Φωταγωγήθηκαν ερείπια μεσοβυζαντινού Ναού στον μυθικό ποταμό Αχέροντα
Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος | Romfea.gr
Ερείπια μεσοβυζαντινού ναού, συγκεκριμένα τρίκλητης, ξυλόστεγης βασιλικής, που οικοδομήθηκε πιθανώς κατά τον 10ο -12ο αιώνα, στη θέση κτίσματος αδιευκρίνιστου χαρακτήρα των παλαιοχριστιανικών χρόνων (4ος - 6ος αι.), σώζονται στη Γλυκή Σουλίου, κοντά στο μυθικό ποταμό Αχέορντα.
Αυτά τα ερείπια φωταγωγήθηκαν, προκειμένου ο χώρος να αναδειχθεί και να προβληθεί στα πλαίσια στοχευμένου θρησκευτικού και αρχαιολογικού τουρισμού.
Το έργο, αφού η μελέτη εγκρίθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Θεσπρωτίας, η οποία είχε και την επιστημονική καθοδήγηση, υλοποιήθηκε από το δήμο Σουλίου.
Τα ερείπια αυτά, σε μια εποχή, όπως η σημερινή, συντηρούν στο πέρασμα των αιώνων την αυθεντικότητα και την ακεραιότητα της χριστιανικής πίστης. Και δίνουν στον καθένα από μας το μήνυμα ότι πρέπει κάθε ώρα και κάθε στιγμή να επιβεβαιώνουμε τη χριστιανικότητά μας, να επιβεβαιώνουμε τη σπουδαία κλήση του Θεού.
Ο Χριστός μας θέλει σε διαρκή ενέργεια και όχι σε επιθανάτια κατάσταση. Μέσα από τα βάθη του χρόνου επιβεβαιώνεται ότι η πίστη είναι η μόνη γλώσσα, η μόνη θυσία και η μόνη προσφορά, που αναγνωρίζει ο Χριστός.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ
Κατά τη μακραίωνη διάρκεια χρήσης του, ο ναός γνώρισε πολλαπλές επισκευές και προσθήκες. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι η κατασκευή πρόθεσης με ημικυκλική αψίδα, που εξέχει μαζί με την τρίπλευρη αψίδα του ιερού προς τα ανατολικά, καθώς και η ενίσχυση των τοιχοποιιών του κατά το 17ο - 18ο αι. με ισχυρές εσωτερικές και εξωτερικές αντηρίδες.
Τα νεότερα χρόνια, στο χώρο του αγίου βήματος χτίστηκε μικρή εκκλησία, αφιερωμένη στην Παναγία.
Οι τοίχοι του κτίσματος των βυζαντινών χρόνων είναι κατασκευασμένοι κατά το αμελές πλινθοπερίκλειστο σύστημα, από μεγάλους λίθους, μεταξύ των οποίων παρεμβάλλονται μία ή δύο σειρές πλίνθων. Οι μεταγενέστερες προσθήκες, αντίθετα, είναι με αργούς λίθους και ισχυρό κονίαμα.
Σύμφωνα με εργασία του διακεκριμένου αρχαιολόγου Δημ. Πάλλα το 1954, «η βυζαντινή βασιλική δεν δύναται να ταυτισθή προς την παλαιοχριστιανικήν βασιλικήν του Αγίου Δονάτου, ως εσφαλμένως μέχρι τούδε επιστεύετο, έφερον όμως συγχρόνως εις φως και παλαιοχριστιανικόν και έτι αρχαιότερον υλικόν, όπερ πιθανώτατα προέρχεται εξ αρχαιοτέρων οικοδομημάτων της περιοχής.
Εκ του υλικού τούτου το μεν παλαιοχριστιανικόν δεν αποκλείεται να προέρχεται εκ της θεοδοσιανής βασιλικής του Δονάτου, το δ' έτι αρχαιότερον, χρησιμοποιηθέν, ως φαίνεται, και κατά τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους εκ δευτέρου, δεν αποκλείεται να προέρχεται εκ του αρχαίου Ομφαλίου, του οποίου την παραχώρησιν εκ μέρους του Μ. Θεοδοσίου επέτυχεν ο Δονάτος διά να κτίση επί τούτου την εκκλησίαν, εις την ανεύρεσιν δε της οποίας κατά κύριον λόγον αποσκοπούν αι ανασκαφαί του Γλυκέος».
ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ
Ατενίζοντας κανείς τα ερείπια, όπου εκατοντάδες έτη πριν, κατατέθηκε η αγάπη στο Χριστό των ανθρώπων, αισθάνεται και το αισθάνεται βαθιά ότι ακολουθώ το Χριστό σημαίνει ότι οι λογισμοί μου, τα λόγια μου, οι διαθέσεις της ψυχής μου, η όλη βιωτή μου, δεν λειτουργούν κατά το δοκούν, αλλά κατά το θέλημα του Θεού.
Έτσι η καρδιά μας γαληνεύει, και νιώθουμε ότι βρισκόμαστε στο ηλιόλουστο περιβάλλον μιας ουράνιας παρουσίας, αν και πατάμε πάνω σε γήινα απομεινάρια.
Κυριαρχεί στο πνεύμα μας ο μεταμορφωτικός και αναστάσιμος χαρακτήρας της χριστιανικής πίστης μακριά από οποιοδήποτε ανθρωποκεντρικό συγκρητισμό ή αυστηρά ορθολογική προσέγγιση, που απαξιώνει, αποϊεροποιεί και αμφισβητεί τα προστάγματα της συνείδησης.
Ο εσωτερικός αυτός ανακαινισμός, μέσα σ΄ ένα χώρο με τις φανερές ή μυστικές επιρροές από το Ορθόδοξο παρελθόν, αποτελεί καρπό της μυστηριακής καθαρότητας του πιστού.
Πηγή: romfea
Πηγή: romfea