Πόσοι Χριστιανοί και πόσοι Μουσουλμάνοι κατοικούσαν στα χωριά της Θεσπρωτίας το 1943


Α
ποκαλυπτικά στοιχεία, που στηρίζονται σε έγγραφα της εποχής εκείνης,  δείχνουν την πληθυσμιακή αναλογία των Μουσουλμάνων "Τσάμηδων" έναντι του χριστιανικού στοιχείου της Θεσπρωτίας, που μέχρι την Ιταλογερμανική εισβολή, ζούσαν χωρίς εντάσεις. 

Το 1943 σε σύνολο 61.329 κατοίκων της Θεσπρωτίας οι 44.668 ήταν Χριστιανοί και οι 16.661 (δηλ. το 27%) Μουσουλμάνοι "Τσάμηδες". Στην επαρχία Μαργαριτίου ζούσαν οι περισσότεροι Μουσουλμάνοι. Μόνο στο Μαργαρίτι υπήρχαν 1434, στη Μαζαρακιά 1237, στην Καταβόθρα, 542 κ.λπ.

Στην επαρχία Θυάμιδος, στην οποία ανήκαν οι περιοχές Ηγουμενίτσας και Φιλιατών, περισσότεροι Μουσουλμάνοι κατοικούσαν στους Φιλιάτες (841). Ακολουθούσαν ο Παραπόταμος (762), η Λιόωη (654) , η Βρυσέλλα Φιλιατών (616) κ.λπ. Στην περιοχή της Παραμυθιάς οι περισσότεροι Μουσουλμάνοι κατοικούσαν στην Παραμυθιά  (509), αλλά και συο Νεοχώρι (286), στη Δράγανη (285), στο Γαρδίκι (270) κ.λπ. 

Ενδεικτικό είναι ότι απατώντας στην Αλβανοϊταλική προπαγάνδα, που είχε αρχίσει να καλλιεργείται, το 1934 Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας διαδήλωσαν μαζί, στο μουσουλμανικό τέμενος των Φιλιατών,  υπέρ των Βορειοηπειρωτών και διαψεύδοντας τα περί καταπίεσης των «Τσάμηδων»! Από κοινού και αδελφωμένοι καταγγέλλουν, πριν 83 ολόκληρα χρόνια, τις βαρβορότητες των αλβανικών αρχών σε βάρος των ομογενών της Βορείου Ηπείρου. 

Μάλιστα στην ίδια διαμαρτυρία οι Μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας χαρακτήρισαν ασύστολα ψεύδη και κωμικά συνονθυλεύματα τα όσα διέδιδε σκόπιμα το αλβανικό πρακτορείο ειδήσεων, για δήθεν διώξεις των Μουσουλμάνων «Τσάμηδων». 

Έτσι σαφέστατα προκύπτει ότι η συστηματική βία, που εκδηλώνεται από την άνοιξη του 1941 μέχρι το καλοκαίρι του 1944 από οργανωμένους σε ομάδες ατάκτων στην αρχή, χωρίς ή με νομιμοποίηση της ηγεσίας τους, και αργότερα συγκροτημένους σε στρατιωτικά και αστυνομικά σώματα ένοπλους Μουσουλμάνους "Τσάμηδες" εναντίον της χριστιανικής πλειονότητας των Θεσπρωτών, και ενίοτε εναντίον οργάνων της ελληνικής κατοχικής διοίκησης, δεν είναι - όπως παρουσιάζεται σε ορισμένες μάλλον πρόχειρες και επιφανειακές αναγνώσεις - αντανακλαστική βία μιας καταπιεζόμενης μειονότητας, που βρήκε στην κατοχή την ευκαιρία να αποκαταστήσει τις εις βάρος της αδικίες και επί πλέον να εκδικηθεί. 

"Η βία στη Θεσπρωτία κατά τη διάρκεια της κατοχής με φορείς μουσουλμάνους Τσάμηδες και αποδέκτες χριστιανούς Έλληνες ή το ίδιο το ελληνικό κράτος και το προσωπικό του", σύμφωνα με τον καθηγητή Αθανάσιο Γκόντοβο, "είναι πρωτοβουλιακή και όχι αντανακλαστική βία. Αποτελεί προϊόν μιας μακράς διαδικασίας η οποία ευνόησε την καλλιέργεια αντιστασιακού πνεύματος και αντιστασιακών πρακτικών όχι απέναντι στο φασισμό και το ναζισμό, αλλά απέναντι στους ελληνικούς πολιτισμικούς και πολιτικούς κώδικες, με τη βοήθεια εξωτερικών παραγόντων και εσωτερικών δικτύων, φορέων του αλβανικού αλυτρωτισμού. Πρόκειται για μια βίαιη, συγκρουσιακή πρωτοβουλία ακύρωσης της πολιτικής και πολιτισμικής υπαγωγής μιας de facto μουσουλμανικής μειονότητας στο ελληνικό κράτος, έτσι όπως αυτό συγκροτείται μετά τη λήξη των βαλκανικών πολέμων. Είναι βία απόσχισης, πολιτικής και πολιτισμικής, από το ελληνικό κράτος και το πολιτισμικό του καθεστώς. Γι’ αυτό και λειτούργησε κατά κάποιον τρόπο σαν πολιτική θρησκεία, καθαγιασμένη εκ μέρους του τοπικού θρησκευτικού παράγοντα, ενός ακραία συντηρητικού Ισλάμ, και στηριζόμενη από τη στρατιωτική μηχανή των κατοχικών δυνάμεων, αλλά και από το φιλοναζιστικό αλβανικό κατοχικό καθεστώς της εποχής".