Κοιμήθηκε ο αρχιμανδρίτης π. Κοσμάς Σιώζος, ηγούμενος της Μονής Στομίου Κονίτσης
Του π. Ηλία Μάκου
Εκοιμήθη ο πολύ αγαπητός και φιλάνθρωπος αρχιμανδρίτης π. Κοσμάς Σιώζος, ηγούμενος στη Μονή Στομίου Κονίτσης, όπου εγκαταστάθηκε μερικά χρόνια μετά την αποχώρηση από εκεί του οσίου Παΐσίου.
Η νεκρώσιμος ακολουθία θα τελεστεί στον ιερό ναό του αγίου Κοσμά, στη 1 το μεσημέρι, στις 24 Φεβρουαρίου 2025, αμέσως μετά τις εκδηλώσεις για την απελευθέρωση της Κόνιτσας, και κατόπιν θα ταφεί στη Μονή Στομίου.
Ο ιερομόναχος π. Κοσμάς Σιώζος, μια ευλογημένη μορφή, σύμφωνα με τις μαρτυρίες πολλών, μερικά χρόνια μετά τη σύντομη, τετραετή (1958-1962), μοναστική παρουσία του οσίου Παϊσίου στη Μονή Στομίου στην Κόνιτσα, στα μέσα της δεκαετίας του '70, περπάτησε στα αχνάρια του αγίου και έγινε ο ακοίμητος φρουρός του Μοναστηριού.
Πενήντα και πλέον χρόνια πίσω, ήταν μόνιμος υπάλληλος στην Αγροτική Τράπεζα Ιωαννίνων και ο αλησμόνητος Σεβαστιανός, ιεροκήρυκας τότε, τον έκανε να καταλάβει ότι ο Θεός δεν είναι απρόσωπη ουσία, αλλά Πατέρας.
Και όταν ο Σεβαστιανός εκλέχτηκε Μητροπολίτης Κονίτσης, παράτησε τη δουλειά στην Τράπεζα και τον ακολούθησε.
Για πολλές δεκαετίες έβλεπαν πολλοί, είτε τη μέρα είτε και τη νύχτα ακόμη, μια σιλουέτα, αυτή του π. Κοσμά, να κινείται μέσα στο βουνό, ανεβαίνοντας με τα πόδια στο μοναστήρι του Στομίου, κουβαλώντας με μουλάρια, ακόμη και στην πλάτη του, υλικά για την ανοικοδόμησή του, την οποία πέτυχε με πολύ κόπο. Και φρόντισε και να χτιστεί εντός της Μονής παρεκκλήσιο στ’ όνομα του αγίου Παϊσίου, αλλά και να ανακαινιστεί το κελί του οσίου, ώστε να είναι επισκέψιμο.
Ή κατεβαίνοντας απ’ αυτό στην Κόνιτσα, για να ενισχύσει πνευματικά, μέσω της εξομολόγησης, αλλά και οικονομικά, πολλά άτομα.
Ήταν τόσο μεγάλη η αφοσίωση του π. Κοσμά στη Μονή Στομίου, ώστε, παρά τα γεράματά του και τα προβλήματα υγείας, μέχρι λίγο διάστημα πριν το θάνατό του εξακολουθούσε να εγκαταβιώνει εκεί, με άφθονο σε πίστη και άφθορο βίο, έχοντας στο πλευρό του για πολλά χρόνια τον μοναχό Παύλο, που του έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα.
Μέχρι, που οι δυνάμεις του τον εγκατέλειψαν τελείως, και γηροκομήθηκε τον τελευταίο καιρό στη Μονή Μολυβδοσκεπάστου, όπου ο ηγούμενος Αρσένιος Μάιπας και οι άλλοι αδελφοί, με αγάπη και στοργή τον περιέβαλαν.
Όχι μόνο από την Κόνιτσα, αλλά και από άλλες περιοχές της Ελλάδας, όσοι τον επισκέπτονταν στο μικρό δωμάτιό του, το κατακλυσμένο από βιβλία, ούτε να κινηθείς, δεν υπάρχει χώρος, στο γηροκομείο της Μητρόπολης ή στο κελλάκι του στη Μονή Στομίου, έφευγαν από κοντά του εμψυχωμένοι.
Τα χαρίσματά του, δεν ήταν αποτέλεσμα των φυσικών δυνατοτήτων του ή των προχωρημένων συλλογισμών του. Δεν ήταν προσωπικό επίτευγμα. Δεν εκπήγαζαν από τον ίδιο, αλλά του παρέχονταν ως αποκάλυψη.
Γι’ αυτό η ποιμαντική του δράση δεν είχε καμία σχέση με προσκολλήσεις, αλλά ήταν δύναμη και αγάπη και σωφρονισμός.
Έτσι, είχε πάντα μπροστά του την εικόνα του αναζητούντος Θεού. Και ήταν και ο ίδιος αναζητητής.
Ήξερε πολύ καλά ο π. Κοσμάς ότι για να χαρείς το φως χρειάζονται μάτια και για να χαρείς τις πραγματικότητες του Θεού, χρειάζεται πιστεύουσα καρδιά.
Και με τη στάση της ζωής του τραγουδούσε το τραγούδι της εσωτερικής του μουσικής, σε ρυθμούς αθανασίας και αιωνιότητας.
Δεν κουραζόταν, δεν απελπιζόταν, αλλά, αντίθετα, γεμάτος συμπάθεια και καλοσύνη, δε σταματούσε να ψάχνει το θαύμα της σωτηρίας.
Ακόμη και προς το το τέλος του επίγειου βίου του, παρά τα προβλήματα στην υγεία του, δυναμιτίζονταν από τη ζωντάνια της παρουσίας του Θεού.
Ακολουθώντας την προσταγή του ουρανού και το εναγώνιο αίτημα της συνείδησής του ακτινοβολούσε γύρω μας λάμψη Χριστού, με την βαθιά πίστη του και τον καθαρό βίο του.
Έθρεφε τον πεινασμένο ψυχικά άνθρωπο με τον ζωοποιό άρτο και τον πότιζε πνευματικά με το «αθάνατο νερό». Και μετάγγιζε, σε σκληρές εποχές, το χαρμόσυνο μήνυμα και την ελπίδα της λύτρωσης στην αναιμική κοινωνία μας.
Σ’ έναν κόσμο, που μοιάζει με φουσκωμένο ποτάμι και στο διάβα του παρασύρει τα πάντα, οδηγώντας τα στο γκρεμό, ο π. Κοσμάς, ήταν και είναι, και μετά το θάνατό του, ένα σταθερό σημείο, από το οποίο μπορούμε να κρατηθούμε. Ένα παράδειγμα, το οποίο μπορούμε να έχουμε πάντοτε μπροστά μας, για να γινόμαστε, καθημερινά και περισσότερο, ότι είμαστε, Ορθόδοξοι, δηλαδή αληθινοί Χριστιανοί.
Αυτό που κήρυττε ο π. Κοσμάς με την ίδια τη ζωή του είναι η θερμή πίστη, ως το πιο προσωπικό και υπεύθυνο βήμα. Πρόκειται για τη δυναμική εκείνη πράξη, που τερματίζει την περιπλάνησή μας στους άγονους χώρους της αμαρτίας και μας στρέφει οριστικά προς την κατεύθυνση του Θεού.
Τούτη την ώρα που τον αποχαιρετούμε, σκεπτόμαστε και την μεγάλη στήριξή του προς εμάς σε χρόνια δύσκολα για τη ζωή μας, αλλά και ότι ο απόηχος και ο παλμός της ψυχής του, δεν μοιάζει μ’ εκείνον τον δικό μας.