72 χρόνια μετά το έπος του 40! Τι λέει ο γνωστός δημοσιογράφος Σταύρος Τζήμας...
Στα βουνά της Αλβανίας σαπίζουν τα κόκαλα των Ελλήνων στρατιωτών, που έπεσαν εκεί κατά τον πόλεμο του 40. Και ακόμη, 72 χρόνια μετά, παραμένουν σκορπισμένα στα λαγκάδια και στις ρεματιές. Ο γνωστός δημοσιογράφος Σταύρος Τζήμας έγραψε σχετικά ένα πολύ κατατοπιστικό κείμενο, που αναδεικνύει πλήρως το μέγεθος και τη σημασία του ζητήματος: "Δεν είναι πολλές, ούτε θετικές, οι εξελίξεις στα ανοιχτά θέματα με τους γείτονες, σε μια περίοδο κατά την οποία η θέση της ελληνικής εξωτερικής
πολιτικής και της διπλωματίας μας διεθνώς, κυρίως στον βαλκανικό περίγυρο, όπου έχουμε μπόλικο «τραχανά απλωμένο», εμφανίζεται εξασθενημένη. Οι πληροφορίες ότι Τίρανα και Αθήνα κατέληξαν σε οριστική συμφωνία στο θέμα των νεκροταφείων για τους Έλληνες στρατιώτες που σκοτώθηκαν στα αλβανικά βουνά, πολεμώντας το 1940-41 τους Ιταλούς, μονάχα στις καλές ειδήσεις πρέπει να καταχωρισθεί. Σιγά το θέμα, εδώ καράβια χάνονται και εμείς συζητάμε για τα κόκαλα των προγόνων μας, θα πει κάποιος. Δεν είναι καθόλου έτσι. Το ζήτημα της ανακομιδής των οστών των χιλιάδων Ελλήνων σε στρατιωτικά νεκροταφεία στον αλβανικό Νότο, είχε καταστεί σημείο τριβής τα τελευταία χρόνια στις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Η συζήτηση ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με την κατάρρευση του καθεστώτος Χότζα, όταν η ελληνική πλευρά ζήτησε από τα Τίρανα να επιτρέψουν τη δημιουργία νεκροταφείων σε περιοχές όπου έδωσε αιματηρές μάχες ο Ελληνικός Στρατός. Εως τότε, μειονοτικοί από τα χωριά το Νότου και της Κορυτσάς έβρισκαν στα βουνά ανθρώπινους σκελετούς παραχωμένους σε πρόχειρους τάφους, και τους έκρυβαν με κίνδυνο να φυλακιστούν ή και να τουφεκιστούν. Δύο μεγάλα νεκροταφεία δημιουργήθηκαν με ελληνική χρηματοδότηση, στους Βουλιαράτες και την Κλεισούρα, για να υποδεχθούν τα οστά χιλιάδων στρατιωτών που βεβαιωμένα -βάσει χαρτών- υπάρχουν στο ορεινό ανάγλυφο από την Χειμάρα και το Τεπελένι έως το Πόγραδετς και την Ερσέκα. Δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση, καθώς η βούληση των ηγεσιών των δύο χωρών να προχωρήσουν, προσέκρουε σε φαντάσματα του παρελθόντος, από αυτά που καταδυναστεύουν ακόμα τα Βαλκάνια. Ακραίοι εθνικιστικοί κύκλοι στη γείτονα σήκωσαν κουρνιαχτό, εκλαμβάνοντας την παρουσία των νεκροταφείων ως «νοερές πυραμίδες», δόλια δηλαδή μετατόπιση των συνόρων στο αλβανικό έδαφος. Ούτε έμειναν οι νεκροί Έλληνες στρατιώτες έξω από τα παιχνίδια ξένων επιρροών στη γείτονα. Εφημερίδες, τηλεοράσεις και ραδιόφωνα συμφερόντων χώρας που ιστορικά θεωρεί ζωτικό της χώρο την Αλβανία, πρωτοστάτησαν στην τροφοδοσία ανθελληνικού κλίματος με αφορμή τα νεκροταφεία. Στόχος; Να μαζέψουν οι Ελληνες τους νεκρούς τους και να φύγουν, αντί να έχουν, όπως οι Γάλλοι, Γερμανοί, Βρετανοί δικά τους νεκροταφεία, που θα θυμίζουν -και αυτά- τη διαχρονική ελληνική παρουσία στην Αλβανία.
πολιτικής και της διπλωματίας μας διεθνώς, κυρίως στον βαλκανικό περίγυρο, όπου έχουμε μπόλικο «τραχανά απλωμένο», εμφανίζεται εξασθενημένη. Οι πληροφορίες ότι Τίρανα και Αθήνα κατέληξαν σε οριστική συμφωνία στο θέμα των νεκροταφείων για τους Έλληνες στρατιώτες που σκοτώθηκαν στα αλβανικά βουνά, πολεμώντας το 1940-41 τους Ιταλούς, μονάχα στις καλές ειδήσεις πρέπει να καταχωρισθεί. Σιγά το θέμα, εδώ καράβια χάνονται και εμείς συζητάμε για τα κόκαλα των προγόνων μας, θα πει κάποιος. Δεν είναι καθόλου έτσι. Το ζήτημα της ανακομιδής των οστών των χιλιάδων Ελλήνων σε στρατιωτικά νεκροταφεία στον αλβανικό Νότο, είχε καταστεί σημείο τριβής τα τελευταία χρόνια στις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Η συζήτηση ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με την κατάρρευση του καθεστώτος Χότζα, όταν η ελληνική πλευρά ζήτησε από τα Τίρανα να επιτρέψουν τη δημιουργία νεκροταφείων σε περιοχές όπου έδωσε αιματηρές μάχες ο Ελληνικός Στρατός. Εως τότε, μειονοτικοί από τα χωριά το Νότου και της Κορυτσάς έβρισκαν στα βουνά ανθρώπινους σκελετούς παραχωμένους σε πρόχειρους τάφους, και τους έκρυβαν με κίνδυνο να φυλακιστούν ή και να τουφεκιστούν. Δύο μεγάλα νεκροταφεία δημιουργήθηκαν με ελληνική χρηματοδότηση, στους Βουλιαράτες και την Κλεισούρα, για να υποδεχθούν τα οστά χιλιάδων στρατιωτών που βεβαιωμένα -βάσει χαρτών- υπάρχουν στο ορεινό ανάγλυφο από την Χειμάρα και το Τεπελένι έως το Πόγραδετς και την Ερσέκα. Δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση, καθώς η βούληση των ηγεσιών των δύο χωρών να προχωρήσουν, προσέκρουε σε φαντάσματα του παρελθόντος, από αυτά που καταδυναστεύουν ακόμα τα Βαλκάνια. Ακραίοι εθνικιστικοί κύκλοι στη γείτονα σήκωσαν κουρνιαχτό, εκλαμβάνοντας την παρουσία των νεκροταφείων ως «νοερές πυραμίδες», δόλια δηλαδή μετατόπιση των συνόρων στο αλβανικό έδαφος. Ούτε έμειναν οι νεκροί Έλληνες στρατιώτες έξω από τα παιχνίδια ξένων επιρροών στη γείτονα. Εφημερίδες, τηλεοράσεις και ραδιόφωνα συμφερόντων χώρας που ιστορικά θεωρεί ζωτικό της χώρο την Αλβανία, πρωτοστάτησαν στην τροφοδοσία ανθελληνικού κλίματος με αφορμή τα νεκροταφεία. Στόχος; Να μαζέψουν οι Ελληνες τους νεκρούς τους και να φύγουν, αντί να έχουν, όπως οι Γάλλοι, Γερμανοί, Βρετανοί δικά τους νεκροταφεία, που θα θυμίζουν -και αυτά- τη διαχρονική ελληνική παρουσία στην Αλβανία.