200 χρόνια από το θάνατο του Αλή πασά (24/1/1822): Τύραννος ή ηγέτης;

Του π. Ηλία Μάκου

Διακόσια ακριβώς χρόνια συμπληρώθηκαν από το θάνατο του τυράννου των Ιωαννίνων Τουρκαλβανού Αλή πασά, στις 24/1/2022 

Είναι γνωστός ο αγώνας του εναντίον των Σουλιωτών, που μπορεί να τους νίκησε πολεμικά, όμως δεν καθυπόταξε ποτέ την αδούλωτη ψυχή τους.

Υπήρξε μια αμφιλεγόμενη και αδίστακτη προσωπικότητα, που, βούτηξε τα χέρια του στο αίμα εναντίον των Ελλήνων,  ωστόσο, όπως προκύπτει από την ιστορική πραγματικότητα το βιλαέτι του γνώρισε οικονομική άνθηση και υπήρξε, μέσα σε στενά και ελεγχόμενα πλαίσια και ένα πολιτιστικό αποτύπωμα, χωρίς αυτά βέβαια να εξωραΐζουν τις κατάμαυρες σελίδες της σκλαβιάς, που επέβαλλε δια πυρός και σιδήρου.

Από τη ζωή του Αλή πασά ξεχωρίσαμε πέντε γεγονότα, που είναι αποκαλυπτικά της υπεροψίας, των αχαλίνωτων παθών του, αλλά και των αντιφάσεών του.

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΣΟΥΛΙΩΤΩΝ

Νομίζοντας ότι εύκολα θα κυριαρχήσει στην ευρύτερη περιοχή, επιτέθηκε στους Σουλιώτες, που αποτελούσαν εμπόδιο για την εξάπλωσή του προς την Πάργα. 

Αλλά, υπολόγισε λάθος. Οι ανυπόταχτοι Σουλιώτες αποδείχθηκαν ένας κόσμος γιγάντων, που ως βόλια τους είχαν τον εσωτερικό τους δεσμό, που ήταν ελληνική καταγωγή και συνείδησή τους, με την οποία δημιουργούσαν την κληρονομιά στους απογόνους για λευτεριά.

Ο Αλή πασάς αγνόησε το γεγονός ότι, πέρα από τη δύσκολη μορφολογία του εδάφους, στα βράχια του Σουλίου ζούσανε τ' απομεινάρια φυλής, που μονάχα οι μάνες Δωριέων γεννούσαν. 

Ακόμη έκανε το λάθος να τα βάλει με λαό ανυπόταχτο και φιλοπόλεμο, του οποίου η  παράδοση και το περιβάλλον δεν βοηθούσαν τις τέχνες. Μοναδική τους δουλειά ο πόλεμος και η προετοιμασία για τη μάχη. Και όπως γράφει ο Περαιβός "όλη τους η γύμνασις παιδόθεν είναι τα άρματα. Με αυτά τρώγουν, με αυτά κοιμούνται και με αυτά ξυπνούν".

Ηττήθηκαν στρατιωτικά οι Σουλιώτες από τον Αλή πασά, μετά από σκληρές πολεμικές αναμετρήσεις, ωστόσο ο ηγεμόνας των Ιωαννίνων αποδυναμώθηκε και έπαθε ανεπανόρθωτη ζημιά, που δεν τον άφησε να προχωρήσει σε άλλα σχέδια.

Η ΚΥΡΑ ΒΑΣΙΛΙΚΗ

Η Βασιλική Κονταξή γεννήθηκε στο Πλαίσιο (Πλησιβίτσα) Φιλιατών, το σημερινό Πλαίσιο, το 1789. Ήταν κόρη του προύχοντα της περιοχής Κίτσου Κονταξή.

Όταν ο πατέρας της συνελήφθη για μια υπόθεση κατασκευής κίβδηλων νομισμάτων, η 12χρονη τότε Βασιλική ζήτησε έλεος από τον γέροντα αφέντη της Ηπείρου.

Ο Αλή Πασάς θαμπώθηκε από την ομορφιά της και χάρισε τη ζωή στον πατέρα της.

Ως αντάλλαγμα την κράτησε στο χαρέμι του και αργότερα, το 1808, την παντρεύτηκε παρά τις αντιρρήσεις της πρώτης του συζύγου Εμινέ.

Η κυρά Βασιλική ασκούσε μεγάλη επιρροή στο σύζυγό της και δεν εξισλαμίστηκε.

Κανένα εμπόδιο δεν μπορούσε να καταπιέσει τη φυσική τάση και ροπή του ανθρώπου προς το θείο, που δεν καταργήθηκε, ούτε εξαφανίστηκε.

Μάλιστα, όχι μόνο κατάφερε να μετατρέψει ένα δωμάτιο του χαρεμιού σε παρεκκλήσι με τακτικό ιερέα, αλλά υποστήριζε τους χριστιανούς συμπολίτες της.

Ενώ ο Αλής προσπαθούσε να τους αλλαξοπιστήσει, να τους αναγκάσει να απαλλαγούν από την ορμή της Ορθοδοξίας, τόσο περισσότερο, με χίλιους τρόπους, η κυρά Βασιλική τόνωνε το θρησκευτικό τους συναίσθημα.

Παρόλες τις προσπάθειες να αποχριστιανοποιηθούν αυτή τους ενθάρρυνε να παραμείνουν «υπάρξεις πιστεύουσες».

Ασκώντας επιρροή στον τύραννο των Ιωαννίνων, και με ξεδιπλωμένη την αίσθηση του χρέους της απέναντι στην πατρίδα της, προστάτευσε πολλούς Χριστιανούς από την εκτέλεση. Την ίδια στιγμή κρυφά τελούσε τα θρησκευτικά της καθήκοντα, ενώ διατηρούσε σχέσεις και με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Φρόντιζε να τονώνει την πίστη των Χριστιανών και να τους προτρέπει να μη δειλιάζουν.

Μια παιδούλα ήταν, άντεξε, όμως, μέσα στην πανωλεθρία, γιατί ήταν μεγαλωμένη με ιδανικά, είχε φόβο Θεού και το «Κύριε ελέησον» δεν έλειπε από τα χείλη της, καθώς ακράδαντα πίστευε στη θεία επέμβαση.

Ο τότε Οικουμενικὸς Πατριάρχης Άνθιμος κατόρθωσε, μετά την εξόντωση του Αλή και τη μεταφορά της στην Κωνσταντινούπολη, και ελευθέρωσε την κυρα-Βασιλικὴ και την έθεσε υπὸ την προστασία και την επιτήρηση του Πατριαρχείου.

Για αρκετὸ καιρό η κυρα-Βασιλικὴ έμεινε χωρὶς περιουσία και το Πατριαρχείο ανέλαβε όλα της τά Έξοδα, υπέρογκα για την εποχή, αφού έφτασαν στα δύο πρώτα χρόνια, τα 17.273 γρόσσια.

Η Βασιλική Κίτσου - Κονταξή, κυρά Βασιλική του Αλή Πασά, όπως την ξέρει ο κόσμος, κατά την τελευταία περίοδο της ζωής της, είχε εγκατασταθεί μαζί με τα αδέρφια της Σίμο Κίτσο και Γεώργιο Κίτσο στην Κατοχή Αιτ/νίας, όπως μαρτυρεί η ληξιαρχική πράξη θανάτου της (Κώδιξ Ιερού Ναού Ταξιαρχών, αριθ.20, Αιτωλικό 11/12/1834, από τον ιερέα Μελέτιο), πέθανε σε ηλικία 45 ετών, «αφού μετάλαβε των "Αχράντων Μυστηρίων της Θείας Μεταλήψεως κατ' άδειαν του Αγίου Ακαρνανίας (Πορφυρίου) και ετάφη "κατά την συνήθη εκκλησιαστικήν τάξιν εν τη εκκλησία των Ταξιαρχών" στο Αιτωλικό.

Η ΚΥΡΑ ΦΡΟΣΥΝΗ

Πολλοί θρύλοι υπάρχουν για την  κυρά-Φροσύνη, μια πανέμορφη παντρεμένη αρχόντισσα των Ιωαννίνων. Είτε είχε ερωτικό δεσμό με το γιο του Αλή πασά, τον Μουχτάρ, είτε την είχε ερωτευτεί ο ίδιος ο Αλής, το τέλος της ήταν μαρτυρικό.

Η ιστορία αναδιπλώνει τη μνήμη της ξακουστής κυρά Φροσύνης, που με άλλες δεκαεφτά γυναίκες  σκεπάστηκαν για πάντα, κάποια σκοτεινή νύχτα του 1801, κάτω από τα νερά της Παμβώτιδας.

Και από τότε τα άστρα τρεμοσβήνουν στον υγρό τους τάφο. 

ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ

Το μοναστήρι του Αγίου Κοσμά στο Κολικόντασι το έχτισε ο Αλή πασάς και είναι ο πρώτος ναός, που χτίστηκε προς τιμή του.

Σεβόταν τόσο πολύ τον άγιο Κοσμά, από την εποχή που τον γνώρισε και προφήτεψε γι' αυτόν ότι "θα γίνεις μεγάλος άνθρωπος. Θα κυριεύσεις όλη την Αρβανιτιά. Θα υποτάξεις την Πάργα, το Σούλι, το Δέλβινο, το Γαρδίκι και αυτή την επαρχία του Κούρτ Πασά. Θα αφήσεις μεγάλο όνομα στην οικουμένη. Θυμήσου, όμως, σε όλη τη διάρκεια της εξουσίας σου να αγαπάς και να υπερασπίζεσαι του Χριστιανούς, αν θέλεις να μείνει η εξουσία στους διαδόχους σου. Και στην πόλη θα πας, με τα κόκκινα γένια ( δεν κατάλαβε ο Αλή την προφητεία ότι θα πήγαινε το κεφάλι του ματωμένο στην Πόλη).

Μάλιστα ο σεβασμός εξελίχθηκε σε θαυμασμό, καθώς έφτασε στο σημείο να πει ότι "φέρτε μου έναν Μουσουλμάνο σαν κι αυτόν τον Χριστιανό, και να του φιλήσω τα πόδια"!

Όταν έγινε πασάς των Ιωαννίνων, χρόνια αργότερα από το μαρτύριο του πατρο Κοσμά, και εισέβαλε νικητής στο Μπεράτι, ζήτησε να γίνει ανακομιδή των λειψάνων του αγίου.

Την κάρα του, την οποία αργύρωσε, επιχρύσωσε και τη στόλισε με διαμάντια, την ασπαζόταν συνεχώς, ενώ έφερε από το Κολικόντασι τα λείψανα του αγίου στα Γιάννινα και τα λιτάνευσε.

Μια συγκλονιστική εικόνα, που διέσωσαν ιστορικοί: Σχηματίστηκε πομπή προς το σεράι με καλόγερους, Χριστιανούς, Μουσουλμάνους καβαλάρηδες και χανούμισσες.

Μπροστά τη λειψανοθήκη γονάτισε ο Αλής, την ασπάστηκε και δάκρυα κύλησαν στα μάτια του.

ΤΟ ΑΔΟΞΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ

Το τέλος του μαρτυρά ότι ήταν ένας τύραννος, που είχε ηγετικές τάσεις, γι' αυτό και οι Τούρκοι τον σκότωσαν, και δεν υπάκουε στην κεντρική εξουσία του Σουλτάνου Μαχμούτ του Β΄ και σχεδόν είχε ανακηρύξει το πασαλίκι του ανεξάρτητο κράτος.

Από το Μάιο του 1820, που με φιρμάνι κηρύχθηκε ένοχος προδοσίας και ορίστηκε πασάς των Ιωαννίνων ο Τουρκογιαννιώτης πασόμπεης, έως τις 24 Ιανουαρίου 1822, ήταν πολιορκημένος από τα στρατεύματα του Χουρσίτ πασά.

Εκείνη την ημέρα ο Κισσέ Μεχμέτ με 30 στρατιώτες και αξιωματικούς εξόντωσαν τον Αλή, τραυματίζοντάς τον θανάσιμα στην κοιλιά και στη συνέχεια ἐκοψαν το κεφάλι του Αλή, το έβαλαν σ’ ένα δίσκο και το πήγαν στο Χουρσίτ, ενώ μετά από ένα μήνα θάφτηκε στην Κων/πολη (σε νεκροταφείο κοντά στην πύλη της Σηλυβρίας), όπου ήταν και τα κεφάλια των παιδιών του και το σώμα του στον οικογενειακό του τάφο στο Φετιχιέ τζαμί.

Έτσι από τις στιγμές δόξας, που έζησε ως τύραννος, κατέληξε να έχει ένα άδοξο τέλος. Τον εκδικήθηκε η ίδια η ζωή.