Την άγνωστη ιστορία του Παύλου Μελά και της οικογενείας του, αποκαλύπτει ντοκουμέντο που ήλθε στο φως της δημοσιότητος από την εκκλησία όπου βαπτίσθηκε, στην Μασσαλία. Για πρώτη φορά η ορθόδοξη ελληνική εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου απεκάλυψε το πιστοποιητικό βαπτίσεως του Παύλου Μελά, η οικογένεια του οποίου είχε καταφύγει στην γαλλική πόλη για να ξεφύγει από τον τουρκικό ζυγό στην Ήπειρο. Γράφει το πιστοποιητικό: Παύλος υιός Μιχαήλ και Ελένης Μελά εγεννήθη τήν 30/12 Απριλίου 1870 ήμερα Τετάρτη και εβαπτίσθη 29/11 Ιουλίου Τρίτην, ανάδοχος η μήτηρ του κα Ελένη Μελά. Θ. Παντελίδης". Στην πόλη όπου την περίοδο εκείνη διέμεναν χιλιάδες Έλληνες, ο Παύλος Μελάς πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Οι πρόγονοι του Παύλου Μελά, κυνηγημένοι από τους Τούρκους, βρήκαν καταφύγιο στην Μασσαλία. Στην πόλη αυτή λοιπόν εγεννήθη στις 30 Μαρτίου του 1870 και εβαπτίσθη στις 29 Νοεμβρίου του ιδίου έτους, με ανάδοχο την μητέρα του Ελένη Μελά στην ίδια εκκλησία. Ο Ηπειρώτικης καταγωγής (από τον Παρακάλαμο Ιωαννίνων) πατέρας του Παύλου Μελά ασχολήθηκε στην Μασσαλία με το εμπόριο και απέκτησε μεγάλη περιουσία. Ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, διέθεσε την περιουσία του στην υπηρεσία της «Μεγάλης Ιδέας» κι έγινε ο πιο σημαντικός υποστηρικτής όλων των επαναστατικών κινημάτων που είχαν ως στόχο την προσάρτηση των ελληνικών πληθυσμών της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Κρήτης στην Ελλάδα. Υπήρξε δραστήριο μέλος της Εθνικής Εταιρείας, μιάς μυστικής οργανώσεως, που είχε ως σκοπό την αναζωπύρωση του εθνικού φρονήματος και την απελευθέρωση των υποδούλων Ελλήνων. Δέχθηκε έντονη επιρροή να ασχοληθεί με την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τον πεθερό του, τον Στέφανο Δραγούμη, ενώ είχε άμεση πληροφόρηση από τον αδελφό της συζύγου του, Ίωνα Δραγούμη, που εκείνη την περίοδο υπηρετούσε ως υποπρόξενος στο Μοναστήρι. Στις 27 Αυγούστου του 1904 η Μακεδονική Επιτροπή της Αθήνας επέλεξε επισήμως τον Παύλο Μελά Αρχηγό των Ανεξαρτήτων Σωμάτων της Περιφερείας Μακεδονίας (Μοναστήρι και Καστοριά). Έτσι σχημάτισε ένα σώμα ανταρτών Μακεδόνων, Μανιατών και Κρητικών, οι οποίοι φορούσαν τον περίφημο παραδοσιακό ντουλαμά και την φουστανέλλα. Κατά την διάρκεια του αγώνος πήρε το ψευδώνυμο «Καπετάν Μίκης Ζέζας». Έχασε την ζωή του πολεμώντας στις 26 Οκτωβρίου 1904 (13 Οκτωβρίου με το Ιουλιανό ημερολόγιο), σε ηλικία μόλις 34 ετών. Ο θάνατός του συνέβαλε στην ανάδειξή του ως θρυλικού ήρωος, με μεγάλο αντίκτυπο στην κοινή γνώμη. Οι καμπάνες ήχησαν πένθιμα προς τιμήν του σε ολόκληρη την χώρα. Η θυσία του σηματοδότησε ουσιαστικώς την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνος, που εκορυφώθη με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913.