Του π. Ιωήλ κωνστάνταρου
Η προς Εφεσίους επιστολή, είναι και αυτή επιστολή της αιχμαλωσίας. Είναι δηλαδή επιστολή Θεόπνευστη, που ο κήρυκας της Οικουμένης την έγραψε κλεισμένος μέσα στην φυλακή της Ρώμης για την αγάπη και την δόξα του Κυρίου Ιησού. Ως γνήσιος Απόστολος και αυθεντικός εργάτης του Ιερού Ευαγγελίου αγωνιά, ώστε οι πιστοί στους οποίους κήρυξε και μόρφωσε τον Χριστό, να μην επιτρέψουν ανάμεσά τους να υπάρξουν ταραχές και σχίσματα, αλλά «να σπουδάσουν, να τηρούν την
ενότητα του Πνεύματος, εν τω συνδέσμω της ειρήνης» (Εφεσ. δ´, 3).Τούτο είναι το πρώτιστο, η ενότητα του Πνεύματος. Και όλα τα χαρίσματα αυτόν τον κύριο σκοπό εξυπηρετούν, όταν βέβαια λειτουργούν σωστά και όχι «ανταγωνιστικά». Όταν λειτουργούν προς οικοδομήν του σώματος της Εκκλησίας και όχι εγωιστικά. Διότι πράγματι, όλοι αποτελούμε, πρέπει να αποτελούμε, «ένα σώμα» με ένα «Πνεύμα» που να ζωοποιεί και να συντηρεί το πνευματικό αυτό σώμα. Μία ελπίδα» να έχουμε όλοι όσοι έχουμε κληθεί από τον Θεό. Την ελπίδα της κατακτήσεως της Βασιλείας του Του και της μετοχής στην θριαμβεύουσα Εκκλησία του Του. Και φυσικά δεν μπορεί κανείς να αποτελέσει μέλος της θριαμβεύουσας Εκκλησίας στην άλλη ζωή, αν πρώτα δεν αποτελεί γνήσιο, ζωντανό και συνειδητό μέλος της στρατευομένης Εκκλησίας μας που ήδη βιώνει τον θρίαμβο και σε αυτήν τη ζωή.
Εξάλλου Ένας και μοναδικός είναι ο Κύριος. Μία η Πίστις που μας ενώνει. Ένα το βάπτισμα που έχουμε λάβει. Ένας είναι ο Θεός και Πατήρ μας, που κυριαρχεί επάνω σε όλους τους πιστούς και του οποίου η δύναμις διαχέεται μέσω των μελών της Εκκλησίας εις τους εκτός Εκκλησίας και εις τον κόσμον και ο οποίος κατοικεί μέσα σε όλους μας. Για αυτό λοιπόν, πρέπει να είμαστε όλοι ένα.
Και φυσικά όλα αυτά κατορθώνονται με την Χάρη του Θεού, πρωτίστως, όταν οι πιστοί περιπατούμε «αξίως της κλήσεως», κατά τρόπο δηλαδή άξιο της υψηλής κλήσεως στην οποία προσκληθήκαμε από τον Θεό.
Οπωσδήποτε, η ευλογημένη αυτή κατάσταση συνεπάγεται συνειδητό και έντονο πνευματικό αγώνα. Αγώνα και καλλιέργεια των αρετών της ταπεινοφροσύνης, της πραότητας, της μακροθυμίας και κυρίως την δύναμη της αγάπης, όταν ο ένας ανέχεται τα ελαττώματα του άλλου.
Και ενώ έτσι πρέπει να έχουν τα πράγματα και έτσι να γίνεται, δυστυχώς όμως, επάνω στα πράγματα και μέσα στην πολύπλοκη καθημερινότητα που ζούμε, με πίκρα διαπιστώνουμε να συμβαίνει κάτι το διαφορετικό.
Βλέπουμε την ενότητα, που όταν επικρατεί σκορπίζει τόσες ευλογίες, ορισμένες φορές να φυγαδεύεται, ίσως ανεπιστρεπτί, διότι ξεχνούμε την κλήση μας. Λησμονούμε ότι η ενότητα δεν έρχεται «ως δια μαγείας», αλλά απαιτεί τον παραμερισμό των παθών μας. Χρειάζεται το ξεκαθάρισμα των αγκαθιών και των κακιών μας και επιβάλλεται να θέσουμε ως βάση της συμπεριφοράς μας και γενικότερα της πολιτείας μας την αρετή της ταπεινοφροσύνης, η οποία θα κάνει την ψυχή μας υποχωρητική και κυρίως δεκτική της Θείας Χάριτος.
Αρκετές φορές απαιτούμε από τους «μεγάλους» των εθνών να δείξουν στην πράξη εκείνο που εμείς οι ίδιοι αρνούμαστε να εφαρμόσουμε μέσα στην ίδια την οικογένειά μας, ή στον περιορισμένο χώρο της εργασίας μας. Πόσο όμορφα όμως θα ήταν τα πράγματα εάν, παραλλήλως με τις «υψηλές μας απαιτήσεις», «σκάβαμε» μέσα στη συνείδησή μας και αρχίζαμε να σφυρηλατούμε τον κακό εαυτό μας.
Θα διερωτηθούμε όμως, στον χώρο της Εκκλησίας, χρειάζεται άραγε η αυτή διαγωγή που μας περιγράφει ο θείος Παύλος; Πράγματι, αν ρίξουμε μια σύντομη ματιά στις ενδοεκκλησιαστικές ταραχές και αγωνίες, αν μελετήσουμε κατόπιν τις αιτίες των δραματικών σχισμάτων και των δαιμονικών αιρέσεων, θα διαπιστώσουμε ότι όλα αυτά προκλήθηκαν διότι κάποιοι, από υπέρμετρο εγωισμό, δεν βάδισαν «αξίως της κλήσεως, ης εκλήθησαν», με αποτέλεσμα να συμπαρασύρουν μαζί και τους οπαδούς τους. Έτσι, διέρηξαν την ενότητα της Εκκλησίας και τον σύνδεσμο της ειρήνης, που εκφράζεται φυσικά ο σύνδεσμος αυτός κυρίως στην λειτουργική και λατρευτική μας ζωή, και απεκόπησαν από την Εκκλησία.
Αδελφοί μου· αποτελεί όντως μεγάλη αλήθεια η φράση ενός συγχρόνου Αγίου, ο οποίος, ερμηνεύοντας το σημερινό Αποστολικό μας Ανάγνωσμα, μεταξύ των άλλων, τόνισε: «Η Εκκλησία δεν φοβάται την αμαρτία (το σφάλλειν ανθρώπινον). Η Εκκλησία φοβάται τις διαιρέσεις και τα σχίσματα, τα οποία βάση τους έχουν τον δαιμονικό εγωισμό».
Άλλωστε η χρυσή σάλπιγγα της Εκκλησίας μας, ο ιερός Χρυσόστομος, εσάλπισε σε ανάλογη ομιλία του το εξής: «Προσοχή, διότι το σχίσμα ούτε και αυτό το αίμα του μαρτυρίου δεν δύναται να το ξεπλύνει».
Είθε να δώσει ο Θείος Δομήτωρ της Εκκλησίας μας να παραμένουμε ασάλευτοι στην ενότητα του Πνεύματος, εν τω συνδέσμω της ειρήνης, αλλά και όσοι βρίσκονται σε σχισματικές και αιρετικές καταστάσεις, σύντομα να επιστρέψουν στην μοναδική, στην στρατευομένη Ορθόδοξη Εκκλησία μας.