Συνέντευξη του π. Αρσενίου Κατερέλου στον π. Ιωήλ Κωνστάνταρο
Π. ΙΩΗΛ: Παρακαλοῦμε, π. Ἀρσένιε, ὅσο ἔχει εὐλογία, ἀναφέρατέ μας τίς κεντρικές γραμμές τῆς ἀσκήσεως, τῆς διδασκαλίας καί τοῦ τρόπου ζωῆς του, ὅπως τίς εἴδατε καί τίς βιώσατε τόσον καιρό πού παραμείνατε κοντά του.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Ὁ Γέροντας Ἰσαάκ ἦτο πολύ ἀσκητικός,
νηστευτής, ἡσυχαστής. Ἦτο ἄνθρωπος
πολλῆς προσευχῆς. Κυρίως ἦτο ἐραστής καί διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Ἄν
καί ἦτο πολύ βιαστής, ἀπέφευγε τίς μεγάλες καί ἐπιβλαβεῖς ἀκρότητες. Ἐκρατοῦσε
πολύ καλή καί λεπτή ἰσορροπία στά πνευματικά θέματα.
Πιό συγκεκριμένα,
Δευτέρα-Τετάρτη-Παρασκευή, ὅλον τόν χρόνο, ἔτρωγε ἀλάδωτο φαγητό καί συνήθως
τήν Ἐνάτη Ὥρα, μετά τόν ἑσπερινό. Ἐτηροῦσε ὅλες τίς Σαρακοστές, καί ἰδιαίτερα
τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, μέ ''ἐνάτη''. Αὐτό σημαίνει ὅτι μέχρι τόν ἑσπερινό δέν
ἔπινε οὔτε νερό. Τίς ἄλλες δέ καταλύσιμες ἡμέρες καί πάλι ἦτο πολύ ἐγκρατής
στήν ποσότητα. Κρέας δέν ἔτρωγε ποτέ καί ψάρι πολύ σπάνια. Παράλληλα δέ ἐφρόντιζε
ὁ ὀργανισμός του νά παίρνη τίς ἀπαραίτητες θρεπτικές οὐσίες πού τίς ἐστερεῖτο
στήν νηστεία. Ἔτσι μποροῦσε νά ἀνταποκριθῆ στήν σκληρή ἀλλά διακριτική μοναχική
του ζωή.
Ἀγαποῦσε πολύ τήν
προσευχή. Ὧρες ἀτέλειωτες ἀπεμονώνετο, ἐκρύβετο γιά νά εἶναι ἀπερίσπαστος.
Μάλιστα, αὐτό δέν ἤθελε καθόλου νά γίνεται ἀντιληπτό ἀπό τούς ἄλλους. Ἐνθυμοῦμαι
πού μοῦ ἔλεγε σχετικά: «Δέν εἶναι καλό νά βάζωμε ταμπέλλες γιά ὅ,τι κάνομε».
Π. ΙΩΗΛ: Πολύ σημαντικό αὐτό.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Βεβαίως. Παράλληλα ὅμως μέ τήν νοερή προσευχή, ἦτο
καί πολύ φιλακόλουθος. Κάθε ἡμέρα ἔκανε ἑσπερινό, ἀπόδειπνο, ὄρθρο. Συχνά ἔκανε
Θεῖες Λειτουργίες, Προηγιασμένες (τήν Μ. Τεσσαρακοστή), κλπ. Τό Ψαλτήρι συνήθως
τό ἐδιάβαζε στό κελλί του.
Ἐθεωροῦσε τήν
πνευματική ζωή σάν ἕνα ἑνιαῖο σύνολο, ὅπως καί εἶναι. Ἔδινε πολύ βάσι στήν
σωστή πνευματική τοποθέτησι, στό ἁρμονικό κτίσιμο τῶν ἀρετῶν καί στήν μεθοδική ἔξυπνη
καταπολέμησι τῶν παθῶν. Ἤθελε νά ὑπάρχη ἕνα πνευματικό ἡμερήσιο πρόγραμμα, ὡς
βάσις, καί ἀπό ἐκεῖ καί πέρα εὐλογοῦσε τίς διακριτικές ὑπερωρίες κατά
περίπτωσιν. Ἤξερε ὅμως νά μᾶς βάζη καί φρένο ὅταν, λόγῳ νεανικοῦ ἐνθουσιασμοῦ, ἐδείχναμε
ζῆλον οὐ κατ᾽ ἐπίγνωσιν.
Ἔδινε μεγάλη ἀξία
πρῶτα στό νά ἔχωμε ἀγάπη, ἀνεξικακία, νά μή κατακρίνωμε, κλπ.
Ἔλεγε: «Ὅταν μᾶς
κατηγοροῦν, αὐτό εἶναι τό καλύτερο μέλι
γιά τήν ψυχή μας».
Ἔδινε μεγάλη
σημασία στούς λογισμούς. Ἤθελε νά τοῦ λέω ὅλους τούς λογισμούς πού ἐπιμένουν,
μέ θλίβουν καί μέ προβληματίζουν.
Μοῦ ἔλεγε νά μή
δίνω σημασία στούς περαστικούς λογισμούς, οὔτε νά τούς σημειώνω.
Π. ΙΩΗΛ: Πολύ πρακτικό αὐτό.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Ἀσφαλῶς. Ἄς ἀναφέρω στό σημεῖο αὐτό δειγματοληπτικά
καί ἐπιγραμματικά κάποιες προσωπικές καί γενικές συμβουλές πού ἔδινε.
Ἔλεγε: «Καί οἱ ἁμαρτίες
μας ἀκόμη μποροῦν νά χρησιμοποιηθοῦν ὡς ὅπλο κατά τοῦ Διαβόλου». Νά ἔχωμε
δηλαδή ταπεινό λογισμό, προσοχή, νά μή ξεθαρρεύωμε, κλπ.
Μοῦ ἔλεγε: «Νά λές
στόν λογισμό ''ἔχω Γέροντα, ἀπό τόν ὁποῖο κρεμιέμαι καί ἀφοῦ κάνω ὑπακοή δέν ἔχω
καμμία εὐθύνη''».
Μία φορά, πρίν μέ
στείλη στόν Γερο-Τιμόθεο, ἕνα χαριτωμένο γεροντάκι πού ἀσκήτευε ἐκεῖ κοντά, νά
τοῦ πάω λίγα μακαρόνια, κλπ., μοῦ εἶπε: «Ξέρεις τί εὐλογία εἶναι νά γηροκομῆς ἕνα
γεροντάκι;» Σημειωτέον, ὅτι ὁ γερο-Τιμόθεος μοῦ εἶχε ἀποκαλύψει πράγματα
συγκλονιστικά γιά τό παρόν μου καί τό μέλλον μου, πολύ ἀπίθανα. Ὅλα ἐξεπληρώθησαν.
Εἶχε ὄντως μέγα διορατικό καί προορατικό χάρισμα. Ἔχω ὑποχρέωσι νά τό ἀναφέρω αὐτό,
διότι δέν ἦτο γνωστός στό Ἅγιον Ὄρος. Ὅμως, ἄλλο σήμερα εἶναι τό θέμα μας. Καί
συνεχίζομε:
Ὁ Γέροντας Ἰσαάκ
μοῦ ἔλεγε: «Νά μή δουλεύω μέ τό μυαλό, ἀλλά μέ τήν καρδιά».
- «Αὐτά πού
συμφέρει νά ξέρωμε γιά θέματα πίστεως, κλπ., εἶναι λίγα. Δέν μᾶς συμφέρει νά μᾶς
ἀπασχολοῦν ὑπέρ τό δέον».
Ἐννοοῦσε δηλαδή νά
μήν εἴμαστε ὀρθολογιστές, νά μή προσπαθοῦμε νά καταλάβωμε τά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά
γνωρίσωμε τόν Θεό διά τῆς καθάρσεως. Αὐτό δηλαδή πού λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ
Θεολόγος ''Μέγα τό περί Θεοῦ λαλεῖν, ἀλλά μεῖζον τό ἑαυτόν καθαίρειν Θεῷ, ἐπειδή
εἰς κακότεχνον ψυχήν σοφία οὐκ εἰσελεύσεται'' (Λόγος 32, 12). Δηλαδή εἶναι ἀνώτερο
νά καθαριζώμεθα ἀπό τά πάθη μας γιά τόν Θεό ἀπό τό νά ὁμιλοῦμε περί Θεοῦ, διότι
σέ κακότεχνη ψυχή δέν σκηνώνει ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ.
Μοῦ ἔλεγε νά μή
κρύβω τίποτε ἀπό λογισμούς, διότι ὅταν τούς φανερώνω κτυπιέται ὁ Διάβολος.
Ἔλεγε: « Ὁ
Γέροντας εἶναι εἰς τύπον Χριστοῦ καί πρέπει νά τόν ἔχω ἅγιο».
«Γιά ὅλους νά βάζω
καλούς λογισμούς».
Κάποια φορά μοῦ εἶπε
γιά κάποιους συγκεκριμένους λογισμούς τοῦ Διαβόλουνά ἀπαντῶ ὡς ἑξῆς: «Καί τί σέ
νοιάζει ἐσένα γιά μένα; Πολύ ἐνδιαφέρον ἔχεις. Δέν εὐκαιρῶ νά σοῦ ἀπαντήσω, ἔχω
δουλειά». Μέ εἰρωνεία δηλαδή.
Τίς πλεῖστες ὅμως
φορές μοῦ ἔλεγε νά ἀδιαφορῶ τελείως στούς λογισμούς τοῦ Διαβόλου. Ἔλεγε: «Τό ἴδιο
πρᾶγμα ὁ Διάβολος, θέλοντας νά μᾶς περιπαίζη καί νά μᾶς συγχύζη μᾶς τό
παρουσιάζει τήν μία φορά ἔτσι καί τήν ἄλλη φορά ἀλλοιῶς». Αὐτή ἡ ἐναλλαγή μπορεῖ
νά γίνεται καί ἀκαριαῖα.
Ἔλεγε: «Τούς
λογισμούς βλασφημίας δέν χρειάζεται νά τούς ἀναφέρωμε συγκεκριμένα, οὔτε νά
τούς συζητᾶμε. Ἁπλῶς νά λέμε ''Γέροντα, εἶχα καί λίγο βλασφημία''». Ἐννοοῦσε νά
μήν ἔχωμε τήν ἀνάγκη νά τούς περιγράφωμε, οὔτε κἄν νά τούς ἐνθυμούμεθα. Αὐτό εἶναι
ἀκόμη ἀνώτερο. Τότε σκάει ὁ Διάβολος καί γυρίζει ὅλη ἡ δυσωδία ἐπάνω του.
Καί ἐν προκειμένῳ
τώρα θυμήθηκα τήν σχετική φρᾶσι τοῦ π. Παϊσίου γιά τούς λογισμούς βλασφημίας: «Ἁμαρτία
εἶναι μόνον ὅταν πιάνωμε κουβέντα μαζί τους».
Ὁ π. Ἰσαάκ μοῦ εἶπε
μία φορά: « Ὁ Γερο-Παΐσιος εἶναι μεγάλος ὅσο δέν λέγεται».
Μοῦ ἔλεγε: «Ὅταν ἔχης
καί δείχνης ἀγάπη, ἀνεξικακία, συγχωρητικότητα, κλπ., τότε θά δῆς νά σοῦ ''ἔρχεται''
καί ἡ εὐχή θά τρέχη ἀβίαστα μέσα σου». Ἐννοοῦσε τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ.
Π. ΙΩΗΛ: Ὧδε ἡ πεῖρα τοῦ Γέροντος.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Ἀκριβῶς. Ἔλεγε: «Πρῶτα νά φορέσης τόν μοναχό, τό
ράσο, ἀπό μέσα, κι ὕστερα ἀπ᾽ ἔξω».
Ἀκόμη: «Ὅσο αὐξάνεται
σύν τῷ χρόνῳ ἡ ψυχική, πάντα ὑγιής-χριστοκεντρική ἐννοοῦσε, ἕνωσις τοῦ ὑποτακτικοῦ
μέ τόν Γέροντα, τόσο ''μπαίνει'' καί ἡ εὐχή ἀδιάλειπτα στήν καρδιά τοῦ ὑποτακτικοῦ
ἀπό μόνη της. Ὁ ὑποτακτικός πρέπει νά χαίρεται καί νά δέχεται ἐσωτερικά ὅ,τι τοῦ
λέγει ὁ Γέροντας. Δέν πρέπει νά ἀναρωτιέται ''γιατί νά μοῦ πῆ τό α´, γιατί τό β´,
γιατί νά μέ μαλώση, νά μοῦ φωνάζη, νά μή μοῦ δίνη εὐλογία γιά τό α´, τό β´'',
κλπ. Ἡ ἐσωτερική ἀντιλογία καί ἀμφισβήτησι διώχνει τήν Χάρι καί τήν εὐχή». Ὁπότε,
κατ᾽ ἀναλογίαν κι ἐμεῖς προσθέτομε, πόσῳ μᾶλλον ἡ ἐξωτερική ἀντιλογία. Νά
σημειώσωμε ἐπίσης, ὅτι ἐδῶ ὁ Γέροντας ἐννοοῦσε παντα τήν αὐτενέργητη, ἀβίαστη δηλαδή
νοερά προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, πού γίνεται νύχτα-μέρα, ἀκόμη καί ὅταν κοιμώμαστε, κι
ὅταν σκεφτώμαστε καί ὅταν κάνωμε ὁποιαδήποτε ἄλλη παράλληλη ἐργασία, εἴτε
χειρωνακτική, εἴτε ἀκόμη καί διανοητική.
Ἔλεγε: «Οἱ ἁπλοί -
μέ τήν πνευματική ἔννοια - εἶναι οἱ πιό ἔξυπνοι. Ἀσχολοῦνται μόνον μέ αὐτά πού
τούς ὠφελοῦν καί τούς ἐνδιαφέρουν γιά τήν πνευματική πρόοδό τους».
Μία φορά ὅταν ἤμουν
δόκιμος, μοῦ εἶπε: «Ἀλλοιῶς σέ ἀντιμετωπίζω ὡς δόκιμο καί ἀλλοιῶς ὡς λαϊκό». Αὐτό
τό ἀναφέρω κυρίως γιά νά μήν ἀποροῦμε ὅταν κάποιες φορές κάποιοι γνωστοί μας
λαϊκοί κατόπιν γίνωνται μοναχοί, καί ὡς ἐκ τούτου μετά ἔχουν ἄλλα τυπικά καί
συμπεριφορά ἀπέναντί μας.
Π. ΙΩΗΛ: Φυσικά, τότε τά πράγματα ἀλλάζουν.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ:Ἔλεγε: «Τά μυστικά τοῦ καλόγερου εἶναι τά πνευματικά
του».
Μοῦ ἔλεγε γιά τήν ἀπόδοσι
καί τόν τρόπο τῆς ἐργασίας: «Καλύτερα νά δουλεύη κανείς σιγά-σιγά μέ ὑπομονή
καί ταυτόχρονα νά ἔχη τόν νοῦ του στήν εὐχή κάνοντας καί τόν σταυρό του στήν ἀρχή
κι ὄχι γρήγορα μέ ἄγχος..., κλπ.». Ἔτσι ἁγιάζεται καί ἡ ἐργασία καί ἀποδίδομε
καλύτερα.
Ἤθελε ὡς δόκιμος
νά ἀποφεύγω τίς κουβέντες, εἰ δυνατόν νά μή μιλῶ καθόλου. Ὅταν ὅμως ἐρωτῶμαι
γιά κάτι νά ἀπαντῶ παμπρόθυμα καί ὅπου χρειάζεται νά εἶμαι πολύ ἐξυπηρετικός. Θεωροῦσε
ὅτι ἄν δέν προσεχθοῦν αὐτά τά ἁπλᾶ πράγματα στήν ἀρχή, ἀργότερα μεγαλώνουν,
θεριεύουν καί δημιουργοῦν ἀθεράπευτα προβλήματα.
Μοῦ ἔλεγε: «Νά
χαιρετᾶς πρῶτος τούς πάντες, γνωστούς ἤ ἀγνώστους, ἀλλά καλογερικά, μέ σεμνό
χαμόγελο. Ἀλλά ὄχι περιττές κουβέντες. Καί νά τούς λές νά εὔχωνται».
Μοῦ ἔλεγε: «Μή
δίνης σημασία στίς ''φιλοσοφίες'' τῶν δαιμόνων».
Ἔλεγε: «Νά μή γελᾶμε
παράκαιρα, νά ἔχωμε κατάνυξι ἕως ὅτου μᾶς ἔλθη ὁ πνευματικός γέλως». Σημειωτέον
δέ, ὅτι ὁ Γέροντας Ἰσαάκ ἦτο ἕνας χαρακτήρας ἀναστάσιμος.
Ἔλεγε: «Νά
προσαρμόζωμε τήν ἐξωτερική μας συμπεριφορά μέ τήν ἐσωτερική εὐλάβεια».
Ἔλεγε: «Τό πῶς
συνδυάζεται ἡ πνευματική προσωπική χαρά μέ τό πένθος γιά τόν κόσμο εἶναι ἀκατάληπτο.
Ὁ Θεός παρηγορεῖ μυστικά αὐτόν πού προσεύχεται, πάσχει γιά τόν κόσμο καί
βοηθάει τούς ἄλλους σέ βαθμό πού μπορεῖ νά φθάση ἀκόμη καί νά ξεχάση τόν ἀρχικό
σκοπό τῆς προσευχῆς του, λόγῳ τῆς ὑπερβολικῆς δόσεως τῆς θεϊκῆς γλυκύτητας».
Ἔλεγε: « Νά
διαβάζης ἀργά τά ἱερά γράμματα. Αὐτά, ὄχι μόνον μᾶς διδάσκουν, ἀλλά καί μᾶς ἁγιάζουν».
Μοῦ ἔλεγε: «Νά υἱοθετῆς
τήν λογική πού ὠφελεῖ».
- «Ἐσύ, ἕναν
λογισμό δέν ἀντέχεις. Ποῦ νά σέ πιάση ὁ πειρασμός ἀπό τόν λαιμό;»
- «Οἱ δαίμονες ἔχουν
ἄγνοια. Μᾶς κτυποῦν κι ὅπου βροῦν ἔδαφος, ἐκεῖ ἐπιμένουν».
Ὁ Γέρων Ἰσαάκ εἶχε
ἕνα πνευματικό τέκνο πού ἦτο λαϊκός καί τότε εἶχε λογισμούς γιά τόν μοναχισμό.
Αὐτός, ἐνῷ εὑρίσκετο στόν κόσμο, κατά τήν διάρκεια πού ἔκανε εὐχή, εἶδε κάτι
πρόσωπα ἀπαίσια ἐμπρός του νά τόν φοβερίζουν. Τότε ἐπικαλέσθηκε τόν Γέροντα Ἰσαάκ
καί ξαφνικά εἶδε τό πρόσωπο τοῦ πνευματικοῦ του πατρός νά διασκορπίζη τά
μακάβρια ἐκεῖνα πρόσωπα-δαίμονες. Μετά δέ ἐπί πλέον ἔνοιωθε ἀπέραντη πνευματική
χαρά. Καί ὅπως μοῦ ἐξήγησε τό φαινόμενο ὁ π.Ἰσαάκ, αὐτό συνέβη στήν ψυχή ἐκείνη,
διότι εἶχε τοποθετήσει μέσα της σωστά τόν Γέροντα. Καί μετά εἶπε σέ μένα: « Ἄν
τοποθετήσης ἐμένα ψηλά, ὁ Θεός θά σοῦ ἀποκαλυφθῆ, ἀνεξάρτητα ἄν ἐγώ εἶμαι ὁ πιό
ἁμαρτωλός τῶν ἀνθρώπων».
Ἔλεγε: «Ὁ σκοπός τῶν
πνευματικῶν ἀποριῶν καί ἐρωτήσεων εἶναι νά φθάσωμε στήν εἰρήνη τοῦ νοῦ. Νά
χαιρώμεθα καί νά ἀπολαμβάνωμε τά πνευματικά ἀγαθά. Ὁ μηχανικός κάνει σχέδια,
μελέτες καί χίλιες δυό ἄλλες ''ἱστορίες'' γιά νά γίνη ἕνα σπίτι καί νά μένουν,
νά ζεσταίνωνται καί νά χαίρωνται οἱ ἄνθρωποι. Ὅταν ἕνα σπίτι μπάζη ἀπό ἐδῶ καί ἀπό
ἐκεῖ, τότε, ὅταν μπαίνουν μέσα οἱ ἄνθρωποι....πολλά προβλήματα. Ἔτσι καί ὁ νοῦς,
ὅταν ''μπάζη'' μπαίνουν μέσα διάφορες σκέψεις καί χάνομε τήν εἰρήνη. Δηλαδή, ὅλα
τά ἄλλα, ἀναλύσεις, ἀναζητήσεις, ἐρωτηματικά μας, κλπ., εἶναι βοηθητικά μέσα
γιά νά εἰρηνεύση ὁ νοῦς καί ὄχι αὐτοσκοπός........ Δηλαδή σέ δουλειά νά
βρισκώμαστε. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προκόπτη πνευματικά, γεμίζει ἀπό χαρά καί εἰρηνεύει».
- «Οἱ Ἅγιοι
''καταβρέχουν'' μέ Χάρι τούς ἀνθρώπους, ἀλλά, δυστυχῶς, ἄλλοι ''κρατᾶμε ὀμπρέλλες,
μουσαμᾶδες ἤ μπαίνομε στά δωμάτια'' καί δέν μᾶς''καταβρέχει'', δηλαδή δέν μᾶς ἀγγίζει
ἡ Χάρις. Οἱ Ἅγιοι πηγαίνουν παντοῦ, μᾶς ἀκοῦνε ὅπου καί νά εἴμαστε, ἀκόμη καί ἐάν
ἐμεῖς δέν προσέχωμε».
Μᾶς ἔλεγε: «Ξέρετε
πόσο ἀναπαύεται ὁ Θεός ὅταν ὁ ὑποτακτικός κάνη ὑπακοή, ἀκόμη κι ἄν ὁ Γέροντας ἔχη
ἄδικο; Μυστήριο! Τό θέμα δέν εἶναι ἄν ὀρθολογιστικά, τῇ συνεργείᾳ τοῦ Διαβόλου,
μπορῆ κάποιος νά βρῆ κάποιο δίκιο ὑπό κάποιο πρῖσμα, ἀλλά ἄν τελικά ἔκανε ὑπακοή.
Ὁμοίως καί μέ ἕναν
ἀδελφό, δέν ἔχει σημασία ἄν ἔχωμε δίκιο, ἀλλά ἐχάσαμε τήν εὐκαιρία γιατί
μπορούσαμε νά ἀναπαύσωμε τόν ἀδελφό μας καί δέν τό ἐκάναμε».
Κάποτε, ἔλεγε σέ
μία γνωστή μου παρέα, μέ εὔθυμο τρόπο: «Ὅταν μᾶς πλησιάζη κάποιος γιά ὁποιαδήποτε
δοσοληψία, νά μήν εἴμαστε ἄκαμπτος τοῖχος, ἀλλά ἐλαστικός φράκτης πού θά ἀποσβέννη
τίς ὁρμές, τίς ταχύτητες καί τίς τυχόν κρούσεις». Καί ἐννοοῦσε ὁ Γέροντας ὅτι
πρέπει νά προσέχωμε τήν συμπεριφορά μας ἔναντι τῶν ἄλλων.
Ἐάν εἴμαστε ''τοῖχος'',
τότε, ἀνεξάρτητα ἐάν ἔχωμε ἄδικο, δίκιο ἤ κάποιο λόγο ἤ ὁ ἄλλος εἶναι ἀδιάκριτος
ἤ ἔχη ἄγνοια, κλπ., τό δυστύχημα εἶναι ὅτι θά τραυματισθῆ, θά πληγωθῆ, ἴσως
σπάση καί τά μοῦτρα του ἐπάνω μας. Ἐνῷ, ἄν εἴμαστε ἐλαστικοί φράκτες, ὅ,τι δέν
εἶναι σωστό, καλό, πρέπον, κλπ., δέν θά περάση τόν φράκτη, δηλαδή δέν θά γίνη
κάτι ἄστοχο, καί ὁ ἄλλος, ἀκόμη κι ἄν δέν γίνη τό δικό του, τοὐλάχιστον θά πέση
ὁμαλά ἐπάνω μας. Δέν θά τόν προσβάλωμε, δέν θά τόν θίξωμε, ἀλλά θά συμπεριφερθοῦμε
μέ κομψότητα. Ἐάν εἴμαστε ἐλαστικοί φράκτες, καί μή σωστά νά ἐνεργήσωμε, τόν ἄλλον
ὅμως τελικά δέν τόν πληγώνομε.Ἐάν εἴμαστε ''τοῖχος'', καί σωστά νά ἐνεργήσωμε,
χάνομε τό δίκιο μας γιατί πληγώνομε τόν ἄλλον».
Μία φορά μοῦ εἶπε:
«Θέλω τώρα νἄχης καλούς λογισμούς καί καθαρή εὐχή, χωρίς λογισμούς».
Ἄλλη φορά, μοῦ ἔδωσε
τήν ἑξῆς εὐχή: «Νά ἔχης ἐσωτερική πνευματική χαρά, ἀνείπωτη, πού νά μήν τήν ἐκδηλώνης
μέ ἐνθουσιασμούς, κλπ., ἀλλά νά εἶναι ἀπό τούς ἄλλους κρυφή».
Ἀνέφερε ὁ Γέροντας
Ἰσαάκ μία περίπτωσι ἀδελφοῦ πού τοῦ ἄρεσε νά προσεύχεται στόν κῆπο. Ὅταν εὐχόταν
στήν ἐκκλησία, μαράζωνε. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Γέροντας εὐχαρίστως τοῦ ἔδωσε εὐλογία.
Μετά, οἱ ἄλλοι ἀδελφοί εἶχαν λογισμούς καί ἐκούραζαν τόν Γέροντα. Ὅταν ὅμως
κατάλαβαν τά καλά πνευματικά ἀποτελέσματα, μετάνοιωσαν καί ἐζήτησαν συγχώρησι ἀπό
τόν Γέροντα. Τότε τούς εἶπε ὁ Γέροντας: «Εἴδατε, δέν ξέρετε ὅτι ὅλοι δέν εἶναι
τό ἴδιο;»
Καί μετά, ἀναφερόμενος
στήν ἀναξιότητά μου, σχετικά μέ κάποιους λογισμούς πού εἶχανά καλογερέψω ἐκτός Ἁγίου
Ὄρους, μόνο ἄν φυσικά ἦταν αὐτό θέλημα Θεοῦ, ὁ Γέροντας Ἰσαάκ συμφώνησε εὐχαρίστως
καί ἐπί πλέον εὐαρεστήθηκε νά εἶναι ὁ διά βίου Γέροντάς μου. Δηλαδή ἔδωσε μετά
χαρᾶς εὐλογία. Ἐννοεῖται ὅτι ὅλα αὐτά καταστάλαξαν καί ἑδραιώθησαν μετά ἀπό ἱκανή
πάροδο χρόνου. Μοῦ τόνιζε: «Ὅλα καλά, ἀλλά τό πιό συνετό σέ τέτοιες περιπτώσεις
εἶναι νά μή βιαζώμαστε».
Συμπερασματικά,εἶπε:
«Θέλημα Θεοῦ γιά σένα εἶναι αὐτό πού λαχταράει ἡ καρδιά σου. Νά εἶσαι ἀνεπηρέαστος
ἀπό τούς ἄλλους. Εἶσαι δικό μου παιδί. Θά εἶμαι καί πάλι Γέροντάς σου. Ἀλλοίμονο!
Γιά ὅ,τι πνευματικό ζητήσεις ... θά εἶμαι πάντα στήν διάθεσί σου. Μαζί θά πᾶμε
στόν Παράδεισο! Ὁ Θεός σέβεται τήν ἐλευθέρα βούλησι. Ἐμένα μ᾽ ἐνδιαφέρει νά σέ
βλέπω ἀναπαυμένο καί χαρούμενο καί μέ προκοπή. Αὐτό εἶναι ἀσυγκρίτως
προτιμώτερο παρά νά εἶσαι πιεσμένος..... Σημασία ὅμως ἔχει ν᾽ ἁγιάσης αὐτό πού
διάλεξες».
Π. ΙΩΗΛ: Πολύ σημαντικό αὐτό.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Μέ ὅλα αὐτά θέλω νά πῶ, πρῶτον τί ἀνιδιοτέλεια, ἀγάπη
καί φώτισι Θεοῦ εἶχε ὁ Γέροντας Ἰσαάκ. Δεύτερον, τί ἀξία ἔχει ἡ κατ᾽ εὐδοκίαν εὐλογία.
Καί τό πιό συγκινητικό ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ὅταν βλέπη κανείς στήν πρᾶξι, στήν πορεία,
παρά τίς ἀδυναμίες του, ὁ Θεός ὅλα αὐτά μέχρι τέλους νά τά ἐπισφραγίζη καί
μάλιστα μέ τόσο ξεκάθαρο, ἀδιαμφισβήτητο καί ἀρχοντικό τρόπο. Γι᾽ αὐτό, ἐνῷ
γενικά εἶμαι ἀναπολόγητος, ἦταν μεγάλη μου τιμή πού εἶχα, μέχρι τήν τελευταία
του στιγμή, Γέροντα τόν π. Ἰσαάκ, καί μάλιστα μόλις λίγα λεπτά πρίν τήν κοίμησί
του, ἀναξίως εἶχα τήν μεγάλη εὐλογία νά πάρω τήν εὐχή του καί νά ἀκούσω τίς
τελευταῖες του σοφές συμβουλές - ἐφόδιο γιά ὅλη μου τήν ζωή.
Ἔλεγε γιά τίς εὐχές
πού διαβάζουν οἱ ἱερεῖς τά ἑξῆς: «Πολλές φορές ἐνεργεῖ ἡ πίστις τοῦ αἰτοῦντος πού
τοῦ διαβάζομε τήν εὐχή, ἄλλη φορά ἐνεργεῖ ἡ ἴδια ἡ εὐχή, ἄλλη φορά ἐνεργεῖ ἡ εὐλάβεια
τοῦ παπᾶ. Εἶναι πολλές οἱ περιπτώσεις».
Μία φορά μοῦ ἔλεγε:
«Ὅταν εἶσαι ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους καί δέν βγαίνη ὁλόκληρη ἡ εὐχή μυστικῶς, ἐπειδή
δέν μπορεῖς νά τήν πῆς ὁλόκληρη ψιθυριστά, καλό εἶναι νά λές νοερά μέρος τῆς εὐχῆς».
Ὅταν εἶχε ἔλθει ὁ
Γέρων Ἰσαάκ στήν εἰς πρεσβύτερον χειροτονία μου στήν Λαμία, τόν ἐρώτησε ἕνας ἡλικιωμένος,
μακαριστός τώρα, φιλακόλουθος ἱερέας, ὁ π. Ἠλίας Ναούμης, τί νά ἔκανε γιατί λόγῳ
ἡλικίας δέν ἠμποροῦσε νά διαβάζη μόνος του στό σπίτι του ὅλες τίς ἀκολουθίες (ὄρθρο,
ἑσπερινό, ἀπόδειπνο, κλπ.). Καί τοῦ λέγει ὁ π. Ἰσαάκ: «Τά πιό πολλά νά τά κάνης
μέ τό κομβοσχοίνι γιά νά μή κουράζεσαι».
Αὐτό μοῦ τό εἶπε
μετά ἀπό καιρό ὁ ἴδιος ὁ ἱερέας, καί μάλιστα μοῦ εἶπε: «Νά εἶναι καλά ὁ
Γέροντάς σου. Μέ ἀπάλλαξε ἀπό μεγάλη στενοχώρια καί ἐπί πλέον βρῆκα καί πολλή ὠφέλεια».
Ἦτο πράγματι πολύ εὐσεβής.
Σᾶς ἀνέφερα λίγες
βασικές διδαχές τοῦ Γέροντος Ἰσαάκ, π. Ἰωήλ. Βέβαια, θά ἤθελα νά κλείσω τήν ἐρώτησί
σας αὐτή καί μέ κάτι ἀκόμη σημαντικό.
Π. ΙΩΗΛ: Μάλιστα, σᾶς ἀκοῦμε.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Καταλυτικός καί κύριος λόγος πού ὁ Γέροντας Ἰσαάκ ἐπέλεξε
ὡς μόνιμο τόπο τῆς ἀσκήσεώς του τό Ἅγιον Ὄρος, ἦτο ἡ προσωπικότης τοῦ Γέροντος
Παϊσίου, μέ τόν ὁποῖο συνεδέθη μέ ἄρρηκτο πνευματικό δεσμό. Τόν ἔκανε Γέροντα, ἔγινε
πιστός καί γνήσιος μαθητής του, καί αὐτό μόνον ἀπό καθαρό, ἁγνό σεβασμό στήν
μορφή τοῦ Γέροντος Παϊσίου. Τόν ἀγάπησε καί τόν σεβάσθηκε ἀληθινά.
Υἱοθέτησε ὅλην τήν
διδασκαλία του καί τά φρονήματά του, καί ἀπό μέσα, καί ἀπ᾽ ἔξω, καί βαθειά, καί
ἐπιφανειακά.
Προσεπάθησε, κατά
τό ἀνθρωπίνως δυνατόν, νά τόν μιμηθῆ κάνοντας ἐσωτερική καί ἐξωτερική ὑπακοή.
Ἔμεινε πιστός στόν
Γέροντα Παΐσιο μέχρι τέλους, ἀλλά καί μετά τήν κοίμησί του. Ἐννοεῖται ὅτι αὐτή ἡ
μαθητεία τοῦ Γέροντος Ἰσαάκ πρός τόν Γέροντα Παΐσιο, ἐγίνετο μέ τρόπο ὑγιῆ καί
καθαρά χριστοκεντρικό καί διακριτικό.
Ποτέ δέν τόν ἐμιμήθη
σέ ἐξωτερικά χαρακτηριστικά, κινήσεις, ἐκφράσεις, ἐκδηλώσεις, κλπ., ἀρρωστημένα
δηλαδή. Ἔπιανε μόνο τήν οὐσία τῶν πραγμάτων διατηρῶντας τήν ἰδική του
προσωπικότητα.
Γενικώτερα, ὁ
Γέρων Ἰσαάκ δέν ἤθελε νά χρησιμοποιῆ τό ὄνομα τοῦ Γέροντος Παϊσίου. Ὠφελεῖτο
καί ρουφοῦσε τήν ἀρετή τοῦ ἀνδρός, ὅμως ταυτόχρονα ἦτο καί αὐτόφωτος. Εἶχε
δυνατή προσωπικότητα καί ἰδιαίτερο πνευματικό ταπεραμέντο. Δέν ἤθελε νά οἰκειοποιηθῆ
τόν Γέροντα Παΐσιο σέ προσωπικό ἐπίπεδο καί πρός ἴδιον, φθηνό, προσωποπαθές
συμφέρον.
Ἀγαποῦσε τόν
Γέροντα ἀληθινά καί ἤθελε ἀνιδιοτελῶς καί ἀνεξαιρέτως νά ὠφελοῦνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι
ἀπό τήν χάρι καί τό μεγαλεῖο τῆς πνευματικότητος τοῦ Γέροντος Παϊσίου.
Ὁ Γέρων Ἰσαάκ
λοιπόν ὑπῆρξε αὐθεντικός μαθητής τοῦ Γέροντος Παϊσίου καί, ὡς ἐκ τούτου, ἄν ἔπρεπε
νά ἀπαντήσω μόνο μέ μία συμπεπυκνωμένη φρᾶσι στήν ἐρώτησί σας, θά ἔλεγα τό ἑξῆς:
Ἡ διδασκαλία τοῦ
Γέροντος Παϊσίου ἦτο, κατά τό δυνατόν, ἐπίσης φρόνημα καί διδασκαλία τοῦ
Γέροντος Ἰσαάκ. Τί ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, τά πιό πολλά εἶναι γνωστά. Τά ἴδια ἀκριβῶς
κατά ἀλήθειαν ἐφρονοῦσε καί διεκήρυσσε καί ὁ Γέρων Ἰσαάκ. Μικρή ἔνδειξις αὐτῆς
τῆς ἰδικῆς μας πεποιθήσεως καί βεβαιότητος εἶναι ὅτι καί μετά τήν κοίμησι τοῦ
Γέροντος Παϊσίου οὔτε ἐπέτρεψε ἔμπρακτα εἰς τό ἐλάχιστον νά τόν θεωρήσουν ὡς ἕναν
βασικό διάδοχό τοῦ Γέροντος Παϊσίου - αὐτό τό ἐπρόσεξε πάρα πολύ -, οὔτε φυσικά
ἄλλαξε σέ κάτι τό φρόνημά του καί ἐσεβάσθηκε ἀπολύτως τήν παρακαταθήκη τοῦ
Γέροντος Παϊσίου σέ προσωπικό καί σέ γενικό ἐπίπεδο.
Ἦτο πάντα
ταπεινός, ἀνιδιοτελής, οἰκουμενικός, χωρίς πνευματικά βέτο καί ἄλλες ἀνεξέλεγκτες
φανερές καί ἱεροκρύφιες πνευματικές παρενέργειες.
Τό ξαναλέγω, ἄς μή
ξεχνᾶμε ὅτι ἄφησε τόν Λίβανο χάριν τοῦ π. Παϊσίου καί ἦλθε σέ ξένο τόπο.
Βέβαια, ἡ ἀγάπη του, ἡ προσευχή του, τό ἐνδιαφέρον του, ὁ πόνος του γιά τίς
περιοχές Λίβανο, Συρία, Ἰορδανία, Σινᾶ, Αἴγυπτο, Ἰσραήλ, Παλαιστίνη, κλπ., ἦσαν
μεγάλα, ἀληθινά καί πνευματικά. Γι᾽ αὐτό ἔκανε τόσες πολλές μεταφράσεις ἑλληνικῶν
πατερικῶν κειμένων στά Ἀραβικά. Γι᾽ αὐτό καί ἐδέχετο πληθώρα ἐπισκεπτῶν ἀπό ἐκεῖνα
τά μέρη καί τούς καθωδηγοῦσε πνευματικά. Ἦτο πατέρας ἀληθινός τοῦ ἀραβόφωνου
θρησκευομένου φοιτητόκοσμου, καί ὄχι μόνον, στήν Ἑλλάδα. Γιά τόν ἴδιο λόγο,
κατά καιρούς, θυσιάζοντας τήν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ἡσυχία του, ἐπεσκέπτετο τά μέρη ἐκεῖνα
καί ἐδίδασκε, ἐστήριζε, ἐδημιουργοῦσε, παρηγοροῦσε, κλπ.!
Θά πῶ κάτι πού ἴσως
φανῆ ὑπερβολικό. Παρά ταῦτα, ἔχω χρέος νά τό πῶ, διότι ἁπλούστατα δέν εἶναι ἰδική
μου θέσις καί ρῆσις. Ἁπλῶς θά σᾶς μεταφέρω τό φρόνημα καί τό κοινό αἴσθημα τοῦ Ὀρθοδόξου
μέρους τοῦ Λιβάνου, ἀλλά καί πέραν αὐτοῦ.
Ὅπως ἐμεῖς ἐδῶ
στήν Ἑλλάδα ἔχομε σέ τόση εὐλάβεια τόν Γέροντα Παΐσιο, ἔ, κάπως ἔτσι, κατ᾽ ἀναλογίαν,
θεωροῦν καί ἔχουν τόν Γέροντα Ἰσαάκ στόν Λίβανο. Τό ἔχω πολλαπλῶς αὐτό
διαπιστώσει ἰδίοις ὄμμασι πάλιν καί πολλάκις. Εἶναι καί αὐτό ἕνας ἀλάνθαστος
δείκτης τῆς πνευματικῆς ἀκτινοβολίας τοῦ Γέροντα, ἀλλά καί ἀπόρροια τῆς τόσης
μεγάλης βοηθείας πού παρέσχε στούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μας πού μάλιστα τόσο
θλίβονται στίς ἡμέρες μας ἀπό τίς ἀπάνθρωπες βιαιότητες πού γίνονται εἰς βάρος
τους, ἔχοντας μάλιστα ὡς σύμμαχο τήν ἰδική μας ἀδιαφορία.
Π. ΙΩΗΛ: Αὐτό πάτερ μου κι ἄν εἶναι τραγικό.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ:Ἔχετε ἀπόλυτο δίκιο. Ὅμως παρακαλῶ νά μήν ἀνοίξωμε ἄλλο
θέμα καί ἄς περάσωμε στήν ἐπόμενη ἐρώτησί σας γιά τόν Γέροντα Ἰσαάκ.
Π. ΙΩΗΛ - ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΠΕΜΠΤΗ: Σᾶς εἶχε πῆ ὁ Γέροντας κάτι περί αὐτῶν τῶν
θεμάτων, πού ἀπό ἐκκλησιολογικῆς πλευρᾶς μᾶς κάνουν ὅλους νά πονοῦμε; Ὁμιλῶ
δηλαδή περί τῶν δύο ἄκρων. Τόσο περί τοῦ ἀθεολογήτου Οἰκουμενισμοῦ, ὅσο καί
περί τοῦ ἀκρίτου καί ἀκραίου Ζηλωτισμοῦ.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Ὁ Γέροντας Ἰσαάκ εἶχε οἰκειοποιηθῆ τήν Ὀρθοδοξία σέ
πολύ μεγάλο βαθμό. Αὐτό εἶχε ὡς συνέπεια νά γνωρίση ὑπαρξιακῶς τήν γνησία Ὀρθόδοξη
πνευματικότητα. Κολυμποῦσε καί ἐδροσίζετο μέσα εἰς αὐτήν. Συνέπεια αὐτοῦ ἦτο ὅτι
αἰσθανόταν, μέ τίς πνευματικές του αἰσθήσεις, τήν οἰκουμενικότητα, τήν
καθολικότητα, τήν ἄκτιστη παγκοσμιότητα, τήν ἄχρονη καί ἀμετάκλητη
διαχρονικότητα ἀλλά καί τήν μοναδικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὡς ἐκ τούτου, ὄχι
μόνον δέν ἐδέχετο, ἀλλά τόν ἐνωχλοῦσε ἀφάνταστα, ὁποιαδήποτε παρέκκλισις ἀπό τό
Ὀρθόδοξο δόγμα καί διδασκαλία, διότι ἀντελαμβάνετο ἄμεσα τίς τραγικές σωτηριολογικές
συνέπειες. Ὅλα αὐτά βέβαια τά εἶχε ἐμπεδώσει καί θεμελιώσει μέσα του ἔχοντας
πλήρως ἐνταχθῆ στήν ἐπίγεια ἄκτιστη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ὁπότε ἀντιλαμβάνεται
κανείς πλέον, μετά ἀπό τά προαναφερθέντα, ὅτι δέν ἐδέχετο ἐπ᾽ οὐδενί τήν
σχετικοποίησι τῆς Ὀρθοδοξίας στήν πολύθεο-ἄθεο χοάνη τοῦ ἐπαράτου Οἰκουμενισμοῦ,
οὔτε ὅμως τήν ἀποκοπή ἀπό τήν Ἐκκλησία μέσῳ τῶν διαφόρων σχισμάτων. Ἦτο λοιπόν ἐν
πρώτοις ἄκρως ἀντιοικουμενιστής.
Ἔλεγε: «Ἡ ἀλήθεια
εἶναι μόνο στήν Ὀρθοδοξία» καί ἐστενοχωρεῖτο γιά τά διάφορα ἀνοίγματα μέ τούς ἑτεροδόξους.
Τό ἴδιο ἔκανε καί
μέ τούς αὐτοαποκαλουμένους ἐν Ἁγίῳ Ὄρει καί ἀλλαχοῦ ''ζηλωτάς'', πρός τούς ὁποίους
εἶχε μέν ἀρχοντική συμπεριφορά, δέν εἶχε ὅμως ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία.
Νά μήν ἀναφέρω ὅμως
στό σημεῖο αὐτό ἄλλες σχετικές φράσεις τοῦ Γέροντα, γιατί λίγο-πολύ ἐκινοῦντο
στό ἴδιο μῆκος κύματος μέ ἐκεῖνο τοῦ π. Παϊσίου καί τῶν ἄλλων ἀγωνιστῶν πατέρων
καί θεωροῦνται γνωστές.
Ἀντί αὐτοῦ ὅμως, ἄς
ἀναφέρω δύο σχετικά περιστατικά. Νομίζω ὅτι ἐπιτρέπεται καί ἐπιβάλλεται αὐτά νά
λεχθοῦν.
Π. ΙΩΗΛ: Διαισθάνομαι ὅτι θά μᾶς καλυψουν πλήρως.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Τό ἐλπίζω. Μία φορά, ὅταν εὑρίσκετο στόν Λίβανο σέ
νεαρά ἡλικία, ἕνας Δεσπότης τοῦ εἶπε νά φάη κέρασμα ἀρτύσιμο. Ἦταν ὅμως ἡμέρα
νηστείας. Ὁ π. Ἰσαάκ, Φίλιππος τότε, ἀφοῦ τόν εὐχαρίστησε ἀρνήθηκε νά τό φάγη.
Τοῦ εἶπε: «Νά μέ συγχωρῆτε, ἐπειδή εἶναι νηστεία, θά πάρω μόνο τό νερό. Τήν εὐχή
σας...» Τότε ὁ Δεσπότης ἐκεῖνος τόν προέτρεψε νά τό φάγη λέγοντας: ''Δέν
πειράζει, δέν εἶναι ἁμαρτία, τό ἔχω εὐλογήσει ἐγώ''. Τότε ὁ π. Ἰσαάκ εὐγενικά ἀρνήθηκε
ἐκ νέου καί δέν τό πῆρε. Εἶπε ὅμως ἀπό μέσα του: ''Ἐσύ τό εὐλόγησες, Δέσποτα,
δέν τό ἔχει εὐλογήσει ὅμως ὁ Χριστός''. Τά συμπεράσματα αὐτονόητα. Ἄν γιά ἕνα
κέρασμα ἀντέδρασε ἔτσι ὁ Γέροντας, πολλῷ μάλλον θά ἀντιδροῦσε γιά ἄλλα θέματα
σοβαρώτερα, δηλαδή πίστεως, κλπ.
Τό δεύτερο
περιστατικό πού, ὅπως καί τό προαναφερθέν, μᾶς τό διηγήθηκε ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας,
ἔχει ὡς ἑξῆς: «Μία φορά πῆγα νά φτιάξω ἕνα χαλασμένο μου παπούτσι σέ ἕναν
μοναχό κοντά στίς Καρυές, πού ἦταν τσαγκάρης». Ὁ Γέροντας ἐκεῖνος ἦτο ζηλωτής
καί μάλιστα Ἑξαγωνίτης, δηλαδή δέν περεδέχετο τήν ἁγιότητα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου,
κλπ. Καί συνέχισε ὁ Γέροντας: «Πρίν καλά-καλά τοῦ ἐξηγήσω τί πρόβλημα εἶχε τό
παπούτσι μου, σέ αὐστηρό τόνο μοῦ λέγει: ''Δέν ἔχεις ἱερωσύνη''. Ὁπότε κι ἐγώ
τοῦ λέγω: ''Αὐτό δέν τόλμησε νά μοῦ τό πῆ οὔτε ὁ ἴδιος ὁ Διάβολος, θά μοῦ τό πῆς
ἐσύ;''. Παίρνω ἀμέσως τό παπούτσι - πρίν τό ἐπισκευάση - τόν χαιρετάω καί φεύγω
ἀμέσως». Καί μετά μοῦ ἐξήγησε ὁ Γέροντας σέ ἥρεμο καί γαλήνιο ὕφος: «Νά μοῦ ἔλεγε
ὁ,τιδήποτε ἄλλο, κάποιο παράπονο, ἤ νά μέ κατηγοροῦσε μπροστά μου, κλπ., ὤφειλα
νά τό δεχθῶ. Ἀλλά αὐτό ὄχι. Εἶναι σάν νά ἀρνοῦμαι, ἐγώ ὁ ἴδιος, τήν Ἐκκλησία,
τόν Χριστό, κλπ.».
Ἄς μήν ἀναλύσωμε
πολύ, π. Ἰωήλ, αὐτά τά σοφά καί ξάστερα λόγια τοῦ Γέροντα, διότι θά ξεφύγωμε ἀπό
τό θέμα μας. Ἁπλῶς, ἄς θίξωμε δύο μόνον σημεῖα τῶν λόγων του.
Πρῶτον, τό ὅτι δέν
εἶχε ἱερωσύνη καί δέν ἐτόλμησε νά τοῦ τό ἀμφισβητήση οὔτε ὁ Διάβολος.
Ἀπό αὐτήν τήν
πηγαία φρασούλα, πού μόνον λόγῳ ἱερῆς ἀγανακτήσεως ἐξέφυγε ἀπό τά χείλη τοῦ
Γέροντα, ἀπορρέουν δύο ἐπί μέρους συμπεράσματα. Τό ἕνα εἶναι ὅτι εἶχε ὁ
Γέροντας Ἰσαάκ προσωπικές ἐμπειρίες καί μάχες κατά τρόπο αἰσθητό μέ τά πνεύματα
τῆς πονηρίας. Τό ἄλλο συμπέρασμα εἶναι τό πόσο φρίσσει ὁ Διάβολος αὐτήν ταύτην
τήν ἱερωσύνην, πού οὔτε κἄν σάν ψέμμα ἐτόλμησε νά τήν περιφρονήση καί νά τοῦ
τήν ἀμφισβητήση.
Τό δεύτερο
σημαντικό σημεῖο πού θά θίξωμε ἀπό τό ὅλο σκηνικό, εἶναι τί σαφῆ ἐκκλησιολογική
γνῶσι καί γνώμη εἶχε ὁ Γέροντας περί Ἐκκλησίας καί σχισμάτων.