Τι έχει απομείνει από το παλαιό Σούλι...

Πλησιάζαμε στο αγάλματα των ηρώων του Σουλίου, νιώθοντας την ιερότητα του χώρου και την ίδια στιγμή διατάρασσαν τη σιωπή  τα γαυγίσματα των σκύλων.  Τα κοπάδια με τα γίδια ροβόλησαν απ’ τα χαλάσματα της Κιάφας και του Κάστρου, κτηνοτρόφοι φανερώθηκαν, η θειά ξεπρόβαλε κατεβαίνοντας από την καλύβα. Πώς και μας θυμηθήκατε; ήταν η ερώτησή τους; Είπαμε να αναπνεύσουμε λίγο το σουλιώτικο αγέρα, ήταν η απάντησή μας. Απ’ όλο το παλιό Τετραχώρι, που αποτελούνταν από τα τέσσερα αρχικά χωριά, που ήτα το Σούλι, το Αβαρίκο, μετά η Κιάφα και η Σαμονίβα,  κάτοικοι ζουν σήμερα μόνο στο χωριό Σαμονίβα. Τα ζώα βοσκούν ανάμεσα στα ερείπια και στο διάσελο μαζεύονται για το νερό του πηγαδιού.  Από το υστέρημά τους έχουν επενδύσει χρήματα για να το επισκευάσουν, γιατί είναι λιγοστά τα πηγάδια που χρησιμοποιούνται σήμερα, καθώς «δεν τραβιούνται».  Στο Τετραχώρι παλιά υπήρχαν 400 πηγάδια -κάθε φάρα είχε το δικό της πηγάδι.  Σήμερα σώζονται μόνο 30.  Τα άλλα τα βούλωσαν, για να μην πνίγονται τα ζώα ή στέρεψαν αφού δεν τραβιόντουσαν. Όση ώρα ο ηλικιωμένος βοσκός έβγαζε νερό από ναπό το πηγάδι για τις να γεμίσει μ’ αυτό τις ποτίστρες, πιάσαμε την κουβέντα. "Είμαστε πολύ λίγοι και «ξεχασμένοι»",  ανέφερε απογοητευμένος. "Μήπως βγαίνει και τίποτα;  Λέγαμε να μας δώσει το κράτος την άδεια να οικοδομήσουμε τα ερείπιά μας, αλλά πού, φωνάζει η αρχαιολογία.  Και συνέχισε: "Μονο στις γιορτές Σουλίου μας θυμούνται. Όλο τον άλλο χρόνο το Σούλι είναι σαν νεκροταφείο, αφού τίποτα δεν στέκεται ικανό να το ξαναζωντανέψει". Και σχεδόν θυμωμένος, μονολόγησε: "Τα βαρεθήκαμε τα στεφάνια στους προγόνους μας.  Όταν ζεις στο βουνό καίγεσαι από άλλα βασικά.  Την παράδοση, την διατηρούμε εμείς που ζούμε εδώ.  Αν οι πρόγονοί μας και οι παππούληδές μας τίμησαν τον τόπο, εμείς απλά μια ανθρώπινη ζωή με γιατρό, τηλέφωνο, τηλεόραση, δρόμο. Θέλουμε πολλά;". Εδώ, υπήρξε το λίκνο της λευτεριάς και της αρετής, εδώ οξύνεται το πνεύμα και λεπτύνεται η ψυχή, με αμόνι το βράχο και τη θύμηση.