Του π. Ιωήλ
Έχουμε σκεφθεί ποτέ ότι σε αρκετές περιπτώσεις, η συμπεριφορά του ανθρώπου είναι προσβλητική απέναντι στο Θεό; Υπερβολικός ο λόγος ίσως πει κάποιος. Και όμως, είναι δυστυχώς πραγματικότητα. Αυτή ακριβώς την τραγική, από κάθε άποψη πραγματικότητα, την βλέπουμε στην παραβολή του Μεγάλου Δείπνου που αναπτύσσει το Ιερό Ευαγγέλιο.Ο Θεός που δεν είναι προσωπολήπτης, εκάλεσε κοντά του πολλούς. Εκάλεσε όλη την ανθρωπότητα. Η συμπεριφορά όμως των προσκεκλημένων υπήρξε περιφρονητική και παράδοξη. Και από δικαιολογίες;
Όσες θέλει βρίσκει κανείς «αγρόν ηγόρασα», «ζεύγη βοών ηγόρασα», «γυναίκα έγημα», και τόσες και τόσες δικαιολογίες που μπορούμε να παρουσιάσουμε για να αποφύγουμε την προσωπική μας συνάντηση με τον ίδιο τον Θεό μέσα στο Μεγάλο Δείπνο.Φυσικά, αυτός που «χάνει» δεν είναι ο Θεός από την άρνηση των προσκεκλημένων, όχι, αυτοί που χάνουν είναι όσοι με ανόητες δικαιολογίες, απορρίπτουν το κάλεσμα του Θεού. Και επόμενο είναι στην συνέχεια να λειτουργήσουν οι πνευματικοί νόμοι που έθεσε ο ίδιος ο Παντοκράτορας Κύριος, και η πρόσκληση να μεταστραφεί σε οργή. «Τότε οργισθείς ο οικοδεσπότης είπε τω δούλω αυτού. Έξελθε ταχέως εις τας πλατείας και ρύμας της πόλεως, και τους πτωχούς και αναπήρους και χωλούς και τυφλούς, εισάγαγε ώδε» (Λουκ. ιδ΄ 21).
Είναι συγκλονιστικό να σκέπτεται κανείς το φοβερό αποτέλεσμα.
Τελικά να μπαίνουν μέσα στην οικία και να απολαμβάνουν το Μέγα Δείπνο, άλλοι, που ούτε καν φαντάζονταν, και άνθρωποι που προσκλήθηκαν και θα έπρεπε να αποδεχθούν με χαρά την πρόσκληση, εκουσίως να μένουν έξω και να δέχονται με την δική τους προσωπική επιλογή, την οργή του Οικοδεσπότου.
Είναι ανάγκη να κατανοήσουμε όλοι ότι η πρόσκληση αυτή του Μεγάλου Δείπνου, στο οποίο μας καλεί ο Χριστός μέσα στην Εκκλησία του είναι η Θεία Ευχαριστία. Έχουμε συνειδητοποιήσει την μεγάλη αυτή πραγματικότητα ή συνηθισμένοι στην επιπολαιότητα που μεταφράζεται ως άρνηση, δεχόμαστε τελικά αντί ευλογίας την οργή;
Και πόσοι, αλήθεια, αφήνουμε τις ευκαιρίες αυτές να φεύγουν μέσα από την ζωή μας! Περνούν οι μέρες και οι καιροί. Η μία εορτή διαδέχεται την άλλη, έρχονται τώρα τα Χριστούγεννα, και δυστυχώς θα βρεθούν και πάλι αρκετοί εκ των Χριστιανών, οι οποίοι δεν θα αποδεχθούν την πρόσκληση για το Μεγάλο Δείπνο…
Αλλά όπως δεν είναι δυνατόν να ισχυρίζεται κανείς ότι απολαμβάνει το ηλιακό φως, ενώ κρατά κλειστά τα μάτια, έτσι και περισσότερο, δεν είναι δυνατόν κανείς να πιστεύει ότι απολαμβάνει των δωρεών του Θεού, αποφεύγοντας το ποτήριον της Ζωής, δηλ. τη Θεία Κοινωνία. Αυτό το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Και ναι μεν, είναι αλήθεια οτι το να αδικεί κανείς τον άλλον, τούτο είναι μεγάλο κακό, πλην όμως, δεν υπάρχει μεγαλύτερο κακό από το να αδικεί κανείς τον εαυτόν του, κυρίως σε αυτά τα καθαρώς πνευματικά θέματα.
Η Θεία Κοινωνία είναι το Σώμα και το Αίμα του Εσταυρωμένου Κυρίου μας. Είναι η τροφή και το μάννα της ψυχής μας. Είναι το «φάρμακον αθανασίας», το «αντίδοτον του μη αποθανείν». Η Θεία Ευχαριστία είναι η πηγή της αφέσεως των αμαρτιών μας και η οδός προς κατάκτησιν της αιωνίου ζωής. Και όπως έχει το σώμα μας ανάγκη της τροφής, για τούτο και καθημερινώς γευόμαστε της υλικής τροφής, έτσι και έτι πλέον, έχει ανάγκη της δικής της, πνευματικής τροφής και η ψυχή μας.
Αναμφιβόλως η βασική τροφή της ψυχής μας είναι η Θεία Κοινωνία. Αυτός είναι και ο λόγος που ο ίδιος ο Κύριος διά της Εκκλησίας μας καλεί στο Μέγα Δείπνο.
Είναι επομένως ατυχείς και δύσμοιροι η χριστιανοί εκείνοι οι οποίοι αποφεύγουν το ποτήριον της αθανασίας, το ποτήριον της Καινής Διαθήκης του αίματος του Λυτρωτού.
Ατυχείς και ταλαίπωροι και εκείνοι οι χριστιανοί οι οποίοι αναξίως προσέρχονται στην πανάσπιλη και πανίερη Τράπεζα. Εκείνοι μάλιστα οι οποίοι προσέρχονται με γεμάτη την ψυχή και την καρδιά τους από το δηλητήριο της κακίας και του μίσους κατά του πλησίον τους. Ατυχείς επίσης είναι και όσοι προτιμούν την προδοσία του Ισκαριώτου, ασεβούντες προς τον Κύριον και προς την ορατή παρουσία του στον κόσμο. Ορατή δε παρουσία του Κυρίου Ιησού στον κόσμο, είναι η μητέρα μας Εκκλησία. Η Αγία μας Ορθοδοξία.
Αδελφοί μου! Μη περιφρονούμε την Τράπεζα του Κυρίου. Έχει ετοιμασθεί για όλους μας. Ούτε περιφρόνηση, αλλά ούτε και απροετοίμαστοι να προσερχόμαστε. Ας προσέλθουμε «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης».
Ας προσερχόμαστε τακτικώς και ανελλιπώς, έχοντες πάντοτε στον νου μας τους λόγους του Κυρίου μας: «Εγώ ειμί ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς, εαν τις φάγει εκ τούτου του άρτου, ζήσεται εις τον αιώνα. Και ο άρτος δε ον εγώ δώσω, η σαρξ μου εστίν, ην εγώ δώσω υπέρ της του κόσμου ζωης» (Ιωάννου στ’ 51). Αμήν.