Ημέρα, που μπήκαν οι συντάξεις, και η γιαγιά σε σούπερ μάρκετ της Ηγουμενίτσας, γέμισε ένα ολόκληρο καλάθι με τα πράγματα, πολλά πράγματα, πολλών ημερών. Και πήγε στο ταμείο, για να πληρώσει. Η ουρά πίσω της ήταν μεγάλη. Αφού η ταμίας "πέρασε" ένα ένα τα προϊόντα στο ταμείο, η γιαγιά έδωσε τη χρεωστική της κάρτα, για να πληρώσει. Και διαπιστώνει, ότι η κάρτα ήταν άδεια. Δεν είχαν μπει τα χρήματα της σύνταξης, ίσως να έμπαιναν λίγες ώρες αργότερα την ίδια μέρα. Η γιαγιά ένιωσε ότι ντροπιάστηκε, χαντακώθηκα η μαύρη", είπε, γιατί δεν είχε μετρητά, ενώ η ταμίας στεναχωρήθηκε και δαγκώθηκε, όχι γιατί είχε να ξεχρεώσει και να επιστρέψει πίσω, στα ράφια και στα ψυγεία, ένα σωρό πράγματα, αλλά, γιατί η γιαγιά είχε φύγει, χωρίς να μπορέσει να πάρει ούτε ένα γιαουρτάκι.