Του π. Ιωήλ Κωνστάνταρου
Καμμία άλλη λέξη από όλες τις
γλώσσες των ανθρώπων δεν μπορεί να εκφράσει την Νίκη, τον θρίαμβο και την
ουσιαστική ευτυχία, από την λέξη Ανάσταση! Στην λέξη αυτή
συμπυκνώνεται όλη η προσδοκία του ανθρωπίνου γένους, από Αδάμ έως του Κυρίου
Ιησού και όλη η ελπίδα των ανθρώπων. Η Σταύρωση και η ένδοξη Ανάσταση,
δικαιώνουν αυτή
την προσδοκία έως της συντελείας των αιώνων, που και πάλιν θα
έλθει ο Θεάνθρωπος Ιησούς ένδοξος, κρίναι ζώντας και νεκρούς.
Και είναι η
χαρά μας ανέκφραστη και απέραντη, αφού ο αποκυλισθείς λίθος του μνήματος σήμανε
τον θάνατο του θανάτου και την σκύλευση του άδου.
Στο γεγονός
αυτό, της Αναστάσεως του Χριστού, όλα τα δημιουργήματα της αγάπης του Τριαδικού Θεού, από το πιο ταπεινό
χαμομηλάκι και το γλυκόλαλο αηδονάκι, που ψάλλει με “τέχνη και χάρι”, από τον
φλοίσβο της γαλάζιας θάλασσάς μας που στεφανώνει τις όμορφες ακρογιαλιές της
γήινης παροικίας μας, έως και τα τάγματα των Αγίων Αγγέλων και Αρχαγγέλων που
με τα άχραντα Πάθη και την ένδοξη Ανάσταση παγιώθηκαν στο καλό, όλα μα όλα τα
ορατά και αόρατα πανηγυρίζουν και το καθένα με τον τρόπο του, την στάση του και
τον φθόγγο του, αναμέλπει πάλιν και πολλάκις και ακαταπαύστως το “Χριστός Ανέστη – Αληθώς Ανέστη”!
Και έρχεται
τώρα ο άνθρωπος. Η κορωνίδα της όλης δημιουργίας που για χάρη του ο Υιός και
Λόγος του Θεού έγινε άνθρωπος, έπαθε, εσταυρώθη και Ανέστη, για να
συνειδητοποιήσει όσο το δυνατόν και να δοξολογήσει το κατά δύναμιν την αγάπη,
την Νίκη και τον θρίαμβο του πρωτοτύπου Του. Την ανάσταση της εικόνας του Θεού
και να προσκυνήσει τον “ Όλβιον τάφον”!
Βλέπει και
θαυμάζει ο “κατ' εικόνα Θεού πλασθείς”
άνθρωπος το σχέδιο της οικουμένης και την ευδοκία της Τριαδικής Θεότητος, μα
ταυτοχρόνως διαπιστώνει την ανοησία των εχθρών του Χριστού. Διότι δεν υπάρχει
μεγαλύτερη ανοησία στον άνθρωπο από το να επιχειρεί να αρνηθεί την Ανάσταση και
να πολεμήσει τον Αναστάντα. Ενώ στα ποικίλα αστοχήματα, στα πάθη και στην
αμαρτία του ο άνθρωπος γίνεται καρικατούρα του θεοειδούς ανθρώπου, όταν ξεπερνά
τα όρια και φθάνει στο να μισεί και να διώκει τον Ιησού, τότε καταντά μια
τραγική και συνάμα μια καταγέλαστη φιγούρα, που γελοιοποιείται.
Κατορθώνει, να
τον περιγελά ολόκληρη η κτίσις. Πράγμα που συνέβη με τους Χριστιανοκτόνους
Εβραίους και με όλους όσους έχουν βαλθεί έως το Τέλος της Ιστορίας να «φρουρούν
τον κενόν τάφον» του Ιησού.
Αλλ' ας αφήσουμε τους Ρωμαίους λεγεωνάριους που το
μόνο που κατόρθωσαν διά της περιφρουρήσεώς τους ήταν το να εξευτελίσουν σε
παγκόσμια κλίμακα τους εαυτούς τους, τον Καίσαρα και την “Ρωμαϊκή Ειρήνη” (Pax
Romana), ας συγκρατήσουμε πλέον τον γέλωτα τον οποίο μας προκαλεί η
μηχανορραφία των Εβραίων που νομίζουν ότι με τα αργύριά τους θα γίνει πιστευτό
το “ημών κοιμωμένων εκ του μνήματος εσυλήθη ο
νεκρός”, και σας εστιάσουμε το βλέμμα μας στον “κενόν τάφον”.
Ο τάφος αυτός
ο Πανάγιος φιλοξένησε το νεκρό σώμα του Κυρίου Ιησού, ενωμένο με την Θεότητά
Του. Και επειδή κάθε τάφος που εδέχθη ή που θα δεχθεί ανθρώπινο λείψανο, όσο ικανός και
χαρισματούχος κι αν υπήρξε όταν ζούσε ο άνθρωπος, θα κρατά τα οστά του
αποθανόντος, ο Ζωοδόχος αυτός τάφος είναι ο Μοναδικός ο Οποίος, την Κυριακή τα
ξημερώματα έμεινε κενός, άδειος, ακριβώς διότι η φθορά και ο Άδης δεν ήταν
δυνατόν να κατακρατήσουν την Αυτοζωή!
“Ουκ ην δυνατόν κρατείσθαι υπό
της φθοράς τον αρχηγόν της Ζωής”, θα γράψει στην λειτουργική του
ευχή ο Ουρανοφάντωρ του Χριστού Μ. Βασίλειος, και διά της δογματικής αυτής
φράσεως θα συμπυκνώσει την μεγάλη αλήθεια
περί της Αναστάσεως του Χριστού.
Ο κενός λοιπόν
τάφος είναι το πρώτο στοιχείο της αναστάσεως του Χριστού. Και το διαπιστώνουν
αυτό πρώτες οι Μυροφόρες γυναίκες που σπεύδουν “λίαν
πρωί” προς το μνημείον “φέρουσαι ά
ητοίμασαν αρώματα”. Στη συνέχεια βιώνουν το γεγονός της Αναστάσεως
οι δύο Μαθητές, ο Πέτρος και ο Ιωάννης οι οποίοι βρήκαν “τα οθώνια και το σουδάριον, ό ήν επί της κεφαλής αυτού...
αυτόν δε ουκ είδον” (Ιωάν. Κ' 6-7. Λουκ. ΚΔ' 24).
Αλλά δεν είναι
μόνο αυτό, ότι δηλ. διαπιστώνεται ο άδειος, ο κενός τάφος του Κυρίου Ιησού,
αλλά ένα άλλο σημαντικό και μοναδικό γεγονός είναι, ότι ο Χριστός αναστήθηκε,
ενώ ο τάφος ήταν κλεισμένος και σφραγισμένος. Η Ρωμαϊκή φρουρά που φύλαγε το
μνημείο, δεν κατάλαβε απολύτως τίποτε. Ούτε καν ο ελάχιστος θόρυβος ακούστηκε,
ούτε κάποια παραβίαση των σφραγίδων που είχε θέσει η εξουσία στον τάφο
παρατηρήθηκε, και φυσικά ούτε τον ακριβή χρόνο της αναστάσεως αντελήφθησαν για
να σημειώσουν.
Και πώς ήταν
δυνατόν να αντιληφθούν, αφού ο Αναστάς Κύριος δεν εμποδίζεται από τις στενές
διαστάσεις του χώρου και του χρόνου; Αυτός άλλωστε είναι ο Δημιουργός όλων των
κτιστών διαστάσεων και των νόμων της φύσεως. Κατά τρόπο δε μοναδικό, η Ιερά
υμνολογία της Εκκλησίας μας αποδίδει με θεολογικό λυρισμό αυτήν την
πραγματικότητα, ότι δηλ. Ο Ιησούς δεν δεσμεύεται από τους νόμους που ο ίδιος
έθεσε.
“Ώσπερ εξήλθες εσφραγισμένου
του τάφου, ούτως εισήλθες και των θυρών κεκλεισμένων προς του μαθητές σου...
Ουκ ήσθοντο πότε ανέστης οι φυλάσσοντές σε στρατιώται...”.
Αλλά το
αποκορύφωμα της ενατενίσεως του κενού Ζωοδόχου Τάφου είναι η μεταλλαγή της
θρηνώδους και λυπηράς καταστάσεως, που
φυσικώ τω τρόπω επιφέρει ο κάθε τάφος, σε χαρά και απέραντη ευτυχία. Εδώ πλέον,
σταματά η λογική και η καρδιά αισθάνεται τις δροσοσταλίδες της Αναστάσεως, που
φέρουν τον υετόν της «απαρχής των κεκοιμημένων»!
Από το σημείο αυτό και κάτω οι Μυροφόρες και οι Απόστολοι μάς παραδίδουν στους
Υμνολόγους Πατέρες και υμνογράφους διδασκάλους και σύμπασα η λατρευτική
κοινότητα της Εκκλησίας, ψάλλει και αναμέλπει τα “χαράς
Εαγγέλια” και υμνούμε τον “όλβιον
τάφον”! Τώρα, μαζί με την Μαρία την Μαγδαληνή, η κάθε ύπαρξη που αγάπησε τον Ιησού όσο
ο,τιδήποτε άλλο, ενώ έως τώρα έξω από τον τάφο “ολοφύρετο
κλαυθμώ” δέχεται την Τρισόλβια, την Φωτεινή και μοναδική παρουσία
του Θεανθρώπου και ακούει την ερώτησή του “...τις
κλαίει; τίνα ζητείς;”. Και
όταν διαπιστώνεται πως αυτός που ομιλεί είναι ο “Ραβουνί”,
ο ηγαπημένος Διδάσκαλος, τότε, ξεσπούν οι αναστάσιμες κραυγές και οι
αλαλαγμοί της αναφαίρετης, παντοτινής
και αιώνιας χαράς!
Τώρα πλέον για
τους μαθητές του Χριστού, τα νεκροταφεία, από τόπους που κατέχουν τάφους νεκρών
και από χώρους που συγκλίνουν οι ποταμοί των δακρύων, μεταβάλλονται σε
κοιμητήρια “προσωρινού ύπνου” και σε μνήματα που κηρύσσουν μηνύματα πίστεως,
ελπίδος και αγάπης.
Αυτός ο τάφος του Χριστού είναι ο πρώτος και μοναδικός που έπαυσε τον “επιτάφιον θρήνον”, που αχρήστευσε την πένθιμη χορωδία του Άδου και που μετέτρεψε τα δάκρυα του πόνου σε δάκρυα χαράς προς τον Κύριο Ιησού και σε ροές δοξολογίας προς την Παναγία Τριάδα!
Αυτός ο τάφος του Χριστού είναι ο πρώτος και μοναδικός που έπαυσε τον “επιτάφιον θρήνον”, που αχρήστευσε την πένθιμη χορωδία του Άδου και που μετέτρεψε τα δάκρυα του πόνου σε δάκρυα χαράς προς τον Κύριο Ιησού και σε ροές δοξολογίας προς την Παναγία Τριάδα!
Αδελφοί μου. Όλοι μας, ίσως κάποτε να συναντήσουμε τους
φύλακες του τάφου, βλοσυρούς και ψυχρούς, μήπως κανείς τολμήσει και κλέψει το
σώμα του Ιησού. Επίσης όλοι μας θα βρεθούμε στο νεόσκαφτο τάφο ενός αγαπημένου
μας προσώπου. Στην πρώτη περίπτωση, των στρατευμένων εχθρών της Αναστάσεως, δεν
έχουμε παρά να τους δείξουμε τον κενό τάφο που “μάτη φυλάσσουν”, κι αν
διαθέτουν νουν θα καταλάβουν... ειδ' άλλως: Χαμογελάστε την αφέλειά τους και
αφήστε τους να διασκεδάζουν μαζί τους ο κόσμος και οι αιώνες. Όσο για την
δεύτερη περίπτωση, που θα συνοδεύσουμε ένα προσφιλές μας πρόσωπο στην τελευταία
του κατοικία και στο χωμάτινο κρεββάτι της γης: Ας μην λησμονούμε ποτέ ότι ο
θάνατος δεν είναι για το σώμα παρά ένας μακρύς ύπνος, από τον οποίον όλους μας
θα μας εγείρει, όταν το προστάξει ο Θεός, η Αρχαγγελική σάλπιγγα.
Ήδη βιώνουμε τον θρίαμβο της ανοιξιάτικης φύσεως με όλη
την Δημιουργία έως και αυτούς τους Γαλαξίες. Ορατά και αόρατα, αναμέλπουμε τον
παιάνα της Νίκης και την Χριστοποιημένη Ζωή της Αναστάσεως.
“Χριστός εκ νεκρών εγήγερται, η
απαρχή των κεκοιμημένων, ο Πρωτότοκος της κτίσεως, και δημιουργός πάντων των
γεγονότων, την καταφθαρείσαν φύσιν του γένους ημών εν εαυτώ ανεκαίνισεν. Ουκέτι
θάνατε κυριεύεις, ο γαρ των όλων Δεσπότης το κράτος σου κατέλυσε”.
Αδελφοί.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ