Του π. Ιωήλ Κωνστάνταρου
Ομολογουμένως, η Α΄ Οικουμενική
Σύνοδος αποτελεί μέγιστο σταθμό στην Εκκλησιαστική αλλά και στην Εθνική
μας Ιστορία. Υπήρξε η αρχή και η
καθιέρωσις του κορυφαίου θεσμού τής Ορθοδόξου Εκκλησιαστικής μας ζωής. Του θεσμού
των Οικουμενικών Συνόδων, που αποτελούν αδιαμφισβήτητη και απόλυτη ερμηνευτική
έκφραση
της Αποστολικής πίστεως και παραδόσεως. Και ναι μεν η Σύνοδος αυτή συνήλθε
για να αντιμετωπίσει τη μεγάλη και μανιώδη αίρεση του αρειανισμού, που όντως
είχε συγκλονίσει την Εκκλησία.
Αλλά και οι άλλες Οικουμενικές
Σύνοδοι, σκοπό είχαν να αντιμετωπίσουν συγκεκριμένες πλάνες και αιρέσεις, που
τις εξέφραζαν συγκεκριμένα πρόσωπα.
Είναι όμως ανάγκη στο σημείο αυτό
που βρισκόμαστε, να διευκρινιστεί και να τονιστεί μια μεγάλη και βασική
αλήθεια. Ότι η Οικουμενική Σύνοδος, δεν φέρει μια «νέα αλήθεια» η οποία δεν
υπήρχε μέχρι εκείνη τη στιγμή στην ζωή τής Εκκλησίας. Όχι, αυτή είναι μια πλάνη
τού παπισμού που πρεσβεύει ότι η αλήθεια, προϊόντος τού χρόνου, βελτιώνεται.
Ουδέποτε η Ορθόδοξος Εκκλησία μας
εκήρυξε τέτοια πράγματα και τέτοιες πλάνες.
Η αλήθεια υπήρχε εξ' αρχής και
βιώνεται μόνο εντός τού Σώματος της Εκκλησίας (Ιούδα
3).
Επομένως η υπάρχουσα αλήθεια, δεν
βελτιώνεται αλλά ερμηνεύεται διά των αγίων Οικουμενικών Συνόδων.
Αλλ' ας δούμε και μια άλλη βασική πτυχή
τού όλου θέματος.
Δεν είναι όπως ορισμένοι
ισχυρίζονται, η απόφαση της Οικ. Συνόδου θέμα αριθμητικής πλειοψηφίας των
μελών. Το πρώτο και βασικό είναι, τα μέλη που την απαρτίζουν να εμφορούνται από
την αυθεντική Εκκλησιαστική ζωή. Εάν ναι, τότε τα αποτελέσματα είναι θετικά.
Στην αντίθετη περίπτωση, τα αποτελέσματα είναι αρνητικά και απαράδεκτα
από το σύνολο του Εκκλησιαστικού Σώματος.
Αξίζει όμως στο σημείο
αυτό να δούμε τι γράφει επί του θέματος ο αείμνηστος π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ,
ένας εκ των μεγαλυτέρων θεολόγων τού προηγουμένου αιώνος: «Την αυθεντία των
Οικουμενικών Συνόδων, όπως και των άλλων Συνόδων, προσδίδουν κυρίως οι
θεούμενοι και θεοφόροι άγιοι πατέρες». Και συνεχίζει: «Η υπερτάτη αυθεντία -
και η ικανότης προς διάκρισιν της αληθείας εις την πίστιν – είναι εμπιστευμένη
εις την Εκκλησίαν, που είναι πράγματι «θείος θεσμός» κατά την ορθήν και στενήν
έννοιαν της λέξεως. Ενώ ουδεμία Σύνοδος ή Συνοδικός θεσμός είναι de jure divino, παρά μόνο όταν αποτελεί αληθή εικόνα ή φανέρωση της ίδιας τής
Εκκλησίας». Και καταλήγει: «αι αποφάσεις των συνόδων εγένοντο δεκταί ή
απερρίπτοντο από τας Εκκλησίας όχι διά λόγους τυπικούς ή ''κανονικούς'', η δε
ετυμηγορία τής Εκκλησίας υπήρξεν άκρως εκλεκτική. Η Σύνοδος δεν ευρίσκεται
υπεράνω τής Εκκλησίας. Αυτή ήταν η άποψις της αρχαίας Εκκλησίας».
Όντως, έτσι είναι τα πράγματα.
Και δίδεται στο σημείο
αυτό η ευκαιρία να επαναλάβουμε αυτό που τόνιζε τόσο ο μεγάλος δογματολόγος, ο
όσιος πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς, όσο και αρκετοί ημέτεροι, διακρινόμενοι τόσο
για την αγιότητα βίου όσο και την αρίστη θεολογική τους κατάρτιση,
πρωτοστατούντος τού αειμνήστου θεοφόρου γέροντος Επιφανίου Θεοδωροπούλου, ότι η
μέλλουσα πανορθόδοξος Σύνοδος, εάν όντως είναι αυθεντική, θα αποδειχθεί με το
να κηρύξει ως Οικουμενικές, ως Η΄ αυτή του Μ. Φωτίου 879-880 και ως Θ΄ του
κήρυκος της χάριτος, αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά 1341, δοθέντος ότι ουδεμία
σύνοδος ανεκήρυξε εαυτόν ως οικουμενική.
Αδελφοί μου. Eορτάζουμε και τιμούμε τους 318 θεοφόρους πατέρες τής Α΄ Οικουμενικής
Συνόδου.
Ως ποιμένες και ως
ποίμνιον, ως μέλη δηλ. του Σώματος τού Χριστού, δεν έχουμε παρά να μελετήσουμε
τον βίο και την πολιτεία, τους αγώνες αλλά και τα μαρτύρια αυτών των ανδρών που
βίωναν την Αποστολική παράδοση με τον χαρακτηριστικό τους ζήλο.
Την πορεία τής
Εκκλησίας Του, σε κάθε εποχή την κατευθύνει ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός,
μέσω των αυθεντικών και Αγίων ποιμένων, των οποίων είθε η ευχή να μας συνοδεύει
πάντοτε.