Κοιτάμε τα άστρα, κοιτάμε τον ουρανό, κοιτάμε τη φωτογραφία σου μικρέ Κωνσταντίνε, από την Παραμυθιά, μα δεν μπορούμε να σε δούμε. Δεν μπορούμε να διαπεράσουμε το βλέμμα μας στην καθαρή ψυχή σου. Και μαθαίνουμε, ότι έφυγες από τη ζωή, πριν καλά καλά ανατείλει για σένα και παρότι πάλαιψες παλληκαρίσια στα μαρμαρένια αλώνια. Αλλά τι θαυμαστό! Μεταμορφώθηκες σε αγγελούδι και δραπέτευσες από τη μιζέρια του κόσμου. Καταφύγιο θάβρεις στην παραδεισένια γαλήνη. Και αν όλα έχουν τελειώσει, ως όνειρο σιωπηλό, εσύ υπάρχεις... Ναι, υπάρχεις και καλά βαστάς! Στην
καρδιά και στο μυαλό μας... Όνειρα κάνε από την αρχή, το χαμόγελο να είναι πάντα χαραγμένο στα χείλη σου, όμορφα θα νιώσεις στου παραδείσου την αυγή. Την αγάπη μας, την ακουμπάμε σιμά σου, εκεί, που μέχρι πριν από λίγο, χτυπούσε η καρδιά σου. Αίνους σου ψάλλουμε συνεχώς, όσοι σε νιώσαμε δικό μας, καταδικό μας παιδί, έστω και αν δεν σε γνωρίσαμε, και ο μυρωμένος άνεμος της αγάπης μας φτάνει ως τις ψηλές δροσερές κορφές, όπου τώρα αναπαύεται η ψυχούλα σου... Κι νιώθουμε, πως μας αγγίζεις τρυφερά με το δικό σου χάδι, σαν μια αέρινη αναπνοή μέσα στο φως του ήλιου, μέσα στο δικό σου φως.