Έκκληση στους γιατρούς του ΕΟΠΥΥ να
σταματήσουν την απεργία τους απηύθυνε ο
υφυπουργός Υγείας, Αντώνης Μπέζας, τονίζοντας ότι «οι κινητοποιήσεις αυτές
θα οδηγήσουν σε ένα σοβαρό πλήγμα στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Θα
οδηγήσουν σε μεγάλα προβλήματα και δυσκολίες τους ασφαλισμένους του ΕΟΠΥΥ». Ο
κ. Μπέζας σημείωσε ότι «είναι ανάγκη να προχωρήσει αυτή η μεταρρύθμιση γιατί θα
προσφέρει καλύτερες υπηρεσίες στους πολίτες. Αναγκαστικά θα πρέπει να πάμε
προσφέρει καλύτερες υπηρεσίες στους πολίτες. Αναγκαστικά θα πρέπει να πάμε
σε
αξιολόγηση δομών και προσωπικού σε ότι αφορά το ιατρικό προσωπικό» και
προσθέτει στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ: «Πρέπει να πάμε σε αξιολόγηση των δομών και του προσωπικού και
πιθανόν μπορεί να προκύψουν κάποιες ειδικότητες, οι οποίες δεν προσιδιάζουν
στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας ή να προκύψει ένας αριθμός γιατρών
συγκεκριμένης ειδικότητας που δεν χρειάζεται να υπάρχει στην νέα πρωτοβάθμια
φροντίδα υγείας που δημιουργούμε». Η αξιολόγηση αυτά θα γίνει από την επιτροπή
αξιολόγησης και όχι από τον υπουργό Υγείας, τονίζει ο κ. Μπέζας και προσθέτει:
«Εκείνο το οποίο εμείς λέμε είναι ότι και για αυτούς τους γιατρούς που πιθανόν
να ενταχθούν σε μία διαθεσιμότητα μακράς διαρκείας και όχι για αυτή τη μικρή
διαθεσιμότητα-κινητικότητα του υπόλοιπου προσωπικού, εμείς προσφέρουμε
εναλλακτικές λύσεις. Θα μπορέσουν ίσως αυτοί οι άνθρωποι να συνεχίσουν να
εργάζονται ως συμβεβλημένοι με εξωτερικές συμβάσεις με τον ΕΟΠΥΥ είτε να
περάσουν στο άλλο κομμάτι του ΕΟΠΥΥ, στο κομμάτι του αγοραστή και να συνεχίσουν
να εργάζονται στον ΕΟΠΥΥ ως ελεγκτές-ιατροί είτε να περάσουν στη δευτεροβάθμια
φροντίδα υγείας μετά όμως από προκήρυξη των θέσεων και μετά από κρίση». Αναφορικά
με το νοσηλευτικό, διοικητικό και το εργαστηριακό προσωπικό, που εργάζεται στις
μονάδες υγείας του ΕΟΠΥΥ, ο κ. Μπέζας διαβεβαιώνει ότι «δεν θα υπάρξει καμία
απόλυση προσωπικού, ουδείς θα χάσει τη δουλειά του» και προσθέτει: «Εμείς
αναλαμβάνουμε τη δέσμευση ότι δεν θα υπάρξει απολύτως κανένα πρόβλημα. Υπάρχουν
τεράστια κενά σε αυτές τις κατηγορίες του προσωπικού, θα έχουμε μια μικρή
κινητικότητα, όπως αυτή που εφαρμόστηκε στις μετακινήσεις και στις αλλαγές που
έγιναν μεταξύ των νοσοκομείων στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη». Ερωτηθείς για τη
μείωση της κρατικής χρηματοδότησης του ΕΟΠΥΥ από τον κρατικό προϋπολογισμό, ο
κ. Μπέζας τόνισε ότι «είναι ένα γενικό φαινόμενο που υπάρχει στο χώρο της υγείας
τα τελευταία χρόνια. Περνάμε και στο χώρο της υγείας μία σοβαρή κρίση που
πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε
αυτό το πρόβλημα είναι να προχωρήσουμε σε μεταρρυθμίσεις, που θα δημιουργήσουν
συνέργειες, θα δημιουργήσουν οικονομίες κλίμακας και θα μπορέσουμε να
αντιμετωπίσουμε τη μείωση της χρηματοδότησης στον τομέα της υγείας. Επιπλέον
όμως προχωρούμε και σε άλλα μέτρα που θα μας βοηθήσουν να αντιμετωπίσουμε την
κατάσταση από οικονομικής πλευράς, όπως είναι για παράδειγμα η καινούργια
διαδικασία που έχουμε εισαγάγει για την τιμολόγηση των φαρμάκων. Μόνο αυτός ο
νέος τρόπος τιμολόγησης των φαρμάκων -πρόκειται για τη γνωστή τροπολογία που
αρνείται να ψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ- θα οδηγήσει σε μια μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής
δαπάνης κατά 480 εκατομμύρια ευρώ για το 2014 και βεβαίως θα υπάρχει και όφελος
για τα επόμενα έτη. Ο υφυπουργός Υγείας κατηγόρησε μάλιστα τον ΣΥΡΙΖΑ «για
πολιτική υποκρισία» και πρόσθεσε ότι «αν καταψηφίσουν ως κόμμα τη συγκεκριμένη
διάταξη τότε αυτό σημαίνει ότι δεν θέλουν φθηνότερο φάρμακο για τον ελληνικό
λαό και ότι στην ουσία εξυπηρετούν τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιριών». Ο
κ. Μπέζας χαρακτήρισε τέλος «γραφική» την κίνηση των εργαζομένων να «χτίσουν»
συμβολικά την είσοδο του Δρομοκαίτειου και πρόσθεσε: «Δεν πρόκειται να κλείσουν
ψυχιατρικά νοσοκομεία, θα αλλάξουν τη μορφή με την οποία λειτουργούν σήμερα.
Από τη μία πλευρά η χώρα πρέπει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει
σε σχέση με την ψυχιατρική μεταρρύθμιση και από την άλλη εμείς δεσμευόμαστε ως
υπουργείο Υγείας ότι δεν θα χαθεί καμία θέση εργασίας. Αυτά τα δύο θα τα
συνδυάσουμε και έτσι θα προχωρήσει η κατάσταση σε σχέση με τα ψυχιατρικά
νοσοκομεία. Πρέπει να προχωρήσουμε την αποασυλοποίηση, πρέπει να δημιουργήσουμε
νέες δομές ψυχικής υγείας, κοινοτικές δομές και τα ψυχιατρικά νοσοκομεία δεν θα
συνεχίσουν να λειτουργούν με τη μορφή που λειτουργούν σήμερα».