Το 1888 μετονομάστηκε σε Ziraat Bankası, έδρα την Κωνσταντινούπολη, και κεφάλαιο ύψους 10 εκατομμυρίων τουρκικών λιρών. Από το 1919 το υποκατάστημα της Τράπεζας χρηματοδότησε τον κεμαλικό αγώνα ενάντια στους Έλληνες και από το 1922 κράτησε πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομική πολιτική που ακολούθησε το νέο καθεστώς. Στη δεκαετία του 1970 άνοιξε υποκαταστήματα στη Γερμανία, στην κατεχόμενη Κύπρο, στην Ολλανδία, στα Βαλκάνια, στην Κεντρική Ασία και στον Καύκασο, στις αρχές του 1980 στη Νέα Υόρκη, ενώ το 1988 χρηματοδότησε το γνωστό πρόγραμμα Νοτιοανατολικής Ανατολίας (GAP). Το 2005 κατέγραψε τα υψηλότερα κέρδη στην ιστορία του τουρκικού τραπεζικού συστήματος και το 2009 έκανε την εμφάνισή της και στη Θράκη (Σύμφωνα με δημοσίευμα σε εφημερίδα της Κομοτηνής «οι καταθέσεις στα ελληνικά υποκαταστήματα της Ζιράτ άγγιξαν τα 20 εκατομμύρια ευρώ μέσα στους πρώτους μήνες λειτουργίας»). Για το πως δρα η τράπεζα αυτή, αρκεί ένα παράδειγμα: Ο Οσμάν Ορ, επιθυμούσε να αγοράσει ένα ακίνητο σε κεντρικό σημείο της ευρωπαϊκής ακτής του Βοσπόρου, και συμφώνησε με τη Finansbank, για την σύναψη δανείου ύψους 17,5 εκατ. δολαρίων, με σκοπό να επεκτείνει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. Είναι όμως παγκοσμίως γνωστό ότι όταν λαμβάνεις δάνειο υποχρεώνεσαι σε εγγύηση. Η άρνηση σύναψης του δανείου, δικαιολογήθηκε από τους κρατικούς μηχανισμούς με το αιτιολογικό ότι η σχετική αίτηση δανειοδότησης του επιχειρηματία είχε γίνει σε τραπεζικό όμιλο ξένων συμφερόντων (Ελληνικών, της Εθνικής). Το κράτος έκρινε σκόπιμο να αποτραπεί η έγκριση του δανείου, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε και υποθήκευση του ακινήτου για όσο χρονικό διάστημα θα διαρκούσε το δάνειο, γεγονός που περιείχε το διακύβευμα, σε περίπτωση μη αποπληρωμής του δανείου, να περιέλθει το εν λόγω ακίνητο στην Εθνική. Ο Ορ «προσανατολίστηκε» προς άλλους ομίλους, «καταλήγοντας», ναι σωστά καταλάβατε, στη Ζιράτ, η οποία παραχώρησε το δάνειο, με βαρύτερους όμως όρους από τη Finansbank, με αποτέλεσμα «καπέλο» 300.000 ευρώ.