Έφευγες από κοντά του ευτυχισμένος!

Του π. Ηλία Μάκου

Πηγή: ekklisiaonline.gr

Ήταν απόγευμα Αυγούστου, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και μ' έναν φίλο μας είχαμε βρεθεί, λαϊκοί τότε και σε νεαρή ηλικία, στα Κατουνάκια (Σκήτη) του Αγίου Όρους. 

Ήθελε ο συνοδοιπόρος μας, φοιτητής ήταν και αυτός, να πάρει την ευχή του γέροντα Εφραίμ, ο οποίος ανακηρύχθηκε, μετά την κοίμησή του, άγιος και η μνήμη του εορτάζεται στις 27 Φεβρουαρίου, προκειμένου να ενισχυθεί πνευματικά για την εξεταστική του Σεπτεμβρίου.

Μάλιστα εκείνη την στιγμή, που φτάναμε καταϊδρωμένοι από την ανηφόρα, είχαμε ξεκινήσει μεσημεριάτικα με τα πόδια από τη Νέα Σκήτη, ακούσαμε την καμπάνα  να αντηχεί της πίστης μας την παρήγορη φωνή. 

Μετά το απόδειπνο, ο φίλος μου ζήτησε να φιλήσει το χέρι του γέροντα Εφραίμ και να έχει μαζί του μια μικρή συζήτηση. 

Του είπαν ότι είναι ασθενής και στο κρεβάτι και θα τον ρωτήσουν αν μπορεί να τον δει. Τέσσερα πέντε χρόνια αργότερα, περί το 1996, έπαθε ισχυρό εγκεφαλικό επεισόδιο και έμεινε, μέχρι το 1998, που επήλθε ο θάνατός του, σε τέλεια ακινησία, αφωνία και αδυναμία κατάποσης. Παρ΄όλα ταύτα, όμως, χαμογελούσε σε όλους, ακόμη και ανάμεσα στα βογγητά του! 

Όντως τον δέχθηκε και εμείς περιμέναμε έξω, μέσα στη μαγευτική και σφριγηλή φύση, μακριά από την ανιαρή του κόσμου τύρβη. 

Μόλις βγήκε ο φίλος μας από το κελάκι του γέροντα Εφραίμ είχε μια εξαιρετική συγκίνηση, που μας προξένησε βαθιά εντύπωση.

Αλλά, όταν, στη συνέχεια, βρεθήκαμε και μεις δίπλα στον γέροντα Εφραίμ και του φιλήσαμε το χέρι, καταλάβαμε τι ένιωσε ο φίλος μας.  

Γιατί και εμάς, μόλις τον κοιτάξαμε στα μάτια, μας διαπέρασε μια μελωδική και γλυκύτατη αίσθηση και η ψυχή έλεγε μυστικά: "Άγιος, άγιος, άγιος....". 

Καθόταν στο κρεβάτι σκυφτός, με τα πόδια χαμηλά στο πάτωμα και την πλάτη στηριγμένη σε μαξιλάρια, μια στάση, που ήταν η αγαπημένη του  σε ώρα προσευχής. 

Δεν μετρήσαμε τον χρόνο της συζήτησής μας. Ήμασταν σε διάλογο για τον αιώνιο Θεό. Κι εμείς πασχίζαμε  να τον αγγίξουμε μέσω του χαριτωμένου γέροντος Εφραίμ. Το ρολόι δεν είχε καμία σχέση με αυτή μας την αναζήτηση.

Πολλά ακούσαμε γι' αυτόν τα μετέπειτα χρόνια...

Ότι είχε συνδεθεί στενά με τον γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή, ο οποίος ήταν δάσκαλος του μοναχισμού, και ακολούθησε τη νοερή ησυχία και προσευχή, που του δίδαξε.

Ότι ήταν τόσο απλός και ταπεινός, που δεν άφηνεούτε ίχνος κενοδοξίας να ριζώσει μέσα του. Μάλιστα θύμωνε όταν τον επαινούσαν.

Ότι από την πρώτη θεία λειτουργία, που τέλεσε, διέκρινε, μετά τον καθαγιασμό τον Τιμίων Δώρων, τον ίδιο τον Χριστό μπροστά του και δεξιά και αριστερά του να συλλειτουργούν άγγελοι, κάτι, το οποίο τον έκανε να δακρύζει ασταμάτητα. 

Ότι είχε τη δυνατότητα να διεισδύει στο εσωτερικό των ανθρώπων, να βλέπει την κατάστασή τους, να προβλέπει το μέλλον τους και να τους δίνει τις κατάλληλες συμβουλές για τη θεραπεία της ψυχής τους, χωρίς να έχει ψυχολογικές ή φιλοσοφικές γνώσεις. 

Ότι όταν τον ρώτησαν πως εξηγείται η ευωδιά των αγίων λειψάνων, αυτός προσευχήθηκε μπροστά τους και εκείνοι την ένιωσαν, αφήνοντας στο Θεό να τους απαντήσει.

Ότι όταν πήγαιναν σ' αυτόν κακοί και πονηροί και άπιστοι, ένιωθε μια πικρίλα και μια δυσωδία. 

Ότι ωθούσε πολλούς νέους στο γάμο, κάνοντας τους να ξεπεράσουν τους δισταγμούς τους.   

Ο όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης υπήρξε μια σεμνή και επιβλητική συνάμα φυσιογνωμία, που και το βλέμμα του και η έκφραση του προσώπου του και τα λόγια του ήταν αδιάψευστοι μάρτυρες της αγιότητάς του. 

Μας έλεγε κληρικός, που τον είχε επισκεφθεί πολλάκις, ότι, μετά από κάθε συνάντηση μαζί του συλλογιζόταν τι θα ήταν η Ορθόδοξη Εκκλησία αν είχε πολλούς τέτοιους γεροντάδες. 

Έμπαινε στην καρδιά των άλλων και την ερευνούσε με μεθοδικότητα και αγάπη. Αποσφράγιζε το κενό της και έβρισκε την άκρη του σκοτεινού λαβύρινθου και την έκανε φωτεινή. Η διδαχή του γινόταν μύηση. 

Η παρουσία του ήταν μια μια φανέρωση, μια ανακάλυψη ότι δεν κάνουμε βήματα σπασμωδικά και προβληματικά σε μια έρημη πορεία, αλλά οδοιπορούμε με τη συντροφιά και την προστασία του Θεού. 

Η ζωή του κύλησε με μια δροσερότητα, που αναζωογονούσε και γέμιζε τους ανθρώπους και αντικαθιστούσε στην ψυχή τους το παλαιό και ξεπερασμένο υλικό. Έφευγες από κοντά του ευτυχισμένος.