Είναι πραγματικά συγκλονιστική
και πολύ διδακτική, ναι πολύ διδακτική, η καταγραφή σταθμών από τη ζωή της, που
έκανε μια Θεσπρωτή γυναίκα. Μέσα από τις γραμμές, που κατέγραψε, φανερώνεται η
πάλη της, η δυναμική πάλη της για τη ζωή και τους συνανθρώπους της. Και κυρίως
η αξιοπρέπειά της. Μια αξιοπρέπεια, που την κάνει να μην λυγίσει, και να
μάχεται
όρθια. Ακολουθούν μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα γραφόμενά της: «Μόλις σαράντισα, με πήρε η μανούλα μου και φύγαμε για Ήπειρο. Για ένα κουτσοχώρι της
Θεσπρωτίας στα σύνορα. Υπηρετούσε ο πατέρας εκεί, νεαρός δάσκαλος τότε.
Ταξιδέψαμε με αεροπλάνο. Της τότε Ολυμπιακής. Φτάνοντας στα Γιάννενα, η πυκνή
νέφωση εμπόδισε τον πιλότο να προσγειωθεί. Και άρχισε τις βόλτες. Έτυχε όμως
την ίδια ώρα να έχει καταφθάσει με άλλο αεροσκάφος και ο διάδοχος του έθνους. Ο
νυν τέως βασιλιάς της Ελλάδας. Οι υπεύθυνοι του αεροδρομίου αξιοποίησαν
όλα τα τεχνικά μέσα της εποχής για να διαλύσουν έστω για λίγο τα σύννεφα.
Διάδοχος ήταν αυτός. Έλα μου ντε που πρώτο προσγειώθηκε το πολιτικό αεροπλάνο;
Οι μπάντες δεν το πήραν είδηση και άρχισαν να παιανίζουν εμβατήρια. Για λάθος
διάδοχο. Αφού λόγω του βρέφους, η μάνα μου βρέθηκε πρώτη στη σκάλα με το πορτ
μπεμπέ. Κι εγώ, που ακόμη δεν καταλάβαινα σε τι κόσμο έχω έρθει, να απολαμβάνω
τιμές που δε μου ανήκαν. Χρόνια μετά, βρεθήκαμε ξανά στην Αθήνα. Ήρθαν πολλά
ακόμη. Είμαι εκπαιδευτικός. Είπα θα
φύγω. Από το κέντρο. Θα πάω στην επαρχία. Να χτίσω και το οικοπεδάκι για τα
γεράματα. Λάθος στιγμή. Οι ζωές όλων μας θα άλλαζαν δραματικά. Το οικοπεδάκι δε
χτίστηκε ποτέ. Δεν μπορούσε πια να χτιστεί. Είχαν έρθει τα πάνω κάτω. Έζησα
απλά τρία χρόνια στην επαρχία. Ούτε καν στο χωριό μου, που ήταν ο πραγματικός
στόχος. Κλεισμένο από χρόνια εκεί το σχολείο. Μια σκοτεινή γωνιά της Ελλάδας,
δίπλα στα σύνορα, ερημωμένη από ανθρώπους. Και φυσικά χωρίς σχολεία. Αναγκαστική
επάνοδος στην Αθήνα το περασμένο καλοκαίρι. Στο τσιμέντο. Αναπολώντας τα βουνά
μου που πρόλαβα λίγο να ζήσω. Και αποφεύγοντας να κατεβώ στο κέντρο της πόλης. Ήρθαν έτσι τα πράγματα που αρχές Ιουνίου ήθελα
δεν ήθελα μπλέχτηκα με το σύλλογο του χωριού. Την Αδελφότητα. Και από απλό της
μέλος, βρέθηκα ξαφνικά πρόεδρος. Δεν πρόλαβα να αναλάβω το τιμόνι, και κατάλαβα
πως το σκάφος πάει για φούντο. Για χίλιους λόγους μα κυρίως εξαιτίας της λεγόμενης
νομιμοποίησης. Φορολογικής και διοικητικής. Άρχισε το τρέξιμο. Στο κέντρο της Αθήνας. Από
τη λεωφόρο Αλεξάνδρας στην Ομόνοια, από την πλατεία Κοτζιά στο Σύνταγμα. Να
κάνω αιτήσεις, να μαζεύω χαρτιά. Να χτυπάω γροθιές στα καρφιά και να συσσωρεύω
οργή. Την περασμένη Παρασκευή, έχοντας
μετά από πραγματικό Γολγοθά αποκτήσει πια το ΑΦΜ, βρέθηκα στην οδό Λέκα. Να
συμβουλευτώ ειδικό φοροτεχνικό για τα περαιτέρω και το δέον γενέσθαι. Το
σκοτεινό και ασαφές ακόμη και για τους ειδικούς. Να με φοβίζει και να με
τρομοκρατεί.... Την εφορία να μου λέει ότι είμαι υπεύθυνη για την Αδελφότητα
από το 1935! Κι ας έχω γεννηθεί Χρόνια αργότερα. Κι ανέλαβα πρόεδρος μόλις στις
7 Ιουνίου 2014. Να μου ζητάνε φορολογικές δηλώσεις σε βάθος 15ετίας. Και ο
φοροτεχνικός, ο ειδικός σε σωματεία, να μου λέει πως θα είμαι τρελή αν το κάνω.
Να βάλω την υπογραφή μου για διαχειριστική περίοδο που δεν ήμουν υπεύθυνη και
δεν ξέρω τι γινόταν. Πως θα καταλήξω στο σκαμνί! Αν δεν είχα στο μεταξύ γνωρίσει τις
καθαρίστριες, που αγωνίζονται για το δίκαιό τους, μπορεί και να είχα τρομοκρατηθεί.
Το παραδέχομαι. Τώρα λέω πως δεν έχω
τέτοιο δικαίωμα. Αγωνιζόμαστε λοιπόν. Άλλος δρόμος δε μας μένει. Και με
όπλο το δίκιο μας και την αλήθεια. Και το πρόσωπο φανερό. Ούτε με καλάσνικοφ,
ούτε με κουκούλες και περούκες. Και θα νικήσουμε. Το διδάσκει η ιστορία. Που
δεν μπορούν όσο και αν θέλουν να την αλλάξουν. Γιατί δεν είναι ούτε μύθοι, ούτε
λέξεις. Είναι πράξεις. Συνεχίζουμε
επομένως. Με το κεφάλι ψηλά. Δίχως φόβο. Δίχως πάθος. Την ανηφόρα. Και
στα βήματα εκείνων που ίδρυσαν την Αδελφότητα".