Ορισμένοι συμπολίτες μας, όταν βλέπουν τροχονόμο σε ένα σημείο με μεγάλη κίνηση οχημάτων, σπεύδουν να βγάλουν το εύκολο συμπέρασμα ότι για το μποτιλιάρισμα και την επακόλουθη καθυστέρηση, ευθύνεται η παρουσία του οργάνου που ρυθμίζει την κυκλοφορία. Πρόκειται για κλασσική περίπτωση σύγχυσης ανάμεσα στο αίτιο και στο αιτιατό, που μαρτυρά αδυναμία αντίληψης του γεγονότος ότι, αν δεν υπήρξε πρόβλημα, δεν θα χρειαζόταν η παρουσία του τροχονόμου, αφού η κίνηση θα διεξαγόταν ομαλά. Κάπως έτσι θεωρώ ότι έχουν τα πράγματα με την προπαγανδιστική τακτική που ακολουθούν αρκετοί από τους αντιμνημονιακούς κήνσορες, τόσο τους πρώιμους, προερχόμενους από το χώρο της ΝΔ, και τώρα «μεταμεληθέντες», όσο και τους διαχρονικούς αρνητές της υπαρκτής ελληνικής οικονομικής πραγματικότητας. Και οι μεν και οι δε, επιχειρώντας να συνδέουν την υπογραφή του μνημονίου και την έλευση της τρόικας στην Ελλάδα με την δεινή οικονομική κρίση που βιώνουμε, οδηγούνται στο πρόχειρο συμπέρασμα ότι η τελευταία είναι το αποτέλεσμα και όχι το αίτιο για την εδώ παρουσία των εκπροσώπων των δανειστών.
Δεν θέλει, νομίζω, μεγάλη φιλοσοφία για να αντιληφθεί κανείς πόσο απολύτως λανθασμένο είναι ένα τέτοιο συμπέρασμα. Αρκεί να ρίξει μια ματιά στα οικονομικά στοιχεία, όπως αυτά διαμορφώθηκαν, τουλάχιστον, κατά την τελευταία δεκαετία. Την περίοδο αυτή, η Ελλάδα βρέθηκε να έχει καταρρίψει, ταυτοχρόνως, όλα τα ευρωπαϊκά, αν όχι και παγκόσμια, ρεκόρ στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό, στην εκτίναξη του δημοσίου χρέους και –κυρίως- στο έλλειμμα του εμπορικού της ισοζυγίου. Και άλλες χώρες είχαν προβλήματα, αλλά καμία δεν τα είχε όλα μαζί και σε αυτή την έκταση.
Με αφορμή την Εξεταστική Επιτροπή για τα στατιστικά στοιχεία του ελλείμματος που έχει συγκροτηθεί στη Βουλή, χωρίς τη συμμετοχή της ΝΔ, παρακολουθώ με ενδιαφέρον τις «φιλότιμες» προσπάθειες που καταβάλουν για να υπερασπιστούν τη θητεία τους στελέχη της «γαλάζιας» διακυβέρνησης, όπως ο τελευταίος υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών της Γιάννης Παπαθανασίου. Και, κυρίως, την εμμονή τους να αποποιούνται των ευθυνών τους για το γεγονός ότι, παρά τον υπερβολικό δανεισμό στον οποίο κατέφυγαν και τις συνακόλουθα υψηλές δημόσιες δαπάνες, η ελληνική οικονομία είχε ήδη εισέλθει, από το 2008, στη φάση της ύφεσης.
Κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, πως με αυτό το δεδομένο, μοιραία, στη συνέχεια, από το 2009 και έπειτα, η ύφεση εκτινάχθηκε, αφού τα δανεικά των προηγούμενων χρόνων δεν πήγαν σε παραγωγικές επενδύσεις, που θα ενίσχυαν την αναγκαία εξωστρέφεια της οικονομίας, αλλά σπαταλήθηκαν σε προεκλογικές παροχές, όπως –ποιος ξεχνά αλήθεια;- τα μέτρα για την ενθάρρυνση, μέσω επιδότησης (!), της αγοράς εισαγόμενων κλιματιστικών και μεγάλου κυβισμού αυτοκίνητων, τα οποία τώρα βγαίνουν μαζικά «στο σφυρί».
Με τέτοια οικονομική πολιτική, όμως, δε μπορούσε παρά οι στρόφιγγες του δανεισμού κάποια στιγμή να έκλειναν, αφού οι δανειστές, αργά ή γρήγορα, θα αντιλαμβανόταν ότι οι πιθανότητες να πάρουν τα χρήματά τους πίσω μειωνόταν. Όπως και έγινε, αφού η χώρα, ακόμη και αν δεν ήταν ήδη σε ύφεση, που σήμαινε απώλεια θέσεων εργασίας, αλλά και εισοδημάτων, δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα χωρίς νέα δανεικά, όταν μόνον το 2009 το δημοσιονομικό έλλειμμα, δηλαδή η απόκλιση εισπράξεων και πληρωμών του δημοσίου, ήταν πάνω από 32 δισ. ευρώ.
Οι ισχυρισμοί πως δήθεν η κυβέρνηση που ανέλαβε τις τύχες της χώρας τον Οκτώβριο του 2009, «φούσκωσε» το έλλειμμα, τάχατες «για να πάμε στο μνημόνιο», δεν νομίζω ότι αντέχουν στην κοινή λογική. Ξέρετε εσείς καμία κυβέρνηση που να μη θέλει να μοιράζει λεφτά και να γίνεται ευχάριστη; Και, δυστυχώς, από αυτό το «αμάρτημα» δεν ξέφυγε ούτε η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, η οποία, ας μην ξεχνάμε, δύο μήνες μετά την έλευση στην εξουσία, μοίρασε –το μισό από το νομοθετικά θεσπισμένο, γιατί μετά προσγειώθηκε ανώμαλα στην πραγματικότητα- επίδομα αλληλεγγύης, αδιακρίτως και χωρίς κανένα έλεγχο κριτηρίων.
Επιστρατεύθηκε, πρόσφατα, μέχρι και ο ανεκδιήγητος πρώην επικεφαλής της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, που είχε γίνει διεθνώς περίγελως με τη «φαεινή ιδέα» που είχε συλλάβει, εισηγούμενος, επί της υπουργίας του Γιώργου Αλογοσκούφη, να αυξηθεί το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ), με συνυπολογισμό σε αυτό και των εσόδων από τη φοροδιαφυγή των εκδιδόμενων γυναικών (!), προκειμένου να στηριχθεί η απάτη με τα πλαστά στατιστικά στοιχεία, που ορισμένοι θέλουν να μας πείσουν ότι θα μπορούσε να διαιωνισθεί.
Μόνον ως αστειότητες μπορούν, εξάλλου, να αντιμετωπιστούν οι ισχυρισμοί ότι δεν υπήρξε πρόνοια να επαναληφθεί το προηγούμενο του «εμπροσθοβαρούς» δανεισμού που έκανε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, για να αποφευχθεί η προσφυγή στο ΔΝΤ. Ακόμη και αν είχε γίνει κάτι τέτοιο, αυτό που θα συνέβαινε θα ήταν η παράταση λίγων μηνών, αν όχι λίγων εβδομάδων και η περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, λόγω της συνεχιζόμενης αμεριμνησίας.
Το γεγονός ότι, παρά την πρόσφατη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, το περίφημο PSI, μέσω του οποίου διεγράφησαν περισσότερα από 100 δισ. ευρώ, εξακολουθούμε και είμαστε μια από τις πλέον υπερδανεισμένες χώρες στην Ευρώπη, αρκεί, νομίζω, για να αντιληφθεί ο οποιοσδήποτε διαθέτει κοινή λογική ότι το μόνο που δεν χρειαζόταν η Ελλάδα στο τέλος του 2009 και στις αρχές του 2010 , ήταν ο επιπλέον δανεισμός.
Υπό άλλες συνθήκες, όλα αυτά μπορεί, ίσως, να είχαν μόνον ιστορική αξία και να μην μας απασχολούσαν στην παρούσα συγκυρία που το ζητούμενο είναι να ανασκουμπωθούμε και να δώσουμε τη μάχη για να ξεφύγουμε από την παγίδα της ύφεσης. Τα θέτω, όμως, με τούτο το σημείωμα, επειδή πιθανολογώ ότι θα βρεθούν στο επίκεντρο της προεκλογικής περιόδου που διανύουμε και πιστεύω ότι χρειάζεται να αποκρουστεί, ως επικίνδυνη, η επιχειρηματολογία που συγχέει, είτε σκόπιμα, είτε αθέλητα, τις αιτίες με τα αποτελέσματα.