Στον τομέα Θεσπρωτίας η εξέλιξη των επιχειρήσεων κατά τον πόλεμο του 1940 έχει άγνωστες μέχρι τώρα ιστορικές λεπτομέρειες. Διοικητής των δυνάμεων στην περιοχή ήταν ο υποστράτηγος Νικόλαος Λιούμπας, με σταθμό
διοίκησης στο Νεοχώρι. Υπήρχαν 2 τάγματα πεζικού και
2 πυροβολαρχίες ανεπτυγμένες σε δύο υποτομείς: Παραποτάμου και
Νεοχωρίου. Από πλευράς Ιταλών κινήθηκε η Μεραρχία Ιππικού υπό τον στρατηγό Ριβόλτα, σταθμευμένη στην περιοχή Κονίσπολης με συνολική δύναμη 4.823 άντρες και 32 πυροβόλα, με
αποστολή να αρχίσει την κύκλωση της Ηπείρου από τα δυτικά. Η Μεραρχία ακολούθησε την πορεία Κονίσπολη-Σαγιάδα και μετά την κατάληψη της Ηγουμενίτσας προς τις γενικές κατευθύνσεις: Ηγουμενίτσα - Πάργα - Πρέβεζα. Μαζαρακιά - Μαργαρίτι - Αρτα. Με την έναρξη της επίθεσης τα
αποστολή να αρχίσει την κύκλωση της Ηπείρου από τα δυτικά. Η Μεραρχία ακολούθησε την πορεία Κονίσπολη-Σαγιάδα και μετά την κατάληψη της Ηγουμενίτσας προς τις γενικές κατευθύνσεις: Ηγουμενίτσα - Πάργα - Πρέβεζα. Μαζαρακιά - Μαργαρίτι - Αρτα. Με την έναρξη της επίθεσης τα
τμήματα προκάλυψης πιεζόμενα από ισχυρές εχθρικές δυνάμεις υποχώρησαν, νότια του ποταμού Καλαμά. Στις 29 Οκτωβρίου ένα μικρό τμήμα των Ιταλών κατόρθωσε να
περάσει το ποτάμι κοντά στις εκβολές του. Αποκρούστηκε όμως και αναγκάστηκε να επιστρέψει στη βάση του, αφού υπέστη
σοβαρές απώλειες. Η κακή κατάσταση της οδού Κονίσπολη - Σαγιάδα
καθυστέρησε σημαντικά τους Ιταλούς, οι οποίοι κατέβαλαν εντατικές
προσπάθειες για να την επισκευάσουν προκειμένου να μπορέσει να κινηθεί
το βαρύ πυροβολικό τους. Τη νύκτα 4/5 Νοεμβρίου και αφούπροηγήθηκαν σφοδροί βομβαδρισμοί, οι Ιταλοί πέρασαν τον
Καλαμά στο ύψος του χωριού Βρυσσέλα με ισχυρές δυνάμεις και δεν μπόρεσε να τους ανακόψει το
τάγμα, το οποίο αμυνόταν εκεί. Το τάγμα συμπτύχθηκε στη γραμμή
Δρυμίτσα-Δράμεση, που αποτελούσε και τη γραμμή αναχαίτισης. Η Μεραρχία,
όταν πληροφορήθηκε την κατάσταση και μη έχοντας να διαθέσει εφεδρείες
στον τομέα Θεσπρωτίας, διέταξε να ανακοπεί με κάθε θυσία η κίνηση του
εχθρού πέρα από τη γραμμή Δρυμίτσα - Δράμεηι - Αυχένας Νεοχωρίου -
διάβαση Ζούμπανη και να καλυφθεί η διάβαση από Ηγουμενίτσα προς
Μαργαρίτι. Σε περίπτωση αδυναμίας εφαρμογής του σχεδίου, ο τομέας
Θεσπρωτίας θα συμπτυσσόταν προς την τοποθεσία Αχέροντα, όπου και θα αμυνόταν. Εκείνο το οποίο ανησυχούσε ιδιαίτερα τη
Μεραρχία ήταν η διάβαση Ελευθεροχωρίου, που οδηγούσε στο χωριό Κοσμηρά,
10 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά των Ιωαννίνων. Για τη διατήρηση της διάβασης η μεραρχία
συγκρότησε το Απόσπασμα Ελευθεροχωρίου, το οποίο εκτός από την ομώνυμη
διάβαση είχε αναλάβει τη φύλαξη της ορεινής διάβασης Ζαμπάνη. Το ίδιο
βράδυ το απόσπασμα Θεσπρωτίας αποφάσισε να συμπτυχθεί αμέσως προς την
τοποθεσία Αχέροντα, αφενός μεν για να διακοπεί η επαφή με τον εχθρό,
αφετέρου για να έχει χρόνο για αναδιοργάνωση και ανασυγκρότηση. Η
Μεραρχία ενέκρινε την απόφαση αυτή. Στις 6 Νοεμβρίου οι Ιταλοί κατέλαβαν την Ηγουμενίτσα, ενώ τα τμήματα του
τομέα Θεσπρωτίας συμπτύχθηκαν στην τοποθεσία Αχέροντα όπου ενισχύθηκαν
με τμήματα της VIII Μεραρχίας τις νύκτες 6/7 και 7/8 Νοεμβρίου. Ο
διοικητής της VIII Μεραρχίας, σε επαφή του με τον αρχιστράτηγο Παπάγο,
διατύπωσε την άποψη ότι όσο κρατούσε σταθερά η τοποθεσία
Καλαμά-Καλπακίου, δεν προέβλεπε κίνηση των Ιταλών στον
παραλιακό τομέα, πολύ περισσότερο μάλιστα τη στιγμή κατά την οποία ο
αγώνας στην Πίνδο είχε λάβει ευνοϊκή τροπή για τις ελληνικές δυνάμεις.
Στις 7 Νοεμβρίου οι Ιταλοί πέτυχαν τη μεγαλύτερη διείσδυσή τους στον
παραλιακό τομέα, φθάνοντας με προωθημένα τμήματά τους μέχρι το
Μαργαρίτι. Στις 8 Νοεμβρίου έφθασε στην Αλβανία ο στρατηγός Σοντού,
υφυπουργός Στρατιωτικών της Ιταλίας, και ανέλαβε τη διοίκηση των εκεί
ιταλικών δυνάμεων. Ο στρατηγός Βισκόντι Πράσκα, που είχε ονειρευτεί
μεγαλεία και τιμές στρατάρχη, περιορίστηκε στη διοίκηση των ιταλικών
δυνάμεων στην Ηπειρο. Από τις 10-12 Νοεμβρίου 1940 η VIII Μεραρχία διεξήγαγε επιθετικές
αναγνωρίσεις με σκοπό την αποκατάσταση του εδάφους που είχε χαθεί. Οι
Ιταλοί απάντησαν με βομβαρδισμούς πυροβολικού και αεροπορίας.Στις 12 Νοεμβρίου η VIII Μεραρχία υπήχθη στο Α' Σώμα Στρατού, υπό τον
αντιστράτηγο Δημήτριο Δεμέστιχα, ο οποίος ανέλαβε τον τομέα Ηπείρου. Ο
τομέας Θεσπρωτίας μετονομάστηκε σε Απόσπασμα Λιούμπα και υπήχθη
απευθείας στο Α' ΣΣ. Στις 13 Νοεμβρίου τμήματα του Αποσπάσματος Λιούμπα
είχαν αποκαταστήσει την τοποθεσία Καλαμά, ενώ τα τμήματα στην τοποθεσία
Καλπακίου ήταν έτοιμα να κινηθούν επιθετικά κατά του εχθρού.Ετσι τελείωσε με περιφανή νίκη των δυνάμεων της VIII Μεραρχίας η μάχη
της Ηπείρου, η οποία διήρκεσε εννέα ημέρες. Στο διάστημα αυτό οι
απώλειες της Μεραρχίας ήταν 3 αξιωματικοί και 57 οπλίτες νεκροί, 5
αξιωματικοί και 203 οπλίτες τραυματίες. Οι περισσότερες απώλειες είχαν
προκληθεί από τον βομβαρδισμό της εχθρικής αεροπορίας και του
πυροβολικού. Οι απώλειες των Ιταλών σύμφωνα με τον ίδιο τον Πράσκα ήταν
μέχρι τις 5 Νοεμβρίου 17 αξιωματικοί και 354 οπλίτες νεκροί, 65
αξιωματικοί και 1.134 οπλίτες τραυματίες και 10 αξιωματικοί καί 648
οπλίτες αγνοούμενοι. Ο αρχιστράτηγος, όταν η VIII Μεραρχία υπήχθη στο Α'
ΣΣ, έστειλε την παρακάτω διαταγή: Εκφράζομεν πλήρη ικανοποίησιν δι’ επιτυχήν αντψετώπισιν καταστάσεων επί
λήξει περιόδου ενεργείας σας ως ανεξαρτήτου μεραρχίας. Τούτο αφορά
διοικητήν Μεραρχίας πρωτίστως και εν αναλόγω βαθμώ συνεργάτας του". Αξίζει να σημειωθεί ότι κοντά στην Παραμυθιά, είχε φτιαχτεί ένα μικρό αεδοδρόμιο "φάντασμα", που λόγω της θέσης τουδεν είχε γίνει αντιληπτό από τους εχθρούς. Στα ημερολόγια των Βρετανών πιλότων, που επιχείρησαν από την
Παραμυθιά, καταγράφεται το αεδοδρόμιο αυτό. Είχε κατασκευαστεί στην περιοχή του σημερινού Ξηρόλοφου, περίπου 6 χιλιόμετρα νότια της Παραμυθιάς. Κατά καιρούς, ανακαλύπτονται διάφορα αντικείμενα που σχετίζονται με
το αεροδρόμιο, όπως φυσίγγια πυροβόλων και βόμβες.