Κοινή εθνική γραμμή στο Βορειοηπειρωτικό, προτείνει ο Αν. Μπέζας, με αφορμή την εκτέλεση Βορειοηπειρώτη


Κοινή εθνική γραμμή στο Βορειοηπειρωτικό, προτείνει ο πρώην υφυπουργός και βουλευτής Αντώνης  Αντώνης Μπέζας, με αφορμή  με αφορμή την εκτέλεση  του ομογενή Κωνσταντίνου Κατσίφα. Συγκεκριμένα σε δήλωσή του ανέφερε: «Αυτό που συνέβη έχει έναν ιδιαίτερο συμβολισμό. Την ημέρα που οι Έλληνες σε όλο τον κόσμο γιόρταζαν το ηρωικό «Όχι» και  στο νεκροταφείο των πεσόντων του Αλβανικού έπους στους Βουλιαράτες πραγματοποιείτο επίσημη τελετή  με τη συμμετοχή εκπροσώπων της Ελληνικής Μειονότητας και της Ελληνικής  Κυβέρνησης, λίγα μέτρα πιο μακριά,  ο Κωνσταντίνος Κατσίφας   πλήρωσε με  τη ζωή του τη χρήση  των εθνικών   μας συμβόλων, μια χρήση που είναι κατοχυρωμένη στις μειονοτικές περιοχές.
Πρόκειται για  ένα απαράδεκτο και  καταδικαστέο γεγονός,    που  στο πλαίσιο μιας κρατικής πολιτικής προώθησης της ιδέας της «Μεγάλης Αλβανίας», είχε σαν θύμα  όχι μόνο ένα νέο άνθρωπο αλλά το μέλλον και την προοπτική της ίδιας της Μειονότητας.
Ακόμη και αν υιοθετηθούν οι ισχυρισμοί  της Αλβανικής Αστυνομίας,  σε μεμονωμένα και μικρής σημασίας περιστατικά,  όπως το συγκεκριμένο, χρησιμοποιούνται  πρωτόκολλα  και πρακτικές διαπραγμάτευσης, ακινητοποίησης και αφοπλισμού,  ώστε να μη χρειάζεται   τέτοιου είδους επέμβαση ειδικών δυνάμεων.
Γι’ αυτό το λόγο και επειδή το συγκεκριμένο περιστατικό αφορά σε  μέλος της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας και  επηρεάζει τις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών, η Ελλάδα θα πρέπει να απαιτήσει δίκαιη, αδιάβλητη και εμπεριστατωμένη  δικαστική διερεύνηση των πραγματικών περιστατικών με τη συμμετοχή ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων  και  στη συνέχεια απόδοση ευθυνών όπου υπάρχουν.
Στην κατεύθυνση αυτή,  οι δηλώσεις της αλβανικής πολιτικής ηγεσίας, του πρωθυπουργού Έντι Ράμα και του υπουργού Εξωτερικών Ντιτμίρ Μπουσάτι, αποτελούν ξεκάθαρη  προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων και χειραγώγησης  της όποια διαδικασίας διαλεύκανσης. Ποιος  δικαστικός λειτουργός στην Αλβανία, που δεν είναι κανονική  ευρωπαϊκή  χώρα,  θα αναδείξει την αλήθεια, αν  αυτή είναι διαφορετική από αυτή που ισχυρίζεται ότι είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός;
Είναι πολύς καιρός που  υπάρχει  βεβαρυμμένο κλίμα στο  βορειοηπειρωτικό ελληνισμό.  Στη δολοφονία, πριν από λίγα χρόνια,  του Αριστοτέλη Γκούμα έχουν προστεθεί  οι  καθημερινοί εκβιασμοί, οι απολύσεις  δημοσίων υπαλλήλων ελληνικής καταγωγής, οι προσβολές κατά της σημαίας, οι  ανιστόρητες διεκδικήσεις των Τσάμηδων, οι συνεχείς εποικισμοί, οι προκλήσεις με  ανθελληνικά σχολικά βιβλία, οι προσπάθειες σφετερισμού των ελληνικών περιουσιών, η παράνομη παρακράτηση χώρων λατρείας, η ανυπαρξία αξιόπιστης απογραφής  και γενικά  η επιμονή της Αλβανικής Κυβέρνησης να μην αποδίδει στην Ελληνική Μειονότητα τα  δικαιώματα που προβλέπονται από  τις διεθνείς συνθήκες, τις οποίες  η ίδια έχει αποδεχθεί.
Πριν από μερικούς μήνες, ο απελθών υπουργός Εξωτερικών κ. Κοτζιάς  άνοιξε από το πουθενά θέμα «διευθετήσεων» με την Αλβανία. Η κυβέρνηση Τσίπρα- Καμένου,  προκειμένου να κρατηθεί στην εξουσία, δίνει τα πάντα στο όνομα ενός δήθεν διεθνισμού που επιδιώκει να λύονται ακόμη και  προβλήματα που δεν υπάρχουν.
Συζητήσεις με την Αλβανία μπορούμε να έχουμε  μόνο όταν η ίδια  γίνει   κράτος  δικαίου και δεν αρνείται στην οικογένεια του αδικοχαμένου  Κωνσταντίνου Κατσίφα να υποβάλλει μήνυση  για να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Όταν πάψει να θέτει  θέμα Τσαμουριάς , όταν σταματήσει  να ισχυρίζεται  ότι οι  χιλιάδες  Αλβανοί  που (καλώς)  ζουν στην Ελλάδα αποτελούν καταπιεσμένη μειονότητα, και κυρίως, όταν  σεβαστεί  τις  συμβάσεις και το διεθνές δίκαιο  και διασφαλίσει τα δικαιώματα της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας στη Βόρειο Ήπειρο.
Μπροστά σ’ ένα τέτοιο γεγονός πρέπει  όλοι να ομονοούμε και να έχουμε μια κοινή εθνική γραμμή. Ούτε χλιαρή αντιμετώπιση χρειάζεται, ούτε εθνικιστικές ακρότητες, ούτε  ψευτο-προδευτικές διαρροές και  παραπληροφόρηση, στην οποία δυστυχώς παρασύρθηκε, ως μη όφειλε και όντας αναρμόδια,  η ηγεσία της  Ελληνικής Αστυνομίας.
Υπάρχει η μέση απάντηση σε όλα αυτά. Υπάρχει ο δρόμος  της νηφαλιότητας, της νομιμότητας και των ευρωπαϊκών αρχών και ιδεών  αλλά και της αποφασιστικότητας στην υπεράσπιση του ελληνισμού, όπου αυτός ζει, και ειδικά στις πατρογονικές του εστίες».