Του Μιχάλη Τσιντσίνη
Λόγια υπάρχουν. Δεν έχει ακόμη εξαντληθεί η γλώσσα της Μεταπολίτευσης. Αντέχει και γεννάει κλισέ. Συνθήματα που ξορκίζουν τα προβλήματα. Συνθήματα που βοηθούν τους ξυλόφωνους να καμουφλάρουν με φλυαρία την ιστορική τους αμηχανία. Ζητούν, λοιπόν, «πολιτικές πρωτοβουλίες». Σαν να αρκούσε ένας ελιγμός, ένας παλιός, δοκιμασμένος τακτικισμός
για να περάσει η μπόρα. Σαν να ζούσαμε ακόμη στη χώρα που διευθυνόταν με τα μαντζούνια και τα σορόπια της μικροπολιτικής.
για να περάσει η μπόρα. Σαν να ζούσαμε ακόμη στη χώρα που διευθυνόταν με τα μαντζούνια και τα σορόπια της μικροπολιτικής.
Δεν έχει ακόμη μιληθεί η γλώσσα της κρίσης. Η άχαρη γλώσσα των αριθμών. Η χώρα χρωστάει 372 δισ. ευρώ, 172% του ΑΕΠ, όσo καμία άλλη χώρα στην Ιστορία. Η χώρα δεν θα υπήρχε χωρίς τα δανεικά. Το πρόσωπό της προς τα έξω έχει εξανεμιστεί. Τώρα καλείται να υποστεί τους συμβιβασμούς μεταξύ των εταίρων της. Για τη συμφωνία που θα επηρεάσει το πώς θα ζήσουν οι δύο επόμενες γενιές Ελλήνων, η χώρα δεν έχει καν ερωτηθεί.
Ας μιλήσουν όμως καθαρά οι πρωτοβουλιακοί. Τι θέλουν; Μια συγκυβέρνηση που θα θυμίζει χορωδία κωφών; Ή μήπως επιτέλους εκλογές;
Οι εκλογές θα γίνουν στη νέα χώρα. Τη φρεσκοκουρεμένη. Τη ζωντανή - νεκρή. Θα γίνουν σε μια χώρα όπου στους δρόμους σπαράσσονται οι φατρίες. Σε έναν τόπο όπου στο Κοινοβούλιο κυριαρχούν ο ίλιγγος, ο φόβος, η αβουλία. Οι εκλογές θα γίνουν σε μια ατμόσφαιρα όπου το «προδότης» θα ακούγεται σαν φιλοφρόνηση.
Το ξέρουν καλά οι πρωτοβουλιακοί. Στη δική τους δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Αν ζοριστούν, μπορούν δημοκρατικότατα να ξαναψηφιστούν. Για να μην ξανακάνουν αυτά που και πριν δεν μπορούσαν. Για να ανανεωθεί το αδιέξοδο. Και να λάβει το κλισέ εκδίκηση: Ολοι μαζί θα φαγωθούμε.