Τιμήθηκαν οι Σουλιώτες και οι Μανιάτες που έπεσαν στη Μάχη της Σπλάντζας (ΦΩΤΟ)

Του π. Ηλία Μάκου

Με λαμπρότητα έγιναν στην Βαλανιδορράχη Πάργας οι εκδηλώσεις για τα 203 χρόνια από τη μάχη της Σπλάντζας, όπου Σουλιώτες και Μανιάτες πολέμησαν εναντίον των Τούρκων και έπεσε υπέρ Πατρίδος ο ήρωας Κυριακούλης Μαυρομιχάλης.

Τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση στο ναό των Αγίων Κων/νου και Ελένης,  στο λόφο της Αγίας Ελένης, ενώ στην πλατεία του χωριού, που φέρει τ’ όνομα «Κυριακούλης Μαυρομιχάλης», μίλησε εμπεριστατωμένα ο ιστορικός Ευάγγελος Τσιρώνης, ο οποίος ιστόρησε επαρκώς το βίο και τη θυσία του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, τονίζοντας ορθώς ότι έχει μεγάλη σημασίαςστις ημέρες μας η ιστορική μνήμη και αυτογνωσία.

Χαιρετισμούς απηύθυναν ο δήμαρχος Πάργας Νίκος Ζαχαριάς, η εκπρόσωπος του Δήμου Ανατολικής Μάνης αντιδήμαρχος Δρακουλάκου Ελένη, ενώ παρέστησαν και κατέθεσαν στεφάνια, μεταξύ άλλων, ο δήμαρχος Σουλίου Αθανάσιος Ντάνης και ο αντισυνταγματάρχης Πεζικού Ιωάννης Καρράς, Διοικητής του Τάγματος Φιλιατών.

Η μάχη της Σπλάντζας δεν είχε νικητή, καθώς οπισθοχώρησαν και οι δύο πλευρές. Ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης είχε σταλεί από την κυβέρνηση και κατέλαβε το λιμάνι των Συβότων.

Από εκεί αποχώρησε και βρέθηκε στη Σπλάντζα, όπου του επιτέθηκε στις 2 Ιουλίου του 1822 δύναμη 3000 Οθωμανών με επικεφαλής τον Μουσταφά Μπέη.

Παρότι οι Έλληνες δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένοι, είχαν ειδοποιηθεί την τελευταία στιγμή από έναν κτηνοτρόφο για την άφιξη των Τούρκων, και αντιστάθηκαν.

Η μάχη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν και ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης, η αιματοβαμμένη ζώνη του οποίου παραδόθηκε στους δικούς του και ο Μουσταφά Μπέης. Οι Σουλιώτες συνθηκολόγησαν και αναχώρησαν για τα Επτάνησα.

Εκείνου του μεγάλου αγώνα των Ελλήνων το 1821 και τα επόμενα χρόνια, μέχρι την Απελευθέρωση και των τελευταίων περιοχών της Ελλάδας, ήταν πολλά τα συνθετικά στοιχεία.

Πρωτοφανερώθηκε σαν ιδεαλισμός του καθήκοντος. Για όσους κράτησαν τη σημαία και τα όπλα του ξεσηκωμού, η Ελλάδα και ο Ελληνισμός ήταν το λαμπερό άστρο της ηθικής ιδέας, που έπαιρνε ιστορική ύπαρξη με την έκφρασή της σαν χρέος.

Δεν ήταν κίνητρο στην πορεία της θυσίας τους ένα φυσικό ένστικτο, μια κοινωνική συνήθεια ή μια έννοια ταξικού αγώνα με δικαιώματα ισοπολιτείας ή πολιτειακής μεταβολής.

Βάδισαν εθελοντικά στην απαράμιλλη προσφορά μόνο από τον πόθο να γίνει η ιδέα του χρέους πράξη, δηλαδή μόνο από αρετή. Έτσι κινήθηκε εκείνος ο αγώνας.

«Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία». Είναι επιγραμματικός ο στίχος του ποιητή. Γιατί μόνο οι ενάρετοι μεταλαβαίνουν της αθανασίας και μόνο αυτοί δικαιούνται να επιζητούν τη δόξα.

Ο αγώνας της ελευθερίας προβάλλεται σαν αντιφέγγισμα της ηθικής ιδέας, της οποίας τα φανερώματα, δηλαδή η αντρία, η δικαιοσύνη και η λευτεριά, υλοποιούνται μόνο κάτω από το καυτερό της φως. Για τέτοιες πραγματώσεις χρειάζονται αναμφισβήτητα ιδεατές ανατάσεις.

Μόνο κάτω από τη βάση αυτή δικαιολογείται, που οι χθεσινοί δούλοι, φωτισμένοι πια και αποφασισμένοι, ενσάρκωναν με πράξεις ηρωικές τις πιο υψηλές έννοιες, οι οποίες και αποτελούσαν την εθνική κληρονομιά.