Πρωτοχρονιά στη Θεσπρωτία όταν οι άνθρωποι ήταν φτωχοί, αλλά δεν παραπονιόταν

Πριν ακόμα μπει ο νέος χρόνος, φρόντιζαν οι μεγάλοι με εσωτερικές διεργασίες να έχουν αγνή και καθαρή συνείδηση, να είναι καθαροί και φωτεινοί μέσα τους, και έτσι καθαρό να είναι και το νέο έτος. Τακτοποιούσαν όλες τους τις εκκρεμότητες, ακόμα και τις οικονομικές, γιατί δεν ήθελαν να τους βρει ο καινούργιος χρόνος και να χρωστούν, οπότε κάνανε τα πάντα για να ξοφλήσουν το τυχόν χρέος! Τηρούσαν λοιπόν όλοι, τους κανόνες της ευπρέπειας και της συγγνώμης. Πάντα η αρχή τους ήταν πως ό,τι κακό θα έκαναν τη πρώτη μέρα του νέου έτους, θα το έκαναν αυτό όλο το χρόνο! Έτσι απέφευγαν να κοιμούνται όλη μέρα, απέφευγαν να μαλώνουν να τσακώνονται και να νευριάζουν. Ήθελαν να είναι χαρούμενοι, να τρώνε να πίνουν και να διασκεδάζουν! Και καλώς ή κακώς, αυτή ήταν η διασκέδασή τους, να σμίγουν με τους κοντινούς συγγενείς, με τους γειτόνους και να κάνουν παρέες και να κάνουν καλαμπούρια. Σήμερα έχει πάρει εντελώς διαφορετικό νόημα ο εορτασμός των πρώτων ημερών του νέου χρόνου. Ενώ ο νοικοκύρης του σπιτιού το πρωί της Πρωτοχρονιάς θα κρεμάσει μια αγριοκρομμύδα στον τοίχο δίπλα στην πόρτα, που συμβολίζει τη μακροβιότητα, ένα παιδί, συνήθως κορίτσι, θα πάρει το σταμνάκι να πάει στη βρύση του χωριού και να φέρει νερό, αλλά στο δρόμο δεν θα βγάλει μηλιά σε κανένα! Ότι και να του λένε στο δρόμο, εκείνο δεν θα απαντά, μέχρι να φέρει το νερό στο σπίτι. Εκεί θα γεμίσει ένα ποτήρι ή ένα τενεκάκι με νερό, "αμίλητο νερό" λεγόταν (εξ ου και η φράση: "Το αμίλητο νερό ήπιες"), και  το ρίχνει, κάνοντας το σημείο του σταυρού,  στο κατώφλι. Μετά από αυτό θα μιλήσει. 
Το καλό ποδαρικό
Τεράστια σημασία είχε το λεγόμενο «ποδαρικό», ποιος δηλαδή θα πρωτοπατήσει το κατώφλι του σπιτιού το πρωί της Πρωτοχρονιάς και να τους φέρει γούρι!  Δεν ήταν λοιπόν μονάχα τα αγόρια τα εφτάγερα και όμορφα που ήταν προτιμητέα για να πάνε σε σπίτια και να κάνουν καλό ποδαρικό, και τα κορίτσια μπορούσαν να έχουν ένα πολύ καλό γούρι! Ακόμα και σήμερα τα παρακολουθούν κάποιοι, ,  αν τους πήγε καλά η χρονιά, σκέφτονται ποιος τους έκανε το ποδαρικό, να τον ξανακαλέσουν να ξαναπάει και το επόμενο έτος!
Τα δώρα των παιδιών
Το πρωί του αγίου Βασιλείου χτύπαγε η καμπάνα και όλοι πήγαιναν στην εκκλησία για να κοινωνήσουν. Μετά την εκκλησία έστελναν με το παιδί τους οι γονείς το μπουναμά υποχρεωτικά στο νονό, και μετά στους παππούδες ή γιαγιάδες, στους κοντινούς συγγενείς και μπαρμπάδες. Tα παιδιά τα παλιά χρόνια δεν περιμένανε δώρα από κανένα, ούτε καν από τον άη Βασίλη! Δεν ήξεραν καν τον η Βασίλη με τη μορφή που τον ξέρουμε σήμερα! Τον άη Βασίλη τον μάθανε τα παιδιά μετά την Κατοχή.  Αποσκοπούσαν όμως τα παιδιά σε κάποια λίγα χρήματα που θα τους έδιδαν, κυρίως ο νονός, γιατί και τότε όλα τα παιδιά ήθελαν περισσότερα πράγματα από αυτά, που είχαν. Δεν παραπονιόταν, όμως, που περνούσαν φτωχικά, γιατί έτσι φτωχά ήταν και τα παιδιά του γείτονα, του παραγείτονα, και όλου του χωριού, ακόμα και των πιο ευκατάστατων οικογενειών, δεν διέφεραν, άρα δεν παραπονιόταν. Πολύ παλιά, πριν την Κατοχή, δεν κυκλοφορούσαν συνήθως λεφτά, πέραν από ελάχιστα και σε ελάχιστους. Αντί λεφτά «κυκλοφορούσαν» όμως κουραμπιέδες, μελομακάρονα, καρύδια κάστανα, λάδι αυγά σταφίδες κλπ. Με αυτά έφτιαχναν το κέφι οι μεγάλοι στα παιδιά! Τα έθιμα μπορεί να τα τηρούσαν με χριστιανική ευλάβεια, αλλά μετά το ’40 θα επακολουθήσει σχεδόν μια δεκαετία με απανωτούς πολέμους, που ωστόσο οι πόλεμοι αυτοί δεν κατάφεραν να αποδυναμώσουν τα ωραία αυτά έθιμά μας. Τα έθιμα κατά κάποιο τρόπο διατηρήθηκαν και τις δεκαετίες ‘50 ’60 και λίγο εκείνη του ’70, ώσπου χάθηκαν.