Του Νίκου Κ. Κυριαζή (καθηγητή Οικονομικού Πανεπιστημίου Θεσσαλίας)
Κάποτε ο Άγιος Βασίλης έφερνε δώρα στα παιδιά και τα παιδιά τον αγαπούσαν. Οι πολιτικοί στις αναπτυγμένες δημοκρατίες της Δύσης ζήλεψαν τον Άγιο Βασίλη και αποφάσισαν να κάνουν δώρα στους μεγάλους, πολίτες-ψηφοφόρους των χωρών
τους για να τα ους αγαπούν και να τους ψηφίζουν. Τα δώρα τους τα ονόμασαν παροχές και κοινωνικό κράτος κι επειδή δεν θα ήταν δώρα αν οι πολίτες τα πλήρωναν με φόρους, ανακάλυψαν έναν μαγικό τρόπο και μαγικό τόπο για να τα κάνουν. Ο τρόπος ονομαζόταν κρατικά ομόλογα και ο τόπος αγορές και χρηματιστήρια. Οι πολιτικοί μέσω των κυβερνήσεων τους έδιναν τα μαγικά χαρτιά-(τώρα πια ηλεκτρονικά) ομόλογα στις αγορές, έπαιρναν χρήματα και έκαναν δώρα στους πολίτες που τους ψηφίζουν και έτσι όλοι ήταν ευχαριστημένοι. Αλλά επειδή ούτε τα μάγια δεν ήταν δωρεάν οι αγορές ζήταγαν και εκείνες ένα δώρο από τους πολιτικούς που το ονόμαζαν επιτόκιο. Για πολλές δεκαετίες όλα πήγαιναν καλά και κανείς δεν ανησυχούσε παρόλο που τα ομόλογα πλήθαιναν και σχημάτιζαν ένα παράξενο βουνό που το ονόμαζαν δημόσιο χρέος και ανάλογα μεγάλωναν και τα δώρα (τόκοι) που έπρεπε να πληρώνουν στις αγορές, παρόλο που ένας Βρετανός κύριος, ο Ντέιβιντ Ρικάρντο, είχε προειδοποιήσει ήδη στις αρχές του 19ου αιώνα πως το δημόσιο χρέος σήμερα ισούται με τους φόρους του αύριο ( Η πασίγνωστη στους οικονομολόγους ως ρικαρντιανή ισοδυναμία). Ώσπου στις ημέρες μας οι πολιτικοί μιας μικρής χώρας ξύπνησαν και διαπίστωσαν πως τα μάγια είχαν μεταβληθεί σε εφιάλτη και πως η χώρα δεν άντεχε πια να πληρώνει όλο και περισσότερα στις αγορές. Έτσι, το κράτος Άγιος Βασίλης αναγκάστηκε να αλλάξει και να μεταβληθεί σε κράτος φοροεισπράκτορα, προσπαθώντας να βρει λεφτά (που δεν υπήρχαν) με κάθε τρόπο όπως το είχε προβλέψει ο καλός Ρικάρντο. Κι επειδή οι κανονικοί τρόποι δεν αρκούσαν, το κράτος, από Άγιος Βασίλης, μεταβλήθηκε σε ληστή, προσπαθώντας να αρπάξει ακόμα και τις περιουσίες των κατοίκων του με ένα νέο μαγικό τρόπο που το ονόμασαν τέλος περιουσίας. Και ως ληστής δεν το ζητούσε με καλό τρόπο αλλά με απειλή πως θα του κόψει το φως και θα τους γύριζε στο σκοτάδι του Μεσαίωνα (στην μικρή χώρα το κράτος ληστής εμφανίσθηκε με την πληθωρική μορφή του κύριου Βενιζέλου, ο οποίος για να καθησυχάσει τους πολίτες δεν είχανε ευκαιρία να διαλαλήσει πως γνώριζε πως τους αδικεί). Όταν όμως οι αγορές διαπίστωσαν την αληθινή κατάσταση που επικρατούσε στο μικρό κράτος, άρχισαν να ανησυχούν και για τα άλλα και να ζητούν εξασφαλίσεις και υψηλότερα επιτόκια από όλους, ακόμα και από τα σπουδαία κράτη όπου βασίλευαν ο τσάρος Νικόλαος και η βασίλισσα Αγγελική. Το «ηθικό δίδαγμα» της ιστορίας είναι πως το υπόδειγμα του κοινωνικού κράτους με δανεικά έχει τελειώσει. Όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε, Έλληνες, Ευρωπαίοι, Αμερικανοί, Ιάπωνες κλπ τόσο πιο εύκολα θα προσαρμοστούμε και θα αναζητήσουμε νέο υπόδειγμα που θα είναι βιώσιμο. Και το μεγαλύτερο ερώτημα το οποίο πρέπει να απαντήσουμε είναι το μέγεθος του δημοσίου τομέα που επιθυμούμε. Αν το θέταμε ως δημοψήφισμα, το ερώτημα θα μπορούσε να είναι: «Επιθυμείτε μεγάλο δημόσιο τομέα με ανάλογα υψηλή φορολογία, ή μικρότερο με χαμηλότερη φορολογία;» Κάναμε εικονικό δημοψήφισμα με αυτή την ερώτηση με τους φοιτητές μου στο μάθημα των «ευρωπαϊκών πολιτικών». Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν 60% υπέρ του μικρού δημόσιου τομέα και χαμηλής φορολογίας. Αυτό το θέμα είναι πιστεύω το σοβαρότερο που πρέπει να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνίες και πολίτες.
Κάποτε ο Άγιος Βασίλης έφερνε δώρα στα παιδιά και τα παιδιά τον αγαπούσαν. Οι πολιτικοί στις αναπτυγμένες δημοκρατίες της Δύσης ζήλεψαν τον Άγιο Βασίλη και αποφάσισαν να κάνουν δώρα στους μεγάλους, πολίτες-ψηφοφόρους των χωρών
τους για να τα ους αγαπούν και να τους ψηφίζουν. Τα δώρα τους τα ονόμασαν παροχές και κοινωνικό κράτος κι επειδή δεν θα ήταν δώρα αν οι πολίτες τα πλήρωναν με φόρους, ανακάλυψαν έναν μαγικό τρόπο και μαγικό τόπο για να τα κάνουν. Ο τρόπος ονομαζόταν κρατικά ομόλογα και ο τόπος αγορές και χρηματιστήρια. Οι πολιτικοί μέσω των κυβερνήσεων τους έδιναν τα μαγικά χαρτιά-(τώρα πια ηλεκτρονικά) ομόλογα στις αγορές, έπαιρναν χρήματα και έκαναν δώρα στους πολίτες που τους ψηφίζουν και έτσι όλοι ήταν ευχαριστημένοι. Αλλά επειδή ούτε τα μάγια δεν ήταν δωρεάν οι αγορές ζήταγαν και εκείνες ένα δώρο από τους πολιτικούς που το ονόμαζαν επιτόκιο. Για πολλές δεκαετίες όλα πήγαιναν καλά και κανείς δεν ανησυχούσε παρόλο που τα ομόλογα πλήθαιναν και σχημάτιζαν ένα παράξενο βουνό που το ονόμαζαν δημόσιο χρέος και ανάλογα μεγάλωναν και τα δώρα (τόκοι) που έπρεπε να πληρώνουν στις αγορές, παρόλο που ένας Βρετανός κύριος, ο Ντέιβιντ Ρικάρντο, είχε προειδοποιήσει ήδη στις αρχές του 19ου αιώνα πως το δημόσιο χρέος σήμερα ισούται με τους φόρους του αύριο ( Η πασίγνωστη στους οικονομολόγους ως ρικαρντιανή ισοδυναμία). Ώσπου στις ημέρες μας οι πολιτικοί μιας μικρής χώρας ξύπνησαν και διαπίστωσαν πως τα μάγια είχαν μεταβληθεί σε εφιάλτη και πως η χώρα δεν άντεχε πια να πληρώνει όλο και περισσότερα στις αγορές. Έτσι, το κράτος Άγιος Βασίλης αναγκάστηκε να αλλάξει και να μεταβληθεί σε κράτος φοροεισπράκτορα, προσπαθώντας να βρει λεφτά (που δεν υπήρχαν) με κάθε τρόπο όπως το είχε προβλέψει ο καλός Ρικάρντο. Κι επειδή οι κανονικοί τρόποι δεν αρκούσαν, το κράτος, από Άγιος Βασίλης, μεταβλήθηκε σε ληστή, προσπαθώντας να αρπάξει ακόμα και τις περιουσίες των κατοίκων του με ένα νέο μαγικό τρόπο που το ονόμασαν τέλος περιουσίας. Και ως ληστής δεν το ζητούσε με καλό τρόπο αλλά με απειλή πως θα του κόψει το φως και θα τους γύριζε στο σκοτάδι του Μεσαίωνα (στην μικρή χώρα το κράτος ληστής εμφανίσθηκε με την πληθωρική μορφή του κύριου Βενιζέλου, ο οποίος για να καθησυχάσει τους πολίτες δεν είχανε ευκαιρία να διαλαλήσει πως γνώριζε πως τους αδικεί). Όταν όμως οι αγορές διαπίστωσαν την αληθινή κατάσταση που επικρατούσε στο μικρό κράτος, άρχισαν να ανησυχούν και για τα άλλα και να ζητούν εξασφαλίσεις και υψηλότερα επιτόκια από όλους, ακόμα και από τα σπουδαία κράτη όπου βασίλευαν ο τσάρος Νικόλαος και η βασίλισσα Αγγελική. Το «ηθικό δίδαγμα» της ιστορίας είναι πως το υπόδειγμα του κοινωνικού κράτους με δανεικά έχει τελειώσει. Όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε, Έλληνες, Ευρωπαίοι, Αμερικανοί, Ιάπωνες κλπ τόσο πιο εύκολα θα προσαρμοστούμε και θα αναζητήσουμε νέο υπόδειγμα που θα είναι βιώσιμο. Και το μεγαλύτερο ερώτημα το οποίο πρέπει να απαντήσουμε είναι το μέγεθος του δημοσίου τομέα που επιθυμούμε. Αν το θέταμε ως δημοψήφισμα, το ερώτημα θα μπορούσε να είναι: «Επιθυμείτε μεγάλο δημόσιο τομέα με ανάλογα υψηλή φορολογία, ή μικρότερο με χαμηλότερη φορολογία;» Κάναμε εικονικό δημοψήφισμα με αυτή την ερώτηση με τους φοιτητές μου στο μάθημα των «ευρωπαϊκών πολιτικών». Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν 60% υπέρ του μικρού δημόσιου τομέα και χαμηλής φορολογίας. Αυτό το θέμα είναι πιστεύω το σοβαρότερο που πρέπει να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνίες και πολίτες.