Στο νεαρό Πόντιο λυράρη (από τη Βέροια) Ματθαίο Τσαχουρίδη, υποκλήθηκε ο Κάρολος της Αγγλίας, μαγεμένος από το παίξιμό του! Λέει ο ίδιος ο Ματθαίος: "Με τον αδερφό μου Κωνσταντίνο παίξαμε μουσική με το σχήμα μας "Ψυχή και Σώμα", με πιάνο και ποντιακή λύρα,
στο Bridgewater House, στην επίσημη κατοικία της οικογένειας Λάτση. Ο Κάρολος δεν ξεκόλλησε το βλέμμα του από το όργανο. Στο τέλος της συναυλίας με πλησίασε και ρώτησε με πολύ ενδιαφέρον τα πάντα για τη λύρα, γιατί δεν είχε ξαναδεί. Του εξήγησα πως όλες μου οι σπουδές και η διδακτορική μου διατριβή είναι πάνω σε αυτό και με άκουγε προσεκτικά. Μάλιστα για να κάνει τη συζήτηση πιο ενδιαφέρουσα, μου είπε πως έχει ένα σπίτι στη Ρουμανία και πως εκεί οι βιολιστές παίζουν σκοπούς γρήγορους σαν κι αυτούς που έπαιξα. Για καλή μου τύχη γνώριζα ένα τέτοιο ρουμάνικο τραγούδι. Του το έπαιξα με τη λύρα και ενθουσιάστηκε». Από μωρό ακόμη, ο Ματθαίος Τσαχουρίδης άκουγε τους ήχους της ποντιακής λύρας από τον παππού του, που καταγόταν από τη Σάντα του Πόντου, μια περιοχή κοντά στη Παναγία Σουμελά και ήταν γνωστός δεξιοτέχνης του οργάνου. Ο «Μάκον ο Τσ(ι)αχούρτς", όπως πολλοί τον θυμούνται, ήταν ο μύστης του μικρού παιδιού, που δεν άργησε να συνειδητοποιήσει ότι η αγάπη για τη λύρα ήταν καταγεγραμμένη στο γενετικό του υλικό. «Χριστούγεννα του 1989 ζήτησα τη λύρα από τον παππού μου να παίξω τα Ποντιακά Κάλαντα, για πρώτη φορά. Θυμάμαι πως μέχρι το Πάσχα τα έπαιζα για να τα μάθω καλά», λέει χαρακτηριστικά. Η λύρα του Ματθαίου Τσαχουρίδη έχει ξεδιπλώσει τους μαγικούς της ήχους σε όλους τους μεγάλους συναυλιακούς χώρους του κόσμου, στο Albert Hall του Λονδίνου, στα στούντιο του BBC, στη Γενεύη, στο Ηρώδειο, στη Πράγα, σε κάθε γωνιά της Γης, σε Ανατολή και Δύση.
στο Bridgewater House, στην επίσημη κατοικία της οικογένειας Λάτση. Ο Κάρολος δεν ξεκόλλησε το βλέμμα του από το όργανο. Στο τέλος της συναυλίας με πλησίασε και ρώτησε με πολύ ενδιαφέρον τα πάντα για τη λύρα, γιατί δεν είχε ξαναδεί. Του εξήγησα πως όλες μου οι σπουδές και η διδακτορική μου διατριβή είναι πάνω σε αυτό και με άκουγε προσεκτικά. Μάλιστα για να κάνει τη συζήτηση πιο ενδιαφέρουσα, μου είπε πως έχει ένα σπίτι στη Ρουμανία και πως εκεί οι βιολιστές παίζουν σκοπούς γρήγορους σαν κι αυτούς που έπαιξα. Για καλή μου τύχη γνώριζα ένα τέτοιο ρουμάνικο τραγούδι. Του το έπαιξα με τη λύρα και ενθουσιάστηκε». Από μωρό ακόμη, ο Ματθαίος Τσαχουρίδης άκουγε τους ήχους της ποντιακής λύρας από τον παππού του, που καταγόταν από τη Σάντα του Πόντου, μια περιοχή κοντά στη Παναγία Σουμελά και ήταν γνωστός δεξιοτέχνης του οργάνου. Ο «Μάκον ο Τσ(ι)αχούρτς", όπως πολλοί τον θυμούνται, ήταν ο μύστης του μικρού παιδιού, που δεν άργησε να συνειδητοποιήσει ότι η αγάπη για τη λύρα ήταν καταγεγραμμένη στο γενετικό του υλικό. «Χριστούγεννα του 1989 ζήτησα τη λύρα από τον παππού μου να παίξω τα Ποντιακά Κάλαντα, για πρώτη φορά. Θυμάμαι πως μέχρι το Πάσχα τα έπαιζα για να τα μάθω καλά», λέει χαρακτηριστικά. Η λύρα του Ματθαίου Τσαχουρίδη έχει ξεδιπλώσει τους μαγικούς της ήχους σε όλους τους μεγάλους συναυλιακούς χώρους του κόσμου, στο Albert Hall του Λονδίνου, στα στούντιο του BBC, στη Γενεύη, στο Ηρώδειο, στη Πράγα, σε κάθε γωνιά της Γης, σε Ανατολή και Δύση.