Του π. Ηλία Μάκου
Εκπαιδευτικοί επισκέφτηκαν τη Μονή Γηρομερίου και ξεναγήθηκαν από τον ηγούμενο, αρχιμανδρίτη π. Μεθόδιο Ντελή.
Οι εκπαιδευτικοί συμμετείχαν στο τριήμερο βιωματικό σεμινάριο του Κ.ΕΠΕ.Α Φιλιατών Θεσπρωτίας με θέμα: «Μνημειακό Πολιτιστικό-Χριστιανικό-Θρησκευτικό Απόθεμα στην Περιοχή της Ιεράς Μητροπόλεως Παραμυθίας, Φιλιατών, Γηρομερίου και Πάργας», το οποίο οργανώθηκε σε συνεργασία με την Ιερά Μητροπόλη Παραμυθίας, Φιλιατών, Γηρομερίου και Πάργας, την Περιφερειακή Διεύθυνσ Α/βάθμιας και Β/βάθμιας Εκπαίδευσης Ηπείρου, τους Δήμους Φιλιατών, Ηγουμενίτσας, Σουλίου και τον Πολιτιστικό Σύλλογο Ελευθερίου Θεσπρωτίας.
Η λίγη ώρα, που έμειναν εκεί οι προσκυνητές, ήταν αρκετή να νιώσουν ότι αποτελεί ζωντανή πνευματικότητα και μαρτυρία ότι υπάρχει η αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα του Θεού, που κάνει τον άνθρωπο άτρωτο από τις προσβολές του φόβου, πραγματικού και φανταστικού, που τον κυκλώνει, τον περισφίγγει, τον αγχώνει και τον απειλεί.
Το καθολικό της Μονής Γηρομερίου, που ανεγέρθηκε το 1568 κατόπιν χορηγίας του Βοεβόδα της Ουγγροβλαχίας Οξυώτη ή Αξιώτη από την Πωγωνιανή, ενώ το ιερό και ο νάρθηκας είναι προγενέστερα κτίσματα, τμήματα του πρώτου ναού, πιθανώς του 14ου αιώνα, μετά τις αναστηλωτικές εργασίες απέκτησε την παλαιά του αίγλη.
Εσωτερικά παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον καθώς στολίζεται από αγιογραφικό διάκοσμο του 16ου και 17ου αιώνα, ο οποίος συντηρήθηκε.
Το δεύτερο στρώμα των τοιχογραφιών (1679) είναι λαϊκής τεχνοτροπίας της εποχής εκείνης, ενώ το πρώτο, του 16ου αιώνα (1568-1590), είναι βυζαντινής τεχνοτροπίας και έχει την μοναδική ιδιαιτερότητα ανάμεσα στα μνημεία της Ηπείρου, να συνδυάζει στοιχεία της βυζαντινής τέχνης, που ανήκει στην Κρητική Σχολή και στη σχολή της Δυτικής Ελλάδος, με στοιχεία της Δυτικής τέχνης.
Το τέμπλο του Καθολικού, που δεν έχει ακόμη τοποθετηθεί, καθώς συνεχίζεται η συντήρησή του, είναι αξιόλογο έργο ξυλογλυπτικής, κατασκευασμένο το 1824 και επιχρυσωμένο το 1829.
Η εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας, που το πρωτότυπό της φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηγουμενίτσας, είναι η αρχαιότερη της Μονής, αγιογραφημένη στις αρχές του 14ου αιώνα.
Πρόκειται για αμφιπρόσωπη εικόνα, όπου απεικονίζονται: Στη μια όψη η Παναγία, ενώ στην άλλη όψη οι πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος.
Στο χώρο της Ορθοδοξίας αισθάνεται κανείς ότι μπορεί να αγγίξει τον Θεό, όταν έχει αγάπη και πόθο. Και βγαίνει από μέσα του δύναμη και χύνεται στο κορμί και στην καρδιά του.
Αν δεν πορευτούμε υπεύθυνα και με βήμα σταθερό προς προς το θρόνο του Σταυρού, δεν νιώθουμε τη θερμότητα της παρουσίας Του.
Ο Κύριος "ήλθε ζητήσαι και σώσαι το απολωλός". Ήρθε, και αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ειδικά στα Μοναστήρια, να αναζητήσει και να σώσει τη μια ψυχή, που μπλέχτηκε στους κακότοπους και στ' αγκάθια. Τον έναν άνθρωπο, που έχει ανάγκη.
Φωτό: Νίκος Σιουτόπουλος