Η ζωή και διδαχές του οσίου Παϊσίου...

Ὁ ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης εἶναι ἕνας ἀπό τούς πλέον ἀγαπητούς Ἁγίους τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, τόν ὁποῖο ἐπικαλοῦνται οἱ χριστιανοί, μελετοῦν τήν ἁγία ζωή του, τίς συμβουλές του, ζητοῦν τίς πρεσβεῖες του καί βλέπουν τήν ἄμεση ἐπέμβασή του καί τά θαύματά του μετά τόν θάνατό του. Παραθέτουμε ἕναν σύντομο πίνακα τῆς ζωῆς τοῦ Γέροντα Παϊσίου καί μετά μερικές συμβουλές του. 1924. Γεννήθηκε στά Φάρασα τῆς Καππαδοκίας στίς 25 Ἰουλίου. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Πρόδρομος Ἐζνεπίδης καί ἦταν πρόεδρος τῶν Φαράσων. Ἡ μητέρα του ὀνομαζόταν Εὐλογία, στήν Κόνιτσα ὅμως τήν ἀποκαλοῦσαν Εὐλαμπία. Ὁ Γέροντας ἦταν τό ὄγδοο ἀπό τά δέκα παιδιά τῆς οἰκογένειας. Στίς 7 Αὐγούστου βαπτίζεται ἀπό τόν ἱερέα τοῦ χωριοῦ Ἅγιο Ἀρσένιο, ὁ ὁποῖος τοῦ δίνει τό ὄνομά του. Τό ἴδιο ἔτος γίνεται ἡ ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν καί στίς 14 Σεπτεμβρίου, ἡ οἰκογένεια Ἐζνεπίδη, μαζί μέ ἄλλους Φαρασιῶτες, πῆρε τόν δρόμο τῆς πικρῆς προσφυγιᾶς καί ἔφθασε στόν Πειραιά. Ἀκολούθησαν διάφορες ταλαιπωρίες στήν Κέρκυρα, Ἡγουμενίτσα καί κατέληξαν στήν Κόνιτσα τό 1927. Στίς 10 Νοεμβρίου 1924 ἀπέθανε ἐν Κυρίῳ ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος καί ἐνταφιάστηκε στήν Κέρκυρα. Ὅταν ὁ μικρός Ἀρσένιος ἦταν στήν Κόνιτσα, 15 χρονῶν, κάποιος ἄθεος τόν τάραξε λέγοντάς του ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός. Ἐκεῖνος, ὅμως, προσευχήθηκε πολύ στό ἐξωκκλήσι τῆς Ἁγίας Βαρβάρας καί ὁ Κύριος τοῦ ἐμφανίσθηκε ὁλοζώντανος μέσα σέ ὑπερκόσμιο Φῶς καί τοῦ εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καί ἡ ζωή. Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἄν ἀποθάνῃ ζήσεται» ( Ἰωαν. ΙΑ΄ 25-26) καί τοῦ ἔδειξε τό ἀνοιγμένο Εὐαγγέλιό Του. Τό συγκλονιστικό αὐτό θαῦμα ἔγινε καθοριστικό γιά τήν ὑπόλοιπη ζωή του καί ἔδωσε ἀργότερα ἐντολή, νά ἁγιογραφηθεῖ αὐτή ἡ εἰκόνα. 1945: Κατατάσσεται στόν στρατό, ὡς διαβιβαστής μέχρι τό 1950 καί φανερώνει πολλά δείγματα τῆς ἀγάπης καί ὁσιότητός του. 1953: Ἀναχωρεῖ ἀπό τήν Κόνιτσα καί ἐγκαταβιώνει ὡς δόκιμος μοναχός στή Μονή Ἐσφιγμένου. 1954: Δέχεται τή ρασοευχή καί μετονομάζεται Ἀβέρκιος. 1956: Ἐγκαταβιώνει στήν Ἱερά Μονή Φιλοθέου καί τήν ἑπόμενη χρονιά κείρεται μικρόσχημος μοναχός καί παίρνει τό ὄνομα Παΐσιος. 1958: Τόν Αὔγουστο ἀναχωρεῖ γιά τή Μονή Στομίου Κονίτσης, κατόπιν ἐντολῆς τῆς Παναγίας, ὅπου ἀναλαμβάνει τήν ἀνοικοδόμησή της. Στήν Κόνιτσα γυρίζει στήν Ὀρθόδοξη Πίστη πολλές οἰκογένειες, πού εἶχαν παρασυρθεῖ στόν προτεσταντισμό. Τόν Ὀκτώβριο, ὁ Γέροντας πηγαίνει στήν Κέρκυρα καί πραγματοποιεῖ ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου. 1962: Ἀναχωρεῖ ἀπό τή Μονή Στομίου, ἀφήνοντας πίσω του πλούσιο φιλανθρωπικό ἔργο καί ταξιδεύει στό Σινᾶ. Ἐκεῖ ἐγκαταβιώνει στό κελί τῶν Ἁγίων Γαλακτίωνος καί Ἐπιστήμης, ὅπου ὅμως ἀντιμετωπίζει δυσκολίες ἀναπνοῆς. Παρά ταῦτα δείχνει πολλά σημεῖα ἐκεῖ καί μάλιστα ἀγάπης πρός τούς πτωχούς Βεδουΐνους. 1964: Ἐπιστρέφει ἀπό τό Σινᾶ στό Ἅγιο Ὄρος καί ἐγκαθίσταται στό κελί τῶν Ἀρχαγγέλων σέ σκήτη τῶν Ἰβήρων. 1968: Στίς 12 Αὐγούστου ὁ Γέροντας ἐγκαθίσταται στή Μονή Σταυρονικήτα καί ἔπειτα πηγαίνει στήν ἄκρη τῆς Καψάλας στό κελί «Τίμιος Σταυρός». Τόν Σεπτέμβριο πεθαίνει ὁ παπα – Τύχων, Γέροντας τοῦ πατρός Παϊσίου, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶχε δώσει τό μεγάλο μοναχικό σχῆμα.  Στή δεκαετία πού μένει ἐδῶ, διατηρεῖ συχνή ἀλληλογραφία, νουθετεῖ πολλούς καί ἀσχολεῖται μέ τή συγγραφή. 1970: Μεταφέρει ἀπό τήν Κόνιτσα τά ἱερά λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκη στό Γυναικεῖο Ἡσυχαστήριο τοῦ «Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου» στή Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Τό ἑπόμενο ἔτος γράφει τόν βίο τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου. 1972: Ἐπισκέπτεται τή γενέτειρά του, τά Φάρασα τῆς Καππαδοκίας. 1977: Γράφει τό βιβλίο του «Ἁγιορεῖται πατέρες καί ἁγιορείτικα». Μετά ἀπό πρόσκληση ἐπισκέπτεται τήν Αὐστραλία γιά νά τονώσει πνευματικά τούς ὁμογενεῖς. 1979: Μετακινεῖται στό Κουτλουμουσιανό κελί «Παναγούδα». Ἐδῶ δέχεται ἑκατοντάδες καί χιλιάδες ἀνθρώπους στό ὑπαίθριο ἀρχονταρίκι του καί ἐνισχύει τούς πονεμένους καί προβληματισμένους ἀνθρώπους. 1982: Ἐπισκέπτεται τούς Ἁγίους Τόπους. 1986: Κυκλοφορεῖ τό βιβλίο του «Ὁ Γέρων Χατζη – Γιώργης ὁ Ἀθωνίτης», μέ τήν εὐκαιρία τῶν 100 χρόνων ἀπό τήν κοίμησή του (1886). Συγγράφει ἄρθρο γιά τή θρησκευτική πίστη τοῦ Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη. 1987: Κυκλοφορεῖ χειρόγραφο σημείωμα μέ σκέψεις του γιά τόν Ἀντίχριστο καί γιά τά «Σημεῖα τῶν καιρῶν 666». 1993: Πηγαίνει στή Θεσσαλονίκη γιά ἰατρικές ἐξετάσεις. Διαπιστώνεται ἡ σοβαρότητα τῶν ἀσθενειῶν του. 1994: Στίς 12 Ἰουλίου, ἡμέρα Τρίτη, ὁ Γέροντας ἀποθνήσκει ἐν Κυρίῳ μέσα σέ φρικτούς πόνους, γιά νά εἰσέλθει ὅμως στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἔκτοτε ὁ τάφος του ἔγινε πανελλήνιο καί πανορθόδοξο προσκύνημα μέ ἐμφανή τά θαύματά του. 2015: 13 Ἰανουαρίου. Κατατάσσεται στό Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατόπιν συνεδρίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἡ μνήμη του ὁρίσθηκε νά τιμᾶται στίς 12 Ἰουλίου. Ἀκολούθησαν καί τά Πατριαρχεῖα Ρωσίας, Ρουμανίας, Σερβίας καί ἄλλα. 
ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΙΔΑΧΕΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ
 Πρώτα πιστεύουμε στόν Θεό καί ὕστερα ἀγαπᾶμε τόν Θεό καί τήν εἰκόνα του, τόν ἄνθρωπο.  Ἡ πίστη αὐξάνει τήν Προσευχή γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους.  Ὅπως ἔχω καταλάβει, ὅλο τό κακό προέρχεται ἀπό τήν ἀπιστία. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν πιστεύει στόν Θεό, θέλει νά γλεντήσει τή ζωή του, νά κάνει κάθε εἴδους ἁμαρτία καί βέβαια, δέν τηρεῖ αὐτά πού θέλει ὁ Θεός.  Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά συλλάβει τό βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς καί νά ἑτοιμαστεῖ γιά τήν ἄλλη ζωή, ἔχοντας ἕναν ὁδηγό γιά τόν οὐρανό, τόν πνευματικό.  Μέσα στήν Ἐκκλησία θά σωθοῦμε.  Νά γνωρίσουμε τόν ἑαυτό μας, γιατί δέν τόν ξέρουμε καλά. Νά κόψουμε τά πάθη μας καί νά ἀποκτήσουμε τίς ἀρετές. Ταπείνωση – ἀγάπη – ὑπακοή – ὑπομονή – διάκριση.  Νά βάλουμε τόν Χριστό μέσα μας καί ἔτσι θά μᾶς ἐπισκεφθεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ.  Γιά νά κατοικήσει στόν ἄνθρωπο τό Ἅγιο Πνεῦμα χρειάζεται πολλή αὐταπάρνηση, φιλότιμο, ταπείνωση, ἀρχοντιά καί θυσία.  Ἡ πίστη μας καί ἡ ἀναφορά μας νά στρέφεται πρῶτα στόν Τριαδικό Θεό, μετά στήν Παναγία μας, ἐν συνεχείᾳ στούς Ἁγίους μας καί τέλος στούς Γεροντάδες. Ἔτσι, μέ τό θεῖο φωτισμό εὔκολα βρίσκει κανείς τά κλειδιά τῶν θείων νοημάτων.  Ἡ ταπείνωση εἶναι πραγματική σοφία. Ἔχει μεγάλη δύναμη καί διαλύει τόν διάβολο.  Ὁ ἀγῶνας κατά τῶν παθῶν εἶναι ἕνα διηνεκές γλυκό μαρτύριο γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γιά νά μήν τόν λυποῦμε, πού σταυρώθηκε γιά μᾶς.  Νά ἀποφεύγετε τά τρία «φ», δηλαδή τή φιληδονία, τή φιλοδοξία καί τή φιλαργυρία.  Κρατεῖστε τήν ἁγνότητά σας. Μήν κάνετε αὐτά πού κάνουν ἄλλοι νέοι …  Καί μέσα στό γάμο πρέπει νά συγκρατεῖ κανείς τόν ἑαυτό του.  Γιά τούς πολύτεκνους ὑπάρχει ἰδιαίτερη εὔνοια τῆς Θείας Πρόνοιας. 5  Οἱ μητέρες νά μή ζορίζουν τά παιδιά τους, ἀλλά νά ζορίζονται οἱ ἴδιες στήν Προσευχή.  Στήν πνευματική ζωή δέ θά βάλει κανείς γιά πρότυπο τούς κοσμικούς, ἀλλά τούς Ἁγίους. Μελετώντας αὐτούς παίρνει πνευματικές βιταμίνες.  Ἡ ἔκτρωση εἶναι φοβερή ἁμαρτία. Εἶναι φόνος καί μάλιστα πολύ μεγάλος φόνος, γιατί σκοτώνονται ἀβάπτιστα παιδιά. Πρέπει νά καταλάβουν οἱ γονεῖς ὅτι ἡ ζωή ἀρχίζει ἀπό τή στιγμή τῆς συλλήψεως… Καί ὅταν γίνεται ἀπό τό Κράτος νόμος, τότε ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ σέ ὅλο τό Ἔθνος, γιά νά παιδαγωγηθεῖ.  Ἄν ξέραμε τί ὠφέλεια ἔχουμε ἀπό τίς ἀσθένειες, δέ θά θέλαμε νά γίνουμε καλά, γιά νά πάρουμε μία καλύτερη θέση στόν Παράδεισο.  Ὅσο σκαλίζουμε τίς αἱρέσεις καί τίς ἄλλες θρησκεῖες, τόσο πιό πολύ βρωμᾶνε. Ὅσο σκαλίζουμε τήν Ὀρθοδοξία, τόσο εὐωδιάζει!  Στά θέματα τῆς Πίστεως καί στά θέματα τῆς Πατρίδος δέ χωρᾶνε ὑποχωρήσεις. Ὅσο γιά τήν Πόλη θά μᾶς τή δώσουν.  Ἐάν θέλεις νά βοηθήσεις τήν Ἐκκλησία, διόρθωσε τόν ἑαυτό σου.  Χρειάζεται καί ὁ κῆπος (τῆς ψυχῆς) ἐξομολόγηση, δηλαδή βγάζοντας πέτρες, ἀγκάθια καί ἀγριάδες πού θά τοῦ δώσουν καλούς καρπούς. Γνωστή καί ἡ ἀγάπη του στά ζῶα.  Γιά νά κάνουμε καρδιακή Προσευχή, πρέπει νά κάνουμε δικό μας τόν πόνο τοῦ ἄλλου.  Γιά ὅ,τι ἐπιτυγχάνεις, νά εὐχαριστεῖς τόν Θεό. Εὐχαριστώντας τόν Θεό, θά συνειδητοποιεῖς ὅτι δέν εἶναι δικά σου κατορθώματα, ἀλλά δῶρα Του, καί θά ταπεινώνεσαι.  Οἱ ἄνθρωποι δύο πράγματα θέλουν ἀπό τόν ἱερέα: νά εἶναι ἀφιλοχρήματος καί νά ἔχει ἀγάπη, ἀλλά καί ὁ ἴδιος νά ἔχει μεγάλη καθαρότητα.  Νά σταματήσεις νά δουλεύεις τήν Κυριακή καί ὅλα θά ἀλλάξουν.  Νά λέτε συνεχῶς τήν εὐχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».  Θεολογία εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πού συλλαμβάνεται ἀπό τίς ἁγνές, τίς ταπεινές καί ἀναγεννημένες πνευματικά ψυχές, καί ὄχι τά ὄμορφα λόγια τοῦ μυαλοῦ.  Διῶξε τούς κακούς λογισμούς, βλάσφημους καί ὑπερήφανους, μέ τή μελέτη τήν πνευματική, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τή φιλότιμη ἄσκηση. Ἔχοντας ὁ ὅσιος Γέροντας Παΐσιος αὐτή τήν ἁγία ζωή πού συνιστοῦσε στούς ἄλλους, ἀξιώθηκε νά δεῖ τό Θεῖο Ἄκτιστο Φῶς καί πλῆθος ἁγίων. Ἔτσι, τοῦ ἐμφανίστηκαν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ἡ Παναγία, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος,  ὁ φύλακας Ἄγγελός του, οἱ τρεῖς Ἱεράρχες, ὁ ἅγιος Παντελεήμων, ὁ ἅγιος Λουκιλλιανός, ὁ ἅγιος Βλάσιος ἀπό τά Σκλάβαινα, ὁ ἅγιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης (νουνός του), ἡ ἁγία Εὐφημία, ἡ ἁγία Αἰκατερίνη. Ὁ παπα-Τύχων, πού εἶδε καί τήν ψυχή τοῦ Γέροντα Φιλάρετου νά φεύγει στόν Οὐρανό, ὅταν πέθανε, μέσα σέ οὐράνιο φῶς. Στήν «Παναγούδα» μετά τήν κοίμησή του, βρέθηκε ἰδιόγραφο κείμενο πού καταλήγει ὡς ἑξῆς: «Συγχωρέστε με, καί συγχωρημένοι νά εἶναι ὅσοι νομίζουν ὅτι μέ λύπησαν». Εὐχαριστῶ πολύ καί πάλιν εὔχεσθε. Μοναχός Παΐσιος. Ἐνῶ στήν πλάκα τοῦ τάφου του, ζητάει ἀπό τόν Ἅγιό του: «Νά εὔχεται στόν Λυτρωτή νά ’χω τήν Παναγιά μαζί μου».