Το μοναδικό στην Ελλάδα μνημείο ταξιδεμένων, υπάρχει σε χωριό στα όρια των νομών Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας!

Το μοναδικό στην Ελλάδα μνημείο ταξιδεμένων, υπάρχει σε χωριό στα όρια των νομών Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας. Πρόκειται για το Γκρίμποβο Ζίτσας, όπου σε γλυπτό στην έξοδο του χωριού αποτυπώθηκε ο πόνος, το φαρμάκι του αποχωρισμού για την ξενιτιά. Μια μάνα, με θλίψη στο βλέμμα της, αποχαιρετά το επίσης θλιμμένο
παιδί της. «Τι να της κάνω της καρδιάς της παραπονεμένης;
για ν’ αποθάνω δε μπορώ, να ζήσω πως να ζήσω;
ξένος κι εδώ, ξένος κι εκεί κι όπου να πάγω ξένος.
Να ’χα τον ουρανό χαρτί, τη θάλασσα μελάνι
για να ’γραφα τα ντέρτια μου και τα παράπονά μου»
. Τα
δημοτικά τραγούδια της ξενιτιάς αποτελούν μιαν από τις πλέον ενδιαφέρουσες κατηγορίες της νεοελληνικής λαϊκής ποίησης. Κι αυτό γιατί - πέρα από το φιλολογικό τους ενδιαφέρον, που συνδέεται με τη γενικότερη τεχνοτροπία του δημοτικού τραγουδιού - είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική μια ιστορική και ανθρωπολογική τους προσέγγιση, όσον αφορά τις πραγματικές περιστάσεις της δημιουργίας και τις συνθήκες και προεκτάσεις της λειτουργίας τους. Παρέχεται ένα εξαιρετικά προνομιακό υλικό για την ανάλυση της λαϊκής φιλοσοφίας, της ιδεολογίας και της κοινωνικής συμπεριφοράς του νεότερου ελληνισμού: πώς τοποθετείται η συλλογική γνώση και μνήμη μπροστά σ’ ένα κεντρικό - και συχνά αναπόφευκτο - κοινωνικό φαινόμενο, όπως η μετανάστευση και πώς εκφράζεται η γενικότερη αντίληψη και ερμηνεία του κόσμου σε σχέση με τις πρακτικές και ηθικές συνέπειες του γεγονότος αυτού. Στην παραδοσιακή κοινωνία «ο ξενιτεμός ταυτίζεται με την ενηλικίωση του νέου άντρα, που κάνει υποχρεωτική τη φυγή του για αναζήτηση τύχης, πλούτου, γνώσης του κόσμου και παίρνει το χαρακτήρα διαβατήριας τελετής. Έχουμε δηλαδή κι εδώ, όπως στη γέννηση, τον γάμο ή τον θάνατο, μια κρίσιμη φάση της ζωής κατά την οποία το άτομο περνάει κοινωνικά και υπαρξιακά από τη μια κατάσταση στην άλλη, από τον ένα τόπο στον άλλο» (Μιράντα Τερζοπούλου - Ελένη Ψυχογιού).