Πανηγύρια της "Αγίας Κρίσης"

Της Καρολίνας Παπακώστα
Κάθε φορά που της τηλεφωνούσα ετοιµαζόταν για κάποιο πανηγύρι. Το couleur locale ήταν το νέο της «κόλληµα». Η µέχρι πρότινος επαφή της µε την αθάνατη ελληνική επαρχία περιοριζόταν σε κάτι επισκέψεις σε συγγενείς. Ούτε καν ο πατέρας της δεν είχε µεγαλώσει εκεί.Τα µεσηµεριανά πανηγύρια είναι το must έµαθα φέτος. Η προσέλευση αρχίζει στη µία το µεσηµέρι. Κορυφώνεται στις τέσσερις το απόγευµα. Το γλέντι κρατά µέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες της εποµένης. Εντάξει, αυτά τα περί πλαστικής καρέκλας, ξύλινων πάγκων, κατσικιού και χωριάτικης τα αναφέρουν όλες οι διηγήσεις. Οµως ο χαµός, λέει, γίνεται όταν βγαίνουν τα συκωτάκια. Ρas mal… Κανείς δεν «ξουριάζει» εκείνη την ώρα.

Σε µετάφραση: δεν εγκαταλείπει το γλέντι. Ετυµολογική ανάλυση; Προέρχεται από τη λέξη εξορία. Εκτός αν «ρουµανιάζει», κάνει δηλαδή σεξ µέσα στο δάσος (ρουµάνι = δάσος). Το dress-code επιβάλλει συνολάκι παραλίας και σαγιονάρα. Παρότι κατά την αποχώρηση οι περισσότεροι αναθεµατίζουν την ώρα και τη στιγµή που κατέληξαν σαν πρωτάρηδες στις συγκεκριµένες στυλιστικές επιλογές. Το χώµα έχει καλύψει κάθε σπιθαµή του σώµατός τους. «Αν έχω απορίες, µου επισηµαίνει, µπορώ να µπω στο ΥouΤube για να πάρω µια γεύση του διονυσιακού σκηνικού. Είτε λατρεύεις είτε απεχθάνεσαι τα πανηγύρια. Δεν υπάρχει ενδιάµεσο στάδιο. Συµφωνώ, αν και συντάσσοµαι µε το δεύτερο στρατόπεδο, των αλλεργικών στο υπαίθριο ξεφάντωµα. Μια µικρή λεπτοµέρεια όµως των περιγραφών της ήταν η εξήγηση για το φετινό τους σουξέ. Εξι ευρώ ένα λίτρο κρασί, όσα δηλαδή ένα ποτηράκι στα µπαρ της Αθήνας και των κυριλέ προορισµών. Μου τα έλεγε ο Τάσος από τον χειµώνα: «Αυτή η κρίση θα µας γυρίσει στη δεκαετία του ’50. Θα µάθουµε να ζούµε _ και να µεθάµε φθηνά _ όπως τότε».

Πηγή: "ΤΑ ΝΕΑ"