Σπάνε καρδιές τα όσα έγραψε για την πεθαμένη μάνα του ένας 17χρονος Θεσπρωτός...

Σου σουβλίζουν την καρδιά τα λόγια ενός 17χρονου Θεσπρωτού, για την πεθαμένη μάνα του, που τα έγραψε με αφορμή τη γιορτή της μητέρας. Όταν μιλάει η ίδια η καρδιά, τα σχόλια περιττεύουν, είναι άχρηστα. "Αγαπημένη μου μάνα. Στα μάτια σου είδαμε τη ζωή. Στον κόρφο σου, μανούλα, οι πρώτες κλάψες και χαρές και οι πρώτες έννοιες μου. Πρωτόδα τον πόνο στο δάκρυ σου για μια αρρώστια μου, την ευτυχία στο απλό χαμόγελό σου, όταν έγιανα. Εσύ, χωρίς πολλά λόγια μου είπες τι πάει να πει Θεού αγάπη, πως στου ουρανού τα πλάτη, όπου τώρα είσαι, υπάρχει μια άλλη αγκαλιά για την ψυχή, αιώνια, και μια καρδιά με τα σημάδια των καρφιών για μένα. Να πιαστώ, θέλω, καλή μου μάνα, μέσα στη θύελλα από την ανάσα σου. Ελπίζω, μάνα μου! Γιατί βλαστάρι σου είμαι, και ρέει στις φλέβες μου χυμός σου. Ελπίζω, μάνα μου! Και μη πολυδακρύζεις, μη κρυφοκλαίς, που βλέπεις να σε σταυρώνω... Διαλέγω από τα χέρια, που απλώνονται με ψεύτικη φιλία σε μένα, το ροζιασμένο χέρι σου για αποκούμπι. Παίρνω το φανάρι σου αστέρι στο δρόμο μου. Τίποτε δε θα σκεπάσει τη δική σου φωνή και τη δική σου ψυχή... Δεν θα θαμπώσει η μορφή σου μανούλα μου, ό,τι και αν δούνε τα μάτια μου. Μάνα, ποτέ δε θα ανταλλάξω το "μέσα πλούτο", μ' όλους τους θησαυρούς του κόσμου. Ζητούσα, σαν ήμουν μικρός, ψωμί και χάδια. Ζητούσα άπληστα να γίνουν τα χατήρια μου. Δεν ήθελα να λείπεις... Σχεδίαζα τώρα, που λιγάκι μεγάλωσα, κάτι να εξοφλήσω από την οφειλή μου, απ' όσα άπειρα σου χρωστάω. Μα, πάλι, μάνα μου, αν και δεν είσαι κοντά μου, γίνομαι ζητιάνος. Ζητιάνος της αγρύπνιας σου, της προσευχής σου. Γυρεύω και πάλι να μη λείπεις. Συγχώρα με, που σε αναζητώ...".