Άγνωστα στοιχεία για τη ζωή του αγίου Αναστασίου του Γουναρά του εκ Θεσπρωτίας

Του π. Ηλία Μάκου

Δεν είναι πολλές οι μαρτυρίες, που διασώζονται για τον Άγιο Αναστάσιο Γουναρά στο χωριό του, τον Άγιο Βλάσιο Θεσπρωτίας, που  τότε ονομαζόταν Σούβλασι (αρβανιστί Σιν-Βλάσι, δηλαδή Άγιος Βλάσιος).

Ωστόσο υποδεικνύεται ένας χώρος, όπου ήταν το πατρικό του σπίτι, κοντά στο κέντρο του χωριού, καθώς οι γονείς του έζησαν εκεί στα τέλη του 17ου με αρχές του 18ου αι.

Μια φτωχή, πάμφτωχη αγροτική οικογένεια ήταν, που, σίγουρα δεν είχε τις ανέσεις και ευκολίες, αλλά έδινε καθημερινά αγώνα επιβίωσης.

Ωστόσο εμφάνιζε ένα χαρακτηριστικό αυτή η οικογένεια μέσα στα χρόνια της σκλαβιάς.

Τα μέλη της είχαν απομακρύνει από την ψυχή τους  κάθε τι, που θα τους έφερε σε σύγκρουση και σε αντίθεση προς το θείο θέλημα. “Καθαροί τη καρδία” άνθρωποι αναζητούσαν την ελευθερία και την αλήθεια.

Ένα από τα παιδιά τους, εικάζεται ότι ήταν πολυμελής οικογένεια, ο Αναστάσιος αποφάσισε να ταξιδέψει στην Πόλη, συνηθιζόταν, εκείνη την εποχή, για να βιοποριστεί.

Δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί ιστορικά αν μετακόμισε ολόκληρη η οικογένεια στην Κων/πολη, κάτι που δεν αποκλείεται.

Αρχικά ο Αναστάσιος προσκολλήθηκε επαγγελματικά στους Έλληνες γουναράδες, Καστοριανούς κατά κύριο λόγο, εξ’ ου και το προσωνύμιο Γουναράς.
Την περίοδο αυτή υπήρχαν πολλοί στην Πόλη, η τέχνη ήταν διαδεδομένη, και όσοι πήγαιναν από την Ελλάδα ήταν εύκολο να βρουν εργασία κοντά τους, γιατί υπήρχε ανάγκη από εργατικά χέρια.

Δεν είναι γνωστό κάτω από ποιες συνθήκες και πότε έγινε ιερέας, αλλά βραβεύτηκε όχι με φθαρτά μετάλλια, αλλά με χρυσούς αμαράντινους στεφάνους, τους οποίους κέρδισε μέσα από το μαρτύριο, που το ήθελε, δείχνοντας ότι ήταν πρόθυμος να σηκώσει τα βάρη του χρέους του απέναντι στο Θεό. 

Η απόφασή του αυτή δημιουργήθηκε όταν είδε το μαρτύριο του ιερέα Κωνσταντίνου Ρώσσου.

Μαρτύρησε, όπως ήταν η επιθυμία του από την πρώτη στιγμή της ιερωσύνης του,  στις 8 Ιουλίου του 1793 και το λείψανο παραδόθηκε στους Χριστιανούς

Του έκοψαν το κεφάλι μπροστά στο Γενί-Τζαμί, γιατί αντέδρασε και μάλιστα έντονα στις αλλεπάλληλες προκλήσεις των Τούρκων, που του ζήτησαν να απαρνηθεί την Ορθοδοξία και την ιεροσύνη και να γίνει Μουσουλμάνος. 

Η φήμη και η αγιοσύνη του Αγίου Αναστασίου διασώζεται από γενιά σε γενιά στη γενέτειρά του, όπου οι κάτοικοι ιδιαίτερα τον ευλαβούνται και τον επικαλούνται στις δυσκολίες τους.

Τον έχουν στο μυαλό και στην καρδιά τους ως άνθρωπο συνετό, φρόνιμο, σώφρωνα, διακριτικό, πλήρης σοφίας και σύνεσης πνευματικής, αλλά και ως άνθρωπο, που θυσιάστηκε για την πίστη του στο Χριστό.

Αναγνωρίζουν ότι ανέλαβε και εκπλήρωσε ένα βαρύ και δυσβάκτο  χρέος, αυτό της ευθύνης και της συνέπειας, με χριστιανική ανωτερότητα , αρετή ειλικρινής εφαρμογή του θείου θελήματος  και αυταπάρνηση.

Ταξίδεψε από τη Θεσπρωτία στην Κων/πολη  όχι με το όραμα της «κονόμας» και ευζωίας, που είναι σήμερα το μέτρο όλων μας, αλλά για να ξεπεράσει τον ανθρώπινο ξεπεσμό και να βρει ένα πρότυπο ζωής.
Χωρίς κανένα δισταγμό, χωρίς ίχνος αμφιβολίας και απαισιοδοξίας, αλλά με ιερό ζήλο και ενθουσιασμό, με ακατάβλητη αγωνιστικότητα ρίχτηκε στον ωραίο αγώνα, όχι πνευματικά ανάπηρος, αλλά άρτιος και πλήρης.

Δεν άφησε την καρδιά του να δεθεί με τον κόσμο και την αμαρτία. Περιφρόνησε τα μάταια και ανταποκρίθηκε στην αγάπη του Θεού και δόθηκε ολοκληρωτικά σ’ Αυτόν.

Έκανε τα πάντα για τον Χριστό και η θυσία του είναι η μεγαλύτερη απόδειξη.

Ανέλαβε τη μεγάλη ευθύνη του, δεν αδιαφόρησε στη φωνή του Θεού, περιφρόνησε τα μικρά και αναζήτησε τα μεγάλα.

Πολέμησε την αμαρτία ως τη χειρότερη σκλαβιά, που καταντά τον άνθρωπο εξαρτημένο από τα πάθη του και τον σέρνει άβουλο, όπου θέλει.

Το παράδειγμά του έρχεται να διαλύσει τους λογισμούς της ολιγοψυχίας και να διοχετεύσει στις ψυχές μας φρόνημα ανδρείας και να μην αμαυρώνουμε τον εαυτό μας.

Ο Άγιος Αναστάσιος ο Γουναράς ο εξ Αγίου Βλασίου άφησε τον εαυτό του να κατευθυνθεί από το Πνεύμα του Θεού. Έτσι σκέφτονται οι όντως μεγάλοι.
Και όπου το Πνεύμα του Θεού τον οδήγησε εργάστηκε με ταπείνωση, καρποφόρησε με υπομονή, έγινε θεάρεστος.

Άξιο και εύχρηστο όργανο στα χέρια του Θεού και η πορεία του επισφραγίστηκε με το μαρτύριό του.

Όλος ο αγώνας του έγινε με εφόδιο και γνώρισμα και ασπίδα της καρδιάς του την αγάπη, μέχρι θυσίας, προς το Θεό.

Με αυτό το αίσθημα, που είναι σύνθεση βαθιάς ευλάβειας και ταπεινοφροσύνης, η κατάκτηση της αγιοσύνης ήταν μια πραγματικότητα ευλογημένη στη ζωή του.