Προεξήρχε στο αρχιερατικό συλλείτουργο, στο φερώνυμο ναό του Αγίου στον Τύρναβο, όπου υπάρχουν ο τάφος και τα λείψανά του, συλλειτουργούντων των Μητροπολιτών Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας κ. Ειρηναίου και Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερωνύμου.
Ο Μητροπολίτης Παραμυθίας στο κήρυγμα του αναφέρθηκε αρχικώς, στην εορτή της Γεννήσεως του Κυρίου, ενώ ακολούθως, εστίασε στον εορτάζοντα Άγιο Γεδεών, τονίζοντας την αξία του μαρτυρίου του.
Μετά τη Θεία Λειτουργία πραγματοποιήθηκε λιτάνευση της Κάρας του οσιομάρτυρα Γεδεών στους δρόμους της πόλης, ενώ στην κεντρική πλατεία τελέστηκε η αρτοκλασία προς τιμή του αγίου.
Ο Λαρίσης κ. Ιερώνυμος στη σύντομη προσλαλιά του ευχαρίστησε με θερμά λόγια τους φιλοξενουμένους Μητροπολίτες για την παρουσία τους.
Με αφορμή τη ζωή του αγίου Γεδεών είναι να καταπλήσσεται κανείς από την μεγαλειώδη και υπερβατική πίστη ορισμένων ανθρώπων, ανεξάρτητα από τα εμπόδια. Όπως του νεομάρτυρα Γεδεών, που μαρτύρησε στον Τύρναβο, φωνάζοντας χωρίς τον παραμικρό δισταγμό στους Μουσουλμάνους, που τον βασάνιζαν: «Μία είναι η πίστη, των Ορθοδόξων».
Στο Βελεστίνο ο μικρός Νικόλαος, αυτό ήταν το κοσμικό όνομά του, που καταγόταν από το Πήλιο, βοηθούσε στο παντοπωλείο το θείο του. Με τη βία τον πήρε Τούρκος και τον ενέταξε στο χαρέμι του και εξισλαμίστηκε, γιατί παιδάκι, όπως ήταν, παρασύρθηκε. Όμως δεν πέρασαν δύο μήνες και ο Νικόλαος συνειδητοποίησε την αμαρτωλή πράξη του και μετανόησε οικτρά και το κλάμα του ήταν γοερό.
Μετά από διάφορες περιπέτειες, όπως η υιοθέτησή του στην Κρήτη από ιερέα, ο οποίος, όμως, σύντομα πέθανε, έκανε προσκύνημα στο Άγιο Όρος, όπου στη Μονή Καρακάλλου, εκάρη μοναχός και ασκήτευσε επί τριάντα πέντε ολόκληρα χρόνια.
Επέστρεψε στο Βελεστίνο και παριστάνοντας τον σαλό ομολογούσε τον Χριστό, ενώ τις νύχτες προσευχόταν ασταμάτητα. Τελικά τον οδήγησαν στον Τύρναβο και αφού τον βασάνισαν φρικτά, τον έριξαν μέσα στα λύματα του σπιτιού του πασά, όπου άφησε την τελευταία του πνοή.
Βασική του αρχή, που διαλαλούσε προς όλους, ήταν: «Εγώ Χριστιανός γεννήθηκα από τους γονείς μου, Χριστιανός και θα πεθάνω».
Είχε διώξει από την καρδιά του το φόβο και την καταλυτική αγωνία του μικρού και φθαρτού τούτου κόσμου.
Είχε εκμηδενίσει όλα τα υπόλοιπα και το μόνο, που τον απασχολούσε ήταν η υπερκόσμια ζωή.
Κατάλαβε πως υπάρχει ένας άλλος κόσμος, για τον οποίο πρέπει να ενδιαφερθεί, να ιδρώσει, να πονέσει, να θυσιαστεί εν τέλει.
Δεν ήταν πλαδαρός, αλλά είχε νοσταλγία και ιερό πόθο για τα ουράνια.
Παρά τη στιγμιαία πτώση του, ξαναστάθηκε όρθιος και ανυψώθηκε, κάνοντας αγώνα μέχρι θανάτου για μια έντιμη ζωή.
Η συνείδηση η δική του, είναι η δυσκολία για τους πολλούς. Τότε, σήμερα, πάντοτε.
Γι' αυτό αξιώθηκε από το Θεό και με θαύματα.
Το παράδειγμα της μετάνοιάς του, είναι κάτι, που επείγει και στις ημέρες μας.
Στο σύγχρονο κυκεώνα, πρέπει να ξαναβρούμε τον προσανατολισμό στις αρχές μας, όσο τρομακτικές και αν είναι οι καταιγίδες, που ξεσπούν πάνω μας.
Με πυξίδα την Ορθόδοξη Εκκλησία, ας σταθούμε αμετάβλητοι, ανυπότακτοι.
Μη μας συνεπαίρνει του δέλεαρ του «ψευτοσυγχρονισμού», ο οποίος αποτελεί για πολλούς πηγή ψευτοχαράς, ούτε οι απογοητεύσεις από τον κοινωνικό κατήφορο.
Ο νεομάρτυρας Γεδεών, δημιουργεί, στο πέρασμα των αιώνων, στους ανθρώπους στέρεες πεποιθήσεις και τους εμψυχώνει, γιατί εν τέλει, δεν συμβιβάστηκε με τρόπους αντιχριστιανικούς και ξαναβρήκε στο μυαλό και στην καρδιά του τητις ιδέες του.
Καθάρισε το νου του και το βλέμμα του και κράτησε αναμμένο και λαμπρό το σωστικό και ζωογόνο φως του Χριστού.
Γιατί, δέχθηκε την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος και εμπνεύσθηκε από αυτό, αποδεικνύοντας ότι είναι πραγματικό παιδί του Θεού.
Ένιωθε ιδιαίτερα το μεγάλο προνόμιο να είναι πάντα κοντά στο Θεό.
Έτσι, και αν τον θανάτωσαν, επέζησε αιώνια.
π. Ηλίας Μάκος