Μαρτίου
Του π. Ηλία Μάκου
Μαθητές/τριες των Σχολείων της Μητρόπολης Αργυροκάστρου εόρτασαν την 25η Μαρτίου με τρόπο λαμπρό.
Ειδικότερα εκκλησιάστηκαν ανήμερα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στη Θεία Λειτουργία στη Δερβιτσάνη, όπου ιερούργησε ο Μητροπολίτης Αργυροκάστρου Δημήτριος.
Στη συνέχεια πήραν μέρος στην παρέλαση, που πραγματοποιήθηκε στην πλατεία της Δερβιτσάνης και κατέθεσαν και στεφάνια.
Με τα τραγούδια, τους χορούς έδωσαν τον επετειακό τόνο στην εκδήλωση, ενώ μαθητές του 9χονου Σχολείου και του Λυκείου "Πνοή Αγάπης" της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας, δώρισαν ένα πίνακα ζωγραφικής, φιλοτεχνημένο από τους ίδιους, στο Πολιτιστικό Κέντρο Δερβιτσάνης
Να σημειωθεί ότι ήταν καθοριστική η συμβολή της Εκκλησίας στην Επανάσταση του 1821. Όμως μερικοί στρέφουν τα πυρά τους, κατά του λεγόμενου κυρίως, ανώτερου κλήρου, δηλαδή των Πατριαρχών και Μητροπολιτών της περιόδου, που τους εμφανίζουν ως εχθρούς του λαού.
Κάποιοι φτάνουν στο σημείο να γράφουν ότι οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν το 1821 εναντίον και των κληρικών. Δεν υπολογίζουν, όμως, ότι επικεφαλής εκείνου του αγώνα ήταν Δεσποτάδες, που μαρτύρησαν, όπως ο Π. Πατρών Γερμανός, ο Σαλώνων Ησαΐας, ο Ρωγών Ιωσήφ κ. ά., αλλά και αρχιμανδρίτες, όπως ο ατρόμητος Παπαφλέσσας κ. ά. Ενώ πολλά από τα επαναστατικά κινήματα, που προηγήθηκαν του 1821, είχαν επικεφαλής κληρικούς, όπως ο Διονύσιος ο Φιλόσοφος, ο παπα-Βλαχάβας κ. ά. Ο συνολικός απολογισμός των θυμάτων είναι 11 Πατριάρχες, 100 Μητροπολίτες και 6000 ιερείς.
Άλλοτε τους παρουσιάζουν σαν «προσκυνημένους» στα τούρκικα αφεντικά, άλλοτε σαν διώκτες κάθε προοδευτικού στοιχείου και άλλοτε σαν εκμεταλλευτές του λαού, που καπηλεύονταν την ευσέβεια. Όχι ότι δεν υπήρξαν και τέτοιες περιπτώσεις, άτομα επιλήσμονα των καθηκόντων τους και κατώτερα των στιγμών.
Δεν επιχειρούμε να αυθαιρετήσουμε, ούτε να κακοποιήσουμε την ιστορία, αλλά δεν αντικατοπτρίζουν την γενική εικόνα. Το ανθρώπινο στοιχείο πάντα σχετικοποιεί και κηλιδώνει μια προσπάθεια. Δεν ήταν όμως καθοριστικό της όλης προσφοράς της Εκκλησίας και δεν την σκιάζει και δεν την διαγράφει.
Μιλούν μερικοί για παραχώρηση προνομίων στην Εκκλησία, από τον Μωάμεθ τον Πορθητή, που πράγματι δόθηκαν, παρότι πολλοί σουλτάνοι δεν δίστασαν να τα αμφισβητήσουν και να τα καταπατήσουν.
Και είχαν να κάνουν με την άσκηση θείας λατρείας, την ανάδειξη του Πατριάρχη σε Εθνάρχη, τη διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας, τη διοίκηση εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, και τη δικαιοδοσία επί υποθέσεων οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου.
Αυτά, όμως, δεν αξιοποιήθηκαν για την άνεση των κληρικών και τη βόλεψή τους, για τιμές και δόξες, τη στιγμή, που ο λαός υπέφερε και δυσκολευόταν, αλλά για την επιβίωση του Γένους, η οποία χρειάστηκε θυσίες.
Τα προνόμια η Εκκλησία τα χρησιμοποίησε, μέσα στα σπλάγχνα της τουρκικής αυτοκρατορίας, μέσα στην βαρβαρότητα, με ευστροφία και Φαναριώτικη διπλωματία, για να επιτύχει, χάριν της Πατρίδας, όφελος με σκοπό να προετοιμάσει τη σωτηρία της Ελλάδας από τους δυνάστες της.
Και παρά τα προνόμια, Πατριάρχες έπεσαν θύματα της τουρκικής αυθαιρεσίας και θηριωδίας με εκπτώσεις από το θρόνο, εξορίες, απειλές, βία, φυλακή, θάνατος. Η Εκκλησία και συγκεκριμένα ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ στάθηκε απέναντι στην τρομοκρατία της τουρκικής διοίκησης. Στο γενιτσαρισμό και τους βίαιους εξισλαμισμούς. Στις δολοπλοκίες και τις πλεκτάνες. Στη διεθνή απομόνωση της Ελλάδας. Στη σκληρή πραγματικότητα, που άφηνε κυριολεκτικά στο έλος των Τούρκων τη ζωή, την τιμή, την περιουσία, την ελευθερία του κάθε ραγιά.
Η Εκκλησία τότε κράτησε γερά στην αγκαλιά της τα παιδιά της, διαφύλαξε την ενότητά τους, τόνωσε την εσωτερική τους δύναμη και τα δίδαξε πως γεννήθηκαν Έλληνες και Χριστιανοί, και έτσι οφείλουν να μένουν.