Δεν ήταν δημαγωγός, ήταν βαθιά Χριστιανός!

Ο νέος άγιος Χριστόφορος Παπουλάκος δεν ήταν δημαγωγός, ήταν βαθιά Χριστιανός! 

Του π. Ηλία Μάκου

Ο Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος ή Παπουλάκος (1790-1861), που ανακηρύχθηκε άγιος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις 30 Αυγούστου του 2024, ήταν ένας απλός καλόγηρος, αγράμματος, που, όμως, με το λαϊκό του κήρυγμα ξεσήκωνε τα πλήθη και τα καλούσε να απελευθερωθούν από κάθε θεσμό δουλείας. 

Κόντρα στο εκκλησιαστικό κατεστημένο της εποχής του,  που ενίοτε του απαγόρευε να κηρύττει, γιατί μετρούσε μόνο τα χαρτιά και όχι τις καρδιές, γυρνούσε χωριά της Αρκαδίας, της Αχαΐας και της Λακωνίας, και διαφώτιζε τον κόσμο, είτε πάνω από μια εξέδρα, μπροστά σ' ένα σταυρό, όπως ο Άγιος Κοσμάς, είτε και από τον εξώστη κάποιου σπιτιού, είτε ακόμη και σκαρφαλωμένος πάνω από κάποιο δένδρο. 

Απαλός και απλοϊκός στην ομιλία του χτυπούσε την κακία, δίδασκε την τήρηση των θρησκευτικών καθηκόντων, τον τακτικό εκκλησιασμό, τη συμφιλίωση με τους εχθρούς και την αγάπη. Άλλοτε μιλούσε για τη διχόνοια και συμφιλίωνε οικογένειες με παλιές έχθρες. Άλλοτε κατέκρινε το πάθος της φιλαργυρίας. Άλλοτε υποστήριζε τη δοκιμαζόμενη γυναίκα. Άλλοτε κατέκρινε τη μαγεία, τη ζωοκλοπή (ήταν διαδεδομένη εκείνη την εποχή).

Και πάντα εμφανιζόταν αμείλικτος, ανελέητος κυριολεκτικά, στην αθεΐα των εγγράμματων και εκείνων, που τάχτηκαν να οδηγήσουν το Έθνος με κέντρο την κυνική υλοφροσύνη.   

Κατηγορήθηκε, όπως συμβαίνει σ' αυτές τις περιπτώσεις, ότι  ήταν υπερβολικός και οπισθοδρομικός, ωστόσο κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει ότι εμφορούνταν από ζήλο αγνό και υπερθερμουργό ενθουσιασμό. 

Γι' αυτό, όπου πήγαινε γινόταν πνευματικό πανηγύρι. Χτυπούσαν οι καμπάνες, μαζεύονταν οι χωρικοί, οι παπάδες έπαιρναν τα εξαπτέρυγα, οι δάσκαλοι παρέτασσαν τους μαθητές, οι άνδρες άφηναν τις δουλειές τους, οι γυναίκες έφερναν τα μικρά να τα ευλογήσει. Μάλιστα ο Επίσκοπος Ασίνης  Μακάριος βγήκε να τον υποδεχτεί με τα άμφιά του.  
Παντού τον άκουγαν με βαθύ σεβασμό και τον μεγαλοποιούσαν πολλαπλασιαστικά. Αναφέρεται ότι έκοβαν κομμάτια από το ράσο του και τα έκαναν φυλαχτό και πως στις Σπέτσες  οι ψαράδες πίστευαν, ότι αν δεν δέσουν ένα κομμάτι ή και μια κλωστή από το ρούχο του  στα δίχτυα τους, θα έκαναν καλή ψαριά. 

Ο Παπουλάκος μέχρι τώρα δεν είχε ανακηρυχθεί άγιος, με την αιτιολογία ότι κίνησε σε στάση απέναντι στην Εκκλησία, πήρε την ιδιότητα του δημαγωγού, έκανε ενθουσιώδεις πορείες και επίδειξη δύναμης.  

Και, όμως, υπήρξε άγιος, γιατί από τη στάση  ψυχής του, που δεν μπορούσε να αποφύγει υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες της εποχής του, βγήκε πνευματικό κέρδος και ωφέλεια μεγάλη στους ανθρώπους. Από το κήρυγμά του πολλά κακά επιπολάζοντα στην κοινωνία διορθώθηκαν. 

Η επιτυχία του ήταν ότι δεν μιλούσε μόνο οραματιστικά για την Ορθοδοξία, αλλά  έδινε και έδειχνε και το πνεύμα της καθώς ταιριάζει. 

Η όλη παρουσία του Παπουλάκου και η όλη κίνησή του προκάλεσε μια έκρηξη. Μια έκρηξη Ορθόδοξης αγωνίας. Και από την άποψη αυτή η στάση των συχρόνων του εκκλησιαστικών απραγόντων απέναντί του ήταν άδικη και η κρίση, που έβγαλαν γι' αυτόν λαθεμένη. 

Όμως ο Παπουλάκος στη συνέχεια βρήκε τη δικαίωσή του στη συνείδηση του λαού, ο αγώνας του ήταν ένα κέντρισμα ανάτασης και τέτοια κεντρίσματα δεν μένουν ποτέ χωρίς αποτέλεσμα. Μόνο, που το αποτέλεσμα δεν πρέπει να μετριέται συχνά με ανθρώπινα μέτρα, αλλά με τα μέτρα του Θεού.