Του π. Ιωήλ Κωνστάνταρου
Η Α' προς Κορινθίους Επιστολή έφτασε στο τέλος της. Ο Απόστολος Παύλος, γεμάτος συγκίνηση, σταματά την υπαγόρευση και πιάνει ο ίδιος στα χέρια του την γραφίδα. Τους απευθύνει με μύριες καρδιακές ευχές τους εν Κυρίω ασπασμούς. «Ο ασπασμός τη εμή χειρί Παύλου»! Από πολλά σημεία των επιστολών του
διαφαίνεται η αγάπη που πλημμύριζε την
καρδιά του. Αλλά και αυτή η φαινομενική
απλή φράση, αποκαλύπτει την αγάπη του
προς τον Θεό, αλλά και προς τους πιστούς
αδελφούς του. Και φαίνεται αυτό,
ακόμα,
από το ότι ο Απόστολος συνιστά στους
Κορινθίους να τιμούν την οικογένεια
του Στεφανά και να υποτάσσονται σ' αυτή,
αφού υπήρξε η πρώτη στο χώρο της
Πελοπονήσου που δέχθηκε την πίστη του
Χριστού και αφιερώθηκε εξ' ολοκλήρου
στην διακονία των πιστών.
Μέσα δε από την απέραντη εμπειρία του
στα θέματα της διοικήσεως των κατά
τόπους Εκκλησιών, συνιστά στους Κορινθίους
να δείχνουν υποταγή και σε κάθε ένα, ο
οποίος συνεργάζεται και κοπιάζει σ'
αυτό το μεγάλο έργο της εν Χριστώ
διακονίας των πιστών.
Όλο
το κείμενο, όπως παρατηρεί κανείς, είναι
γεμάτο πατρικές συμβουλές αγάπης, αλλά
και αγίας χαράς, διότι τον επισκέφθηκαν
τρεις συμπατριώτες τους. Ο Στεφανάς, ο
Φορτουνάτος και ο Αχαϊκός. Και μέσα στο
πλαίσιο αυτό, μεταφέρει στην Εκκλησία
της Κορίνθου τους αδελφικούς χαιρετισμούς
των τέκνων της Εκκλησίας της Μικράς
Ασίας, όπως επίσης και αυτών των βασικών
συνεργατών του. Του Ακύλα και της συζύγου
του Πρίσκιλλας, μαζί και όλων των πιστών
που συγκεντρώνονται στο ευλογημένο
τους σπίτι. «συν
τη κατ' οίκον αυτών εκκλησία».
Ναι, ολόκληρο το ανάγνωσμα δεν αποτελεί
παρά ένα μικρό δείγμα της μεγάλης αγάπης,
της Αποστολικής θυσίας και της ποιμαντικής
μέριμνας του Αποστόλου των Εθνών, για
τα μέλη του Σώματος του Χριστού!
Εκείνο
όμως που προκαλεί μεγάλη εντύπωση και
βάζει σε σκέψεις και αγία ανησυχία, όχι
μόνο τους πιστούς, στους οποίους
απευθύνεται η επιστολή, αλλά και το
σύνολο των τέκνων της Εκκλησίας, είναι
η φράση «Μαράν
αθά», αφού πρώτα τονίζει σε πολύ έντονο
ύφος «εί τις ου φιλεί τον Κύριον Ιησούν
Χριστόν, ήτω ανάθεμα» (Α' Κορ. ΙΣΤ' 22).
Εάν κανείς δηλ. δεν αγαπά με την καρδιά
του τον Κύριο Ιησού Χριστό, ας είναι
χωρισμένος από το σώμα της Εκκλησίας.
Ο Κύριος έρχεται!
Η φράσις αυτή, εντάσσεται οργανικά μέσα
στο πλαίσιο της λατρευτικής κοινότητας.
Οι πιστοί την γνώριζαν και την βίωναν
και θα λέγαμε ότι αποτελούσε ένα «σήμα
κατατεθέν» στην όλη μυστηριακή κοινωνία.
Γι' αυτό και ο Απόστολος την καταγράφει
και σφραγίζει με αυτή την επιστολή του,
γνωρίζοντας ότι αποτελεί ένα δογματικό
και αφυπνιστικό στοιχείο.
Και μόνο ότι αναφέρεται η φράση με την
αραμαϊκή της έκφραση «μαράν αθά», γίνεται
φανερό ότι η θεολογία που συμπυκνώνει,
έχει να κάνει τόσο με τον χώρο της Παλαιάς
Διαθήκης, όσο και με την λαχτάρα των
πιστών.
Άλλωστε,
το εσχατολογικό της νόημα «ο Κύριος
έρχεται σύντομα ως Κριτής», αφορά το
παρόν, που ζει κάθε φορά η Εκκλησιαστική
κοινότητα. Έχει να κάνει με τον αγώνα
της καθημερινότητας σε σχέση με την
«μόρφωση
του Χριστού» (Γαλάτ, Δ΄19)
στις καρδιές των πιστών.
Όντως, συγκλονιστική η διατύπωση. Και
γνωρίζουμε από την ιστορία της Εκκλησίας
μας και ειδικότερα από τη διαμόρφωση
της λατρείας μας, που αποτελεί το κέντρο
και τον πυρήνα της πίστεώς μας, ότι το
«μαράν αθά», έχει διπλή τη σημασία.
Σημαίνει
και αυτό που ήδη τονίσαμε «Ο Κύριος
έρχεται σύντομα ως Κριτής», ή όπως
μεταφράζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στο
βιβλίο της Αποκαλύψεως «Έρχου
Κύριε»,
μια λαχτάρα δηλ. και μια προσδοκία για
την προσωπική συνάντηση με τον Θεό, αλλά
ταυτοχρόνως βιώνεται και ως «Ο
Κύριος ήλθε»,
μέσα στον λειτουργικό χρόνο!
Ο Κύριος ήλθε στην ύπαρξη του πιστού με
την Κοινωνία του Κυριακού Δείπνου, και
το συγκλονιστικό, ότι τελείωναν οι
πιστοί την σύναξη της ευχαριστίας, με
μια επίκληση που έδειχνε όλη την νοσταλγία
για την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου!
Είναι
γνωστό, ότι μέσα στον ανεκτίμητο θησαυρό
που κατέχει η Εκκλησία μας, υπάρχει και
το βιβλίο «Διδαχή». Εκεί, μεταξύ των
άλλων μελετούμε μια καταπληκτική
επίκληση της λατρευτικής κοινότητας,
προ της θείας Κοινωνίας, που εκφράζει
ακριβώς αυτή την προσδοκία: «Μνήσθητι,
Κύριε, της Εκκλησίας σου, του ρύσασθαι
αυτήν από παντός πονηρού και τελειώσαι
αυτήν εν τη αγάπη σου, και σύναξον αυτήν
από των τεσσάρων ανέμων, την αγιασθείσαν,
εις την σην βασιλείαν, ήν ητοίμασας
αυτή. Ότι σου εστίν η δύναμις και η δόξα
εις τους αιώνας». Ελθέτω χάρις και
παρελθέτω ο κόσμος ούτος. Ωσαννά τω Θεώ
Δαυϊδ. Εί τις άγιος εστίν, ερχέσθω. Εί
τις ουκ έστι, μετανοήτω» (Διδαχή, κεφ.
10).
Αυτή λοιπόν τη λατρευτική σύναξη έχει
μπροστά στα μάτια του ο Απόστολος. Αυτή
την εμπειρία κατέχουν οι πιστοί και
αναγνωρίζουν στη φράση αυτή τη λαχτάρα
για τη συνάντηση με τον Κύριο της Δόξης.
Βεβαίως το πότε θα έρθει ο Κύριος ως
Κριτής, το πότε δηλ. θα έρθει η ημέρα της
ενδόξου του Παρουσίας, αυτό δεν μπορεί
κανείς να το γνωρίζει. «Ουδείς οίδεν»
και όσοι τόλμησαν κατά καιρούς να κάνουν
υποθέσεις και να περάσουν τα εσκαμμένα,
έπεσαν έξω.
Το
βέβαιο είναι, πως η προσδοκία αυτή
αποτελεί μεγάλη πραγματικότητα και θα
πρέπει όχι μόνο να σκεπτόμαστε το άρθρο
του Συμβόλου της Πίστεώς μας: «Και
πάλιν ερχόμενον, κρίναι ζώντας και
νεκρούς»,
αλλά επιβάλλεται να συμμορφώνουμε
αναλόγως και τη ζωή μας, προς αυτή βεβαίως
την κατεύθυνση.
Εάν όμως δεν γνωρίζουμε, αλλά και δεν
ωφελεί να μάθουμε τους «χρόνους
ή καιρούς ους
ο Πατήρ
έθετο εν τη ιδία
αξουσία» (Πράξ.
Απ. Α΄7), πιστεύουμε και γνωρίζουμε
ότι ο Κύριος έρχεται σύντομα στον καθένα
προσωπικά.
Έρχεται κατά την ώρα του θανάτου.
Και εδώ αξίζει να σταθούμε, διότι σημασία
έχει το πώς άραγε θα μας βρει ο Κύριος,
όταν δεχθούμε, θέλοντας και μη, τον
απρόσκλητο και τρομερό αυτόν επισκέπτη.
Άραγε θα είμαστε σε θέση να δώσουμε την
«καλήν απολογίαν»;
Ή, αλλοίμονο, θα ακουστεί το φοβερό «ουκ
οίδα υμάς»!
Ώ, Κύριε, Κύριε, μη αποστρέψεις το πρόσωπόν
σου από του παιδός Σου...
Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως το «Μαράν
αθά», και με τις δυο του τώρα όψεις,
τόσο της Δευτέρας Παρουσίας, όσο και
αυτής του θανάτου και της προσωπικής
συναντήσεως με τον Κύριο, δεν είναι
καθόλου απλή υπόθεση. Δεν είναι εύκολη
υπόθεση, εκτός των άλλων, διότι το
αποτέλεσμα της πρώτης συναντήσεως,
καθορίζει και παγιώνει την όλη κατάσταση
κατά την ημέρα της παγκοσμίου Κρίσεως.
Αυτός είναι και ο λόγος που ο Απόστολος
στην πρώτη προτροπή του προς του
Κορινθίους, απευθύνει το «Γρηγορείτε».
Και παραγγέλει σ'΄αυτούς, αλλά και σ'
εμάς, να είμαστε άγρυπνοι και ξύπνιοι
πνευματικώς. Να μη μας πιάνει ο ύπνος
της οκνηρίας και δεμένους μας ρίχνει
στα δίχτυα της «ευπερίστατης
αμαρτίας» (Εβρ.
ΙΒ΄1), που εγκλωβίζει την ψυχή στα
ποικίλα πάθη και τη ναρκώνει στις κακές
αδυναμίες.
Έτσι, κοντά στην εγρήγορση έρχεται η
πνευματική ανδρεία και η ενδυνάμωση
στον υψηλότατοτων αγώνων, που μπορεί
να σκεφθεί ο άνθρωπος. Και φυσικά, όσο
συνειδητότερος ο αγώνας, τόσο και
περισσότερη η ανδρεία και ο άγρυπνος
λογισμός επάνω «στα τείχη της καρδιάς».
Εννοείται δε, ότι όλα αυτά θα γίνονται
όχι με ύφος άγριο και αποκρουστικό. Όχι
με πνεύμα εμπάθειας και αποστροφής προς
τους αδερφούς. Ουδέποτε σε ατμόσφαιρα
άκριτου και φανατικού ζηλωτισμού, που
σε αρκετές των περιπτώσεων δεν έχει να
ζηλέψει τίποτε απ' όσους τρέφουν στην
καρδιά τους τη μισαλλοδοξία αλλά και
την ανισορροπία.
Όλα αυτά θα πραγματοποιούνται μέσα στην
ευλογημένη ατμόσφαιρα της εν Χριστώ
αγάπης. Στο κλίμα της ευλογημένης
ενοριακής-λατρευτικής συνάξεως, που
δεν είναι τίποτε άλλο παρά «ο
ουρανός στη γη» κατά τον λόγο του Αγίου
Ιωάννου της Κροστάνδης.
Φίλοι μου, ήδη τονίσαμε
ότι δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε το
χρόνο, το πότε της Δευτέρας του Χριστού
Παρουσίας.
Η επίγνωση όμως της
προσωπικής μας συνάντησης με τον Κύριο,
όταν η «ημερομηνία λήξεως» της βιολογικής
μας ζωής, σημάνει την αναχώρησή μας από
τη στρατευομένη μας Εκκλησία, αυτό, θα
πρέπει να μας κάνει καθημερινώς έτοιμους.
Φυσικά τούτο πραγματοποιείται με την
αυθεντική εκκλησιαστική ζωή. Όχι απλά
με ένα συναισθηματισμό ή με ένα επίχρισμα
«θρησκευτικής ζωής».
Η πραγμάτωση συντελείται
ως Χριστοποίηση της όλης ύπαρξης, με
τον εσχατολογικό στόχο του «Μαράν αθά»!
Στην αντίθετη περίπτωση, όταν δηλ. δεν
υπάρχει η αγάπη προς τον Κύριο,
νομοτελειακώς ο ίδιος ο άνθρωπος επιφέρει
στον εαυτό του το «ανάθεμα».
Και ας μη λησμονούμε ποτέ,
ότι η σωτηρία μας δεν είναι κάτι γενικό
και αόριστο, αλλά ταυτίζεται με τον
Ιησού.
Ο Κύριος Ιησούς
είναι η σωτηρία μας.